Ο Ακόλουθος κοίταξε την παράταξή τους για λίγες στιγμές.Ένα αδιόρατο χαμόγελο διαγράφηκε κάτω από τα πυκνά,ήδη γκριζαρισμένα μουστάκια του.
-Πώς είναι σήμερα τ’αγόρια μου;;;;;;
Γέλια υποδέχτηκαν την ερώτηση του Διοικητή.Κι ένα κρυφό ρίγος διέτρεξε τη γραμμή.Ήξεραν όλοι πως,όταν ο Ναμπίτης απηύθυνε κάποια από τις σπάνιες φιλοφρονήσεις του προς τους άνδρες της Φρουράς,η μάχη αναμενόταν κάτι παραπάνω από δύσκολη.Και οι Βάραγγοι θα βρίσκονταν στο πιο κρίσιμο σημείο,θα επωμίζονταν την πιο επικίνδυνη αποστολή.Ανάλογα βαριές θα ήσαν και οι απώλειες.Ένα σωρό διαλεχτά παλληκάρια θα ταξίδευαν πριν πέσει το σούρουπο για τον Παράδεισο των Χριστιανών,ή θα έπιναν ζύθο στη μεγάλη Αίθουσα των Ηρώων,κάτω από το σκληρό βλέμμα του Όντιν.
Ας γίνει έτσι λοιπόν.Ένας γνήσιος Πολεμιστής θα κοιτάξει κατάματα τον Θάνατο,χωρίς να διστάσει ούτε λεπτό…….
Μερικά λεπτά σιωπής.Έπειτα,ο Διοικητής ξαναμίλησε.
-Ο Βασιλεύς θέλει να μας πει δυο λόγια πριν ξεκινήσουμε.Μεγάλη μας Τιμή.
Ένας κρύος βόρειος άνεμος σηκώθηκε τώρα.Ένας άνεμος αναζωογονητικός που διέλυε την καταχνιά του τοπίου,ένας άνεμος κρυστάλλινος που καθάριζε τις λάσπες της ψυχής……
Από το βάθος της πεδιάδας,ανάμεσα στις διάφορες μονάδες που έπαιρναν τις θέσεις τους,τέσσερις καβαλάρηδες φάνηκαν να έρχονται καλπάζοντας.
-Άνδρες….Προσο-χηηηηηηηή…..,βρυχήθηκε ο Ακόλουθος.
Ο υπόκωφος ήχος από χίλια πόδια που χτύπησαν ταυτόχρονα στο λασπωμένο έδαφος,τράνταξε το πλάτωμα.Και αμέσως μετά,χίλιοι άνδρες γονάτισαν μονομιάς.
Ο Βασιλεύς Αλέξιος Κομνηνός βρισκόταν μπροστά στην παράταξή τους. Δίπλα του ο Σημαιοφόρος,κρατώντας την τεράστια πορφυρή Πολεμική Σημαία με τον χρυσοκέντητο Δικέφαλο Αετό.Και ξοπίσω του οι δύο ορκισμένοι Σωματοφύλακές του,ο μεγαλύτερος αδερφός του Ισαάκιος και ο Ίλαρχος Νικηφόρος,ένας τριανταδυάχρονος βετεράνος αξιωματικός των Κατάφρακτων με καμιά εικοσαριά μάχες στο ενεργητικό του.Ο Βασιλεύς έφερε και ο ίδιος τη βαρύτατη αρματωσιά ενός Κατάφρακτου καβαλάρη.Μόνο που σήμερα δεν φορούσε τα-ενδεικτικά του αξιώματός του- ερυθρά υποδήματα με τους χρυσαφένιους αετούς,αλλά τις συνηθισμένες καφέ δερμάτινες μπότες του Ιππικού που έφταναν ως το γόνατο.Στην πραγματικότητα δεν ξεχώριζε σε τίποτα από έναν ανώτερο αξιωματικό και μόνο οι εξοικειωμένοι με την παρουσία του Βάραγγοι που υπηρετούσαν στα Ανάκτορα και που τον είχαν συντροφέψει σε τόσες μάχες, μπορούσαν να αντιληφθούν αμέσως ότι ο άνδρας αυτός ήταν ο Βασιλεύς των Ελλήνων………
(το παρόν αποτελεί μικρό απόσπασμα από κάποια διηγήματα που παλεύω αυτόν τον καιρό,με προσωρινό τίτλο ”Πολεμικές ιστορίες από το Βυζάντιο”)
ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ