Γράφει ο Μανώλης Χατζημανώλης
Στις αυγές του 7ου αιώνα π.Χ η ανελέητη σύγκρουση για κυριαρχία στις στέπες βορείως της Μαύρης Θάλασσας μεταξύ του νομαδικού λαού των Κιμμερίων και των Σκυθών, μιας φυλετικής ένωσης ευρωποειδών ιρανόφωνων φυλών που μόλις είχε φτάσει από την Ανατολή, έμελλε να έχει συνταρακτικές συνέπειες για το σύνολο σχεδόν του πολιτισμένου κόσμου της περιόδου: Προσπαθώντας να ξεφύγουν από τους απηνείς διώκτες τους, οι ηττημένοι Κιμμέριοι διέβησαν την οροσειρά του Καυκάσου προς νότο και στράφηκαν δυτικά προς την Μικρά Ασία προκαλώντας χάος στα βασίλεια της περιοχής. Παρομοίως, μην θέλοντας να αφήσουν το “θήραμά” τους να ξεφύγει και όντας υπό την ηγεσία του βασιλιά τους Μαδύη, οι Σκύθες διέσχισαν και εκείνοι τον Καύκασο και εισήλθαν στο βασίλειο του Ουραρτού, στα εδάφη των σημερινών Κούρδων και των Αρμένιων.
Η χώρα, πλούσια σε μετάλλευμα και διαβόητη για τις εξαιρετικές ράτσες αλόγων που εκτρέφονταν στις ορεινές κοιλάδες της, σύντομα κέρδισε τους πολεμοχαρείς νομάδες που αποφάσισαν να την μετατρέψουν σε πολιτικό τους κέντρο. Και χρησιμοποιώντας την ως ορμητήριο, θα μετατρέπονταν για περίπου έναν αιώνα σε μάστιγα των εγκατεστημένων λαών της Μέσης Ανατολής.
Πρώτο θύμα τους υπήρξαν οι Μήδοι, μια φυλετική ένωση των λαών του ιρανικού οροπεδίου, που είχαν συσπειρωθεί πολιτικά πιθανότατα για να αντιμετωπίσουν την επεκτατική Ασσυρία στα δυτικά τους. Στην συνέχεια, έχοντας υποτάξει τους Μήδους, οι Σκύθες στράφηκαν εναντίον της πανίσχυρης Νεοασσυριακής Αυτοκρατορίας (911-609 π.X) στα νότιά τους. Αν και η κύρια ιστορική πηγή μας, ο Ηρόδοτος, έγραψε περίπου δύο αιώνες αργότερα και τα ίδια τα ασσυριακά αρχεία είναι φειδωλά, το σίγουρο είναι πως κάποια στιγμή μέσα στην δεκαετία του 670 τα δύο ισχυρά βασίλεια ήρθαν σε κάποιου είδους συμφωνία καθώς ο Σκύθης βασιλιάς Παρτατύης έλαβε ως σύζυγο την κόρη του Ασσύριου αυτοκράτορα Εσαρχαδόν μαζί με πλούσια δώρα ως προίκα .
Ταυτοχρόνως ή ίσως λίγο αργότερα, μια σκυθική πολεμική ομάδα υπό κάποιον ανώνυμο φιλόδοξο πολέμαρχο διέσχισε την Μεσσοποταμία και την Συρία και έφτασε στα σύνορα της Αιγύπτου, που εκείνη την περίοδο κυβερνούσε η 26η σαϊτική δυναστεία (664-525 π.Χ). Οι Σκύθες το δίχως άλλο εντυπωσίασαν και τους Αιγυπτίους και τους υπόλοιπους λαούς της περιοχής, καθώς ένας Εβραίος προφήτης, αναφέρεται στους Σκύθες ως έναν “αρχαίο, ισχυρό λαό του οποίου η γλώσσα είναι δυσνόητη. Είναι πάντα θαραλλέοι και οι φαρέτρες τους είναι σαν ανοικτός τάφος. Θα φάνε την σοδειά σου και το ψωμί σου, θα καταβροχθίσουν τους υιούς και τις κόρες σου, θα τραφούν με τα πρόβατα και τα βόδια σου, θα φάνε τα σταφύλια και τα σύκα σου”. Μπροστά στον φόβο του ολέθρου, ο Φαραώ Ψαμμήτιχος Α’ (663-609 π.Χ) πρόσφερε στον φοβερό εισβολέα πλούσια δώρα και βαρύ φόρο προκειμένου να εγκαταλείψει την γη του και να επιστρέψει πίσω στην Ανατολή.
Για περίπου 3 δεκαετίες ακόμη οι Σκύθες θα παρέμεναν νοτίως του Καυκάσου έχοντας υπό την επιρροή τους την Μηδία και συγκρουόμενοι περιστασιακά με τους υπόλοιπους γείτονές τους. Το επόμενο θεαματικό χτύπημά τους ήρθε το 612 π.Χ, όταν σε συνεργασία με τους Μήδους πολιόρκησαν και κατέστρεψαν ολοσχερώς την ασσυριακή πρωτεύουσα Νινευή, σε τέτοιο βαθμό ώστε όταν πέρασαν από τα ερείπιά της οι Μύριοι το 401 π.Χ κανείς δεν θυμόταν πλέον το όνομα της αρχαίας μεγαλούπολης. Η πάλαι ποτέ κραταιά αυτοκρατορία κατέρρευσε σύντομα ολοσχερώς κάτω από τα απανωτά χτυπήματα του σκυθομηδικού στρατού και των Βαβυλωνίων. Οι Σκύθες προφανώς έλαβαν την μερίδα του λέοντος σε λάφυρα, αλλά η πολιτική ισορροπία στην περιοχή φαίνεται πως άλλαξε δραματικά σε βάρος τους, καθώς το κενό ισχύος που άφησαν πίσω τους οι Ασσύριοι κάλυψαν οι Χαλδαίοι της Βαβυλώνας στην περιοχή της Εύφορης Ημισελήνου και οι Μήδοι στις περιοχές της βόρειας Μεσοποταμίας και της ανατολικής Μικράς Ασίας.
Διαβάστε: Ποιοί ήταν οι Κιμμέριοι;
Η παρουσία των ανήσυχων νομάδων νοτίως του Καυκάσου δεν μπορούσε να γίνει πλέον ανεκτή από τους ισχυροποιημένους Μήδους και έτσι έλαβαν δραστικά μέτρα. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο:
“Όχι μόνο έπαιρναν φόρο από όλους του λαούς, αλλα επίσης επέδραμαν και λεηλατούσαν ό,τι αυτοί οι λαοί κατείχαν. Κάποτε λοιπόν ο Κυαξάρης και οι Μήδοι κάλεσαν τους Σκύθες σε συμπόσιο και τους σκότωσαν όλους.”
Mε τους κυριότερους πολέμαρχούς τους να έχουν εξοντωθεί με αυτόν τον τρόπο, ο κύριος όγκος των Σκυθών σύντομα απωθήθηκε πέραν του Καυκάσου. Αν και δεν είναι σίγουρο σε τι βαθμό οι αρχαίες διηγήσεις περιγράφουν τα πραγματικά γεγονότα, το βέβαιο είναι ότι οι Σκύθες επηρέασαν άμεσα ή έμμεσα σε μεγάλο βαθμό τους λαούς της Μέσης Ανατολής. Εκτός από τους Ασσύριους, το ισχυρό φρυγικό βασίλειο στην Μικρά Ασία φαίνεται πως κατέρρευσε επίσης μέσα στο χάος που προκάλεσε η εισβολή των Κιμμερίων φυγάδων της στέπας, ενώ οι Αχαιμενίδες έναν αιώνα αργότερα θα θεωρούσαν τους Σκύθες αρκετά σημαντική απειλή ώστε να επιχειρήσουν εκστρατεία στην στέπα για την εξόντωσή τους. Σκύθες τοξότες αναφέρονται να εκπαιδεύουν τους νεαρούς Ιρανούς αριστοκράτες στις τέχνες της τοξοβολίας και της ιππασίας, ενώ καθ’όλη την διάρκεια των 5ου και 4ου αιώνων θα αποτελούσαν σταθερά τόσο αντικείμενο τρόμου όσο και θαυμασμού για τις πολεμικές του ικανότητες, μέχρι που τελικά ένα νέο κύμα εισβολέων από την ανατολή, οι επίσης ιρανόφωνοι Σαρμάτες, θα έπαιρνε την θέση τους κατά τον 3ο αιώνα π.Χ ως η νέα ισχυρή δύναμη της ποντικής στέπας.
Από την ομάδα ΦΒ Ελληνική και Παγκόσμια Στρατιωτική Ιστορία
1 thought on “Η τρομακτική εισβολή των Σκυθών στη Μέση Ανατολή: Από τη Μηδία στην Αίγυπτο”