Η Ινδοευρωπαϊκή θεωρία και οι ιδεολογικές προεκτάσεις της

Γράφει ο Υποπλοίαρχος Παναγιώτης Γέροντας ΠΝ,
Επιτελής Υπηρεσίας Ιστορίας Ναυτικού

Ο 18ος αιώνας ήταν η εποχή της ανακάλυψης του λαϊκού πολιτισμού και της αναδίφησης του παρελθόντος. Είναι επίσης η κορύφωση του κύματος των περιηγητών στις ανατολικές χώρες, μεταξύ αυτών και η Ελλάδα. Αυτοί οι περιηγητές ανέπτυξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις ιστορικές περιοχές που επισκέπτονταν, αναλύοντας αρχαιολογικά και γλωσσολογικά ζητήματα. Πολύ γρήγορα η σύγχρονη με αυτούς πολιτισμική υστέρηση των λαών που επισκέπτονταν, σε αντιδιαστολή με το ένδοξο παρελθόν τους, οδήγησαν τους Ευρωπαίους στο να τους βλέπουν οριενταλιστικά. Ο οριενταλισμός τους ξεκίνησε με την έννοια του εξωτικού (exotic) αλλά πολύ γρήγορα πήρε την έννοια του πολιτισμικά καθυστερημένου.

Εκείνη την εποχή συμβαίνει και η ανάπτυξη της επιστήμης της Γλωσσολογίας, η οποία από την συγχρονική διάσταση περνά στην διαχρονική – ιστορική, είναι η γένεση της ιστορικής γλωσσολογίας, η οποία εξέταζε (και εξετάζει) την γένεση και εξέλιξη των γλωσσών. Πρώτος, ο Αγγλο – Ουαλός φιλόλογος William Jones διετύπωσε την θεωρία ότι η αρχαία Ελληνική, η Λατινική αλλά και η Σανσκριτική πρέπει να προέρχονται από έναν κοινό πρόγονο, μια πρωτογλώσσα, την οποία ονόμασε Ινδοευρωπαική.

Από εκεί ανέλαβε ο Γερμανός γλωσσολόγος Franz Bopp, ο οποίος με το έργο του Über das Conjugationssystem der Sanskritsprache in Vergleichung mit jenem der griechischen, lateinischen, persischen und germanischen Sprache συνέκρινε τις γραμματικές μορφές Ελληνικής, Λατινικής, Σανσκριτικής, Περσικής και Γερμανικής. Η συγκριτική γλωσσολογία είχε γεννηθεί. Οι γλώσσες έπρεπε να κατηγοριοποιηθούν και να αναζητηθεί ο κοινός τους πρόγονος με την αμφίβολη επιστημονική μέθοδο της reconstruction (ανακατασκευής).

Στον 19ο αιώνα αυτή η μέθοδος έλαβε τεράστια έκταση με τα έργα των Rasmus Rask, Karl Verner, Jacob Grimm και August Schleicher. Ο τελευταίος μάλιστα προσέφερε τις πρώτες γραμματικές μορφές της ινδοευρωπαικής γλώσσας με το έργο του Compendium der vergleichenden Grammatik der indogermanischen Sprachen (1861). Ας προσεχθεί ιδιαίτερα ότι το «Ινδοευρωπαίοι» έχει αντικατασταθεί με το «Ινδογερμανοί».

Από τότε μέχρι σήμερα, η θεωρία αυτή έχει αμφισβητηθεί πολλές φορές. Υπάρχει αρχικά το ερώτημα: υπήρξε ινδοευρωπαϊκός λαός που να μίλησε αυτήν την πρωτογλώσσα; Αν ναι, ποια ηταν η κοιτίδα του; Ποιές ήταν οι μετακινήσεις του; Οι αρχαιολόγοι δεν έχουν βρει αρχαιολογικά ευρήματα ούτε για το ένα ούτε για το άλλο. Άλλοι φιλόλογοι επισημαίνουν ότι ως θεωρία, ως υπόθεση, «τραβήχτηκε πολύ» ως την δημιουργία μιας νέας γλώσσας που πιθανότατα είναι απλά μια δουλειά γραφείου! Ιστορικοί τέλος επισημαίνουν την σύνδεση αυτής της θεωρίας με την άνοδο των εθνικισμών μέσα από μια διαδικασία ευρέσεως ενδόξου παρελθόντος. Η αναζήτηση του αρχέγονου είναι ένα σύνηθες μοτίβο στις ιδρυτικές αφηγήσεις των εθνικών κρατών του 19ου αιώνα.

GEOPOLITICS AND DAILY NEWS

, , ,

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *