Αρχή τῆς, ινδίκτου, ήτοι τοῦ νέου έτους

Εικόνα: Από τη σερβική Μονή του Λέσνοβο (1341), ΠΓΔΜ. [reddit.com]

Βαγγέλης Σταυρόπουλος – 01/09/2023 – ΑΝΤΙΦΩΝΟ

Περί το 8 π.Χ., ο Ρωμαίος Ανθύπατος Παύλος Φάβιος Μάξιμος, διοικητής της Επαρχίας της Ασίας υπέβαλε προς ψήφιση στο « Κοινόν των από της Ασίας Ελλήνων » ένα νομοσχέδιο, προτείνοντας την υιοθέτηση της 23ης Σεπτεμβρίου ως πρωτοχρονιάς των ανατολικών ρωμαϊκών επαρχιών. Η μέρα αυτή συνέπιπτε με το γενέθλιο του Οκταβιανού Αυγούστου – συνεπώς με μία από τις σπουδαιότερες εορτές της Αυτοκρατορίας, αλλά και με την φθινοπωρινή ισημερία. Το «Κοινόν» με ενθουσιασμό υπερψήφισε την πρόταση και στο εξής ο Σεπτέμβριος στην ασιανή επαρχία θα ονομαζόταν Καίσαρ.

Ο εορτασμός των γενεθλίων του Οκταβιανού εξέλειπε, η παράδοση όμως της αρχής του έτους κατά τον Σεπτέμβριο μήνα επικράτησε στο σύνολο των ανατολικών επαρχιών, κυρίως γιατί προοδευτικά συσχετίστηκε με την έναρξη του φορολογικού έτους. Ο εκάστοτε Έπαρχος των Πραιτορίων ήταν επιφορτισμένος να συντάσσει τον αυτοκρατορικό προϋπολογισμό και να καταθέτει το σχέδιο των λειτουργικών δαπανών του κράτους τις πρώτες μέρες του Σεπτεμβρίου. Συνεπώς όταν συναντάμε για πρώτη φορά την α΄ Σεπτεμβρίου του έτους 312 ως « Αρχής της Ινδικτιώνος » πρέπει να την κατανοούμε ως αρχή – ως πρωτοχρονιά ενός πολιτικού και φορολογικού έτους. Αυτό ακριβώς σημείωνε ο Ιωάννης Λυδός τον 6ο αιώνα στο περί Μηνών έργο του όταν αποκαλούσε την Αρχή της Ινδίκτου ως «πολιτική» ή «κυκλική» πρωτοχρονιά των Ρωμαίων.

Η λέξη Ινδικτιών αποτελεί εξελληνισμό του λατινικού ουσιαστικού indictiōnis και σημαίνει τον ορισμό και καθορισμό της φορολογίας. Στην ελληνική αποδόθηκε ως επινέμησις επικρατώντας τελικά να εννοείται ως όρος χρονολογήσεως γεγονότων. Έτσι τον προσέλαβε η Εκκλησία περί τον 5ο αιώνα κατά την διαμόρφωση του λειτουργικού της ημερολογίου. Έκτοτε και κατ΄ ευθυγράμμιση προς την κωνσταντίνεια ιδεολογία η πρώτη μέρα του εκκλησιαστικού έτους συμπίπτει με την πρώτη μέρα του πολιτικού : Την α΄ Σεπτεμβρίου˙ την αρχή της Ινδίκτου. Κι αυτό προκύπτει με σαφήνεια στις πηγές όπως – για παράδειγα – ο Συναξαριστής της Κωνσταντινουπόλεως (12ος αι.) : « Έλαχε δε (η ίνδικτος) την τοιαύτην κλήσιν από Καίσαρος Αυγούστου, ος της βασιλείας από τούτου καταρξάμενος και την απογραφήν όλης της οικουμένης ποιούμενος ωρίσατο τους κατ΄ ενιαυτόν φόρους πάσι τοις αυτώ υποτελέσι ».

Ο Νικόδημος ο Αγιορείτης στον Συναξαριστή του σημειώνει – καταρχάς – πως υπάρχουν τρεις προφανείς λόγοι που η Εκκλησία εορτάζει την Πρωτοχρονιά της κατά την α΄ Σεπτεμβρίου : α. Γιατί οι « παλαιοί Ρωμάνοι » την τιμούσαν ως αρχή του έτους, β. γιατί ο Χριστός αποκαλύφθηκε στην Συναγωγή ως ο Μεσσίας αναγινώσκοντας και ερμηνεύοντας τον Ησαΐα (Λκ. 4,16-44), και γ. γιατί η εορτή προσφέρεται ως δώρο στον Θεό ώστε να « γένη ο Θεός ίλεως εις ημάς, και ευλογήσει τον νέον χρόνον, και χαρίση τούτον εις ημάς ευτυχή και γεμάτον από όλα τα σωματικά αγαθά. Και ίνα φωτίσει τας διανοίας μας, εις το να περάσωμεν όλον τον χρόνον καθαρώς και με αγαθήν συνείδησιν (…) ».

Ο Νικόδημος προσθέτει πληθωρικά και άλλες δύο αιτίες : Την μεν πρώτη ονομάζει εσωτερική και φυσική, την δε δευτέρα εξωτερική και επουσιώδη. Στην περίπτωση της εσωτερικής σημειώνει πως η ανάδειξη του Σεπτέμβρη ως πρώτου μήνα του έτους συμβαίνει γιατί « κατ΄ αυτόν (…) παύει μεν η γη να γεννά τους καρπούς, αρχίζει δε πάλιν να συλλαμβάνει τρόπον τινά και να εγγαστρώνεται άλλους νέους καρπούς ». Νομίζω πως και η Εκκλησία στην ουσία αυτή την ευλογία του Θεού στην κτίση ως ευχαριστιακή περιχώρηση ανακεφαλαίωσε κατά την Αρχή της Ινδίκτου. Ενδεικτικά ο Οίκος της εορτής : « Ἀρρήτῳ πάντα ὡς Θεῷ ποιήσαντι σοφίᾳ ἰσχύι τε παντουργικῇ διασῴζοντι πάντα τὸν ὕμνον δέει ἐκ ψυχῆς προσάγομεν ἐντρόμως δυσωποῦντες παρασχεῖν εὐφορίαν τῇ γῇ ἐν τῇ σήμερον ἐτησίῳ ἀπαρχῇ, παντὸς ῥυσθῆναι δυσχεροῦς, ὁρατῶν καὶ ἀοράτων δυσμενῶν, ἐν ταῖς αἰσίαις κράζοντες περιόδοις˙ εὔφορον πᾶσι τὸ ἔτος χορήγησον ».

Σημαντική πολιτική και εκκλησιαστική εορτή για την Αυτοκρατορία. Σύμφωνα με το σωζόμενο πρωτόκολο από τον κουροπαλάτη Γεώργιο ψεύδο – Κωδινό « κατά μεν την πρώτη του Σεπτεβρίου (sic) του πατριάρχου μετά λιτανείας και των αγίων εικόνων εις το πορφυρούν κιόνιον παραγενομένου εφ΄ ου ο σταυρός ίσταται, ο πάλαι φόρος εκαλείτο, απέρχεται και ο βασιλεύς και ακούει την κατ΄ έθος εκείσε εκτελουμένην ακολουθίαν. Μετά δε την απόλυσιν απέρχεται αύθις εις το παλάτιον ».

* Πρωτοδημοσιεύτηκε στο « άτακτο τεύχος » του Κοινού των Ωραίων Τεχνών το Καλοκαίρι του 2023 (σελ. 3)

Ο Βαγγέλης ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ είναι διδάκτορας της Ιστορίας του Δικαίου και των Θεσμών της Νομικής Σχολής του Paris XI.

, , , , , ,

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *