Η “Σοφότερη Οικονομία”: Το αντίδοτο στην κρίση του δυτικού ατομισμού

Αναμφίβολα ζούμε σε εποχές ραγδαίων αλλαγών και ανατροπών. Ο κόσμος γύρω μας “τρέχει” με ρύθμους ασύλληπτους, συγκριτικά με οποιαδήποτε άλλη εποχή στο παρελθόν. Από την τεχνητή νοημοσύνη και την ακατάσχετη πληροφορία, μέχρι τις τεκτονικές αλλαγές – ειρηνικές και βίαιες – στη διεθνή τάξη πραγμάτων. Πλέον οι ζωές των ανθρώπων επηρεάζονται άμεσα, είτε αυτό αφορά την ιδεολογική πόλωση και τις σχέσεις των φύλων, είτε την πρωτοφανή ακρίβεια και την πολιτική αστάθεια. Ο μέσος άνθρωπος στον δυτικό κόσμο, που σημειωτέον, συνεχίζει να απολαμβάνει την καλύτερη ποιότητα ζωής στον πλανήτη, αρχίζει να δείχνει φοβισμένος και, συνεπώς, να φανατίζεται και να εθελοτυφλεί.

Γράφει ο Θεόδωρος Ράκκας

Καταλύτης στην παραπάνω διαπίστωση αποτελεί η όλο και αυξανόμενη δυσαναλογία μεταξύ των πολιτικών και οικονομικών ελίτ και του μέσου πολίτη. Μια δυσαναλογία όχι μόνο οικονομική, αλλά πλέον και αξιακή και πνευματική, σε βαθμό που θα τολμούσε κανείς να πει ότι βρισκόμαστε σε μια καμπή του ιστορικού κύκλου, αντίστοιχη με αυτήν των εποχών των μεγάλων ανατροπών και επαναστάσεων (τέλη 18ου με αρχές του 20ου αιώνα). Βέβαια, η παραπάνω διαπίστωση έρχεται σαν κεραυνοβόλο ραπίσμα να αμφισβητίσει τις ακαδημαϊκές και ιδεολογικές βεβαιότητες της δυτικής σκέψης, περί της γραμμικότητας της ιστορίας και του νομοτελείακου φιλελευθερου παραδείσου.

Το δυτικό άτομο, παρά την υλική του αφθονία – η οποία σταδιακά περιορίζεται – στερείται ευτυχίας. Το μαρτυρούν η κρίση της ψυχικής υγείας που μαστίζει τις δυτικές κοινωνίες, καθώς και η άνοδος της λεγόμενης αντισυστημικής ψήφου. Μιας ψήφου που συνιστά αντίδραση οργής και αγανάκτησης, παρά λελογισμένη επιλογή, προτάσοντας την επιστροφή σε μια κανονικότητα, η οποία πριν μερικές δεκαετίες ήταν αυτονόητη.

Σε αυτό το σημείο, ας κοιτάξουμε ως σύγχρονοι Έλληνες τον εαυτό μας στον καθρέφτη. Τα παραπάνω φαινόμενα είναι αντίστοιχα έντονα στην ελληνική κοινωνία, εκτός ίσως του εύρους της αντισυστημικής ψήφου, λόγω της μέχρι στιγμής απολύτου κυριαρχίας ενός συγκεκριμένου πολιτικοοικονομικού συμπλέγματος συμφερόντων. Επιπλέον, ο ελληνισμός, αντιμετωπίζει άμεσες υπαρξιακές απείλες, με πρωτεύουσα τη δημογραφική συρίκνωση, σε συνδυασμό με τη γιγάντωση της τουρκικής ισχύος . Σε αυτά, προστίθενται η δαμόκλειος σπάθη της πενίας, η σταδιακή έκπτωση των ηθών, καθώς και η πιθηκίζουσα, ετεροχρονισμένη αντιγραφή κάθε δυτικής τάσεως, χωρίς κανένα ουσιαστικό φιλτράρισμα & προσαρμογή. Η διατύπωση του Οδυσσέα Ελύτη σχετικά με το από τι πάσχουμε είναι αναμφίβολα πιο επίκαιρη από ποτέ: «Πάσχουμε κυρίως από μια μόνιμη, πλήρη και κακοήθη ασυμφωνία μεταξύ του πνεύματος της κάθε ηγεσίας μας και του «ήθους» που χαρακτηρίζει τον βαθύτερο ψυχικό πολιτισμό του ελληνικού λαού ως σύνολο.»

Η ένταξη του Ελληνισμού στη Δύση δεν συνίστα πρόβλημα θέσεως, αλλά πρόβλημα όρων και τρόπου. Χωρίς να επεκταθούμε υπερβολικά, «ανήκουμε» στη Δύση με όρους μετακένωσης, υπό ένα καθεστώς επαιτείας, με συγκεκαλυμμένη οργή και φθόνο και, βεβαίως, «ενοχών» για τις εμφανείς και μη αποκλίσεις από το δυτικό “ιδεατό”. Ο αντίλογος πάντοτε εκφραζόταν, κυρίως εξ αριστερών, με αντίστοιχης απολυτότητας καθολική αποστροφή σε οτιδήποτε δυτικό, αλλά και πάλι με σημαία δυτικής σύλληψης ιδεολογίες. Κρίμα, αν αναλογιστεί κανείς, ότι η πολιτική και θεσμική ύπαρξη εντός της Δύσεως, παρότι θεμελιώθηκε με όρους μεταπρατικούς, αποτέλεσε, και ίσως αποτελεί ακόμη, την καλύτερη ευκαιρία για τον Ελληνισμό εμπέδωσης μιας ουσιώδους ευρωπαϊκότητας, αλλά και για το μπόλιασμα του δυτικού πυρήνα με τις αξίες και την κοσμοθεωρία του ανατολικού σκέλους της ευρωπαϊκότητας, που συνίσταται στον ελληνορθόδοξο πολιτισμό μας.

Βεβαίως, βασική προϋπόθεση αποτελεί η πλήρης συνείδηση της ιστορικής και πολιτισμικής μας ετερότητας/μοναδικότητας, κάτι που είτε παραμερίζεται είτε παρουσιάζεται, στρεβλωμένο, ως αιτιολογία για τις εκάστοτε κακοδαιμονίες. Ας πιάσουμε όμως την ουσία, ή μάλλον ένα από τα ουσιώδη προστάγματα: Αυτό της «σοφότερης οικονομίας», που αποτελούσε την πεμπτουσία της σκέψης και οικουμενική αξία του ανατολικού ρωμαϊκού ελληνικού κόσμου για πάνω από χίλια χρόνια. Το περιεχόμενο αυτής της κοσμονατίληψης έχει παρατεθεί και αναλυθεί διεξοδικά από την Ελένη Γλύκατζη Αρβελέρ στο βιβλίο της «Η πολιτική ιδεολογία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας».

Σύμφωνα με την Ε.Γ. Αρβελέρ, ο όρος «οικονομία», που μπορεί να συνοψιστεί ως συνετή διευθέτηση, αποτελεί μεταγραφή του αρχαιοελληνικού όρου «σοφία» στο ανατολικορωμαϊκό χριστιανικό (βυζαντινό) πλαίσιο. Το «κατ’ οἰκονομία», δηλαδή συμφωνά με τη σοφότερη οικονομία, συνίσταται επιγραμματικά στην επιλογή της καλύτερης δυνατής διευθέτησης, με γνώμονα την κατανόηση των δεδομένων και με σκοπό την επιλογή της λιγότερο κακής (ή της βέλτιστης) λύσης. Πάντοτε σε συνάρτηση με την “τάξη”, η οποία οφείλει να διέπεται από μια αρμονία, αντίστοιχη αυτής που έχει δώσει ο Δημιουργός στο σύμπαν. Αποτελεί έναν φαινομενικά αναπάντεχο συγκερασμό θεοπνευστής βεβαιότητας με ορθολογική, προσαρμοστική και λελογισμένη καινοτομία. Σε αυτή ακριβώς τη λελογισμένη προσέγγιση συνίσταται η σύνδεση με το αρχαίο «μέτρο».

Το εν λόγω διανοητικό εργαλείο ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για την υπερχιλιετή επιβίωση της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και την ανάδειξη ικανότατων προσωπικοτήτων, που ουκ ολίγες φορές ανέστρεψαν την παρακμή της αυτοκρατορίας. Παρά την τελική πτώση, το πνεύμα της οικονομίας, διαμέσου της ορθόδοξης παράδοσης, διατηρήθηκε ακόμα και στις πιο μαύρες ώρες της σκλαβιάς και καθοδήγησε, τον κατάλληλο καιρό, ανθρώπους όπως ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης να δράσουν με στρατηγική μεγαλοφυΐα, παρά την έλλειψη αντίστοιχης κατάρτισης. Διαχρονικά, όποτε το μέτρο χανόταν και οι εκάστοτε ενέργειες δεν διέπονταν από τη «σοφότερη οικονομία», τα αποτελέσματα ήταν καταστροφικά, όπως μαρτυρά τόσο η βυζαντινή όσο και η σύγχρονη ιστορία. Η βυζαντινή οικονομία, όμως, πέραν από εργαλείο σκέψης και πράξης, συνιστούσε και πηγή αυτογνωσίας, πηγή αντίληψης της μοναδικότητας του βυζαντινού κόσμου στον χώρο και στο χρόνο, αλλά και των νομοτελειακών περιορισμών της ανθρώπινης ατελούς φύσης, σε σχέση με το αρμονικό και αφθαρτo σύμπαν του Κυρίου.

Επιστρέφοντας στο σήμερα και στις ποικίλες διαπιστώσεις και προκλήσεις που αντιμετωπίζουν ο δυτικός άνθρωπος και ο μέσος Έλληνας. Ίσως το πνεύμα της σοφότερης οικονομίας να αποτελεί το αντίδοτο στα φαινόμενα των καιρών. Διότι ο δυτικός ατομοκεντρισμός, πέραν των αναμφίβολων επιτευγμάτων του, ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για την ψυχική αλλοτρίωση, την αμετροέπεια και τη δυσαρμονία που μας κατακλύζουν. Χρειαζόμαστε μια εξισορρόπηση, έναν καταλύτη αρμονίας και μέτρου, που θα υπενθυμίζει στο ανεξάρτητο και αυτόνομο άτομο ότι δεν είναι Θεός, αλλά άνθρωπος. Ότι δεν πρέπει να ματαιώνεται όταν δεν επιτυγχάνει στην τελειότητα, αλλά να επιδιώκει το δυνατό ιδεώδες, ακολουθώντας την καλύτερη δυνατή πορεία. Ασφαλώς, η σοφότερη οικονομία συνιστά αξιόπιστη εναλλακτική στον άκρατο υλισμό και ατομισμό της εποχής μας και συνεπώς απαραίτητο συμπλήρωμα της δυτικής κοσμοαντίληψης. Όπως και ευκαιρία για τον Ελληνισμό και την Ορθοδοξία να αποτελέσουν, εντός του δυτικού κόσμου, πηγή αυθεντικής σκέψης και συνδιαμορφωτή ιδεών και αντιλήψεων, υπερβαίνοντας τα μεταπρατικά συμπλέγματα, αλλά και την αυτοαναφορικότητα, των τελευταίων δύο αιώνων.

Εν κατακλείδι, το προσταγμά είναι πάνω απ’ όλα ανθρώπινο και προσωπικό και εκ των υστέρων θεσμικό/ακαδημαϊκό.
Η ελευθερία του διαδικτύου, η επανάσταση της τεχνητής νοημοσύνης και η απρόσκοπτη πρόσβαση σε πληροφορία και γνώση, δύναται, διαχειριζομενα ορθά, να καταστούν εργαλεία αυτογνωσίας και καλλιέργειας. Διότι στο τέλος της μέρας, ο κάθε ανθρωπος είναι προτίστως υπεύθυνος για τον ευατό του. Όπως συνοψίζεται στη ρήση του Μαχάτμα Γκάντι «γίνε η αλλαγή που θέλεις να δεις στον κόσμο». Όπως είχε πει ο Ρωμαίος (Βυζαντινός) αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Ζ’ ο Πορφυρογεννητός: «Είθε η αυτοκρατορική εξουσία, ασκούμενη με τάξη και αξιοπρέπεια, να αναπαράγει την κίνηση και την αρμονία που δίνει ο Δημιουργός σε όλο το Σύμπαν».

Καθ’ αναλογία των καιρών μας, όπου η «αυτοκρατορική εξουσία» ας τεθεί κάθε επίκαιρο ζήτημα – ατομικό, ψυχικό, συλλογικό, θεσμικό και ιδεολογικό.

, , , , , ,

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *