Γράφει ο Χρήστος Χατζηλίας
Η γένεση του μοναχισμού ευθύνεται για το γεγονός της γενίκευσης των διωγμών των χριστιανών από τα μέσα του τρίτου αιώνα. Τότε πολλοί Χριστιανοί για να αποφύγουν τον κρατικό έλεγχο και κατά συνέπεια το διωγμό τους αναγκάστηκαν να αποσυρθούν από τις κατοικημένες περιοχές και να καταφύγουν σε ερημικές. Η εκκοσμίκευση της χριστιανικής ζωής, που συνέβη μετά το τέλος των διωγμών και την αναγνώριση του Χριστιανισμού ως ελεύθερης θρησκείας, προκάλεσε ένα νέο κύμα μοναχισμού. Αντιδρώντας στην κατάσταση αυτή αρκετοί πιστοί έφυγαν στην έρημο. Πολύ γρήγορα και οι δύο μορφές μοναχισμού επεκτάθηκαν στην Παλαιστίνη, τη Συρία και τη Μικρά Ασία και στα περίχωρα της Ιερουσαλήμ, όπου γενικά ο μοναχισμός συνάντησε ένθερμη κοινωνική ανταπόκριση. Εμφανίστηκαν από τον 5ο αιώνα και ακραίες μορφές ασκητισμού, όπως οι στυλίτες, που αποφάσιζαν να περάσουν το υπόλοιπο κομμάτι της ζωής τους καθισμένοι πάνω σε ένα στύλο. Μετά την επικράτηση των Μονοφυσιτών και της Αραβικής κατάκτησης, το κέντρο βάρους του μοναχισμού πέρασε στην Μικρά Ασία.
Μοναστικά προσφυγικά ρεύματα από την Αίγυπτο και την Μ.Ανατολή προς την Μικρά Ασία.
Με την ίδρυση της λαύρας της Ραϊθώ (4ος αι. μ.Χ.) στο νότιο Σινά οι μοναχοί της σφαγιάζονται από τους Αιθίοπες Βλεμμύες (373 μ.Χ.). Τρεις αιώνες μετά την ίδρυση των μεγάλων μοναστικών κέντρων της Αιγύπτου, του Σινά και της Παλαιστίνης (3ος αι. μ.Χ.), από τον 6ο μ.Χ. αι. δηλαδή, οι επιδρομές των Αράβων, των Βλεμμύων και των Σαρακηνών προκάλεσαν διωγμούς, διώξεις και σφαγές στους ορθοδόξους πληθυσμούς των περιοχών αυτών. Οι δυσαρεστημένοι από την βυζαντινή αυτοκρατορική φορολογική πολιτική, καθώς και από τις αποφάσεις της Δ’ Οικουμενικής Συνόδου της Χαλκηδόνος Κόπτες Χριστιανοί, προσκείμενοι στον μονοφυσιτισμό, στην πλειοψηφία τους υποτάχθηκαν εθελουσίως στους Άραβες του ισλάμ, τους οποίους θεώρησαν ως ελευθερωτές. Ένα άγνωστο, μεγάλο όμως ποσοστό των εναπομεινάντων ορθοδόξων σφαγιάσθηκε, μεταξύ αυτών δε και μέγα μέρος μοναχών και μοναζουσών οι οποίοι είχαν κυριολεκτικά μετατρέψει μέχρι αυτήν την εποχή τις αιγυπτιακές, σιναϊτικές και παλαιστινιακές ερήμους σε μοναστικές πολιτείες.
Έτσι τα πρώτα εναπομείναντα μοναστικά προσφυγικά ρεύματα διαπεραιώνονται από την Αίγυπτο, το Σινά και την Παλαιστίνη προς τις ακτές της ελεύθερης βυζαντινής Μικράς Ασίας, των νήσων του Αιγαίου και του Αγίου Όρους. Κάποιες φορές οι ενδιάμεσοι σταθμοί ήταν η Κύπρος η και η Κωνσταντινούπολη. Στον Άθω ζούσαν ήδη ερημίτες μοναχοί από τον 4ο αι. ενώ μετά τους διωγμούς των Αράβων, επανδρώνονται εκεί τα πρώτα μικρά, φτωχικά μοναστήρια, κατά τα πρότυπα του αυστηρού αιγυπτιακού μοναχισμού. Είναι η εποχή του βασιλέως Ηρακλείου (610-641) και των μεγάλων πολέμων του κατά των Περσών του Χοσρόου Β . Στην περίοδο αυτή ανάγεται η ίδρυση ορισμένων γνωστών αλλά και αγνώστων μικρασιατικών μοναστικών κέντρων. Αυτά τα προσφυγικά ρεύματα της Αιγύπτου και της Συρο-Παλαιστίνης, ως φορείς του παλαιού απλού και αυστηρού μοναστικού τυπικού και του πλούτου των διδαχών των μεγάλων πατέρων της ερήμου (Αντωνίου, Ιωάννου Κλίμακος, Ευθυμίου, Σάββα, Βαρσανουφίου και πλήθους άλλων), ωφέλησαν και αναζωογόνησαν τον μικρασιατικό μοναχισμό, τόσο των αστικών κέντρων (Κωνσταντινούπολη) όσο και της υπαίθρου, ο οποίος πλέον αποτελεί ένα θαυμάσιο κράμα ερημικής αυστηρότητος και κοινοβιακής αλληλεγγύης, βρίσκεται δε σε πλήρη άνθιση με τις μεγάλες του μοναστικές πολιτείες και έχει να επιδείξει μεγάλη χορεία αγίων ανδρών.
Η ΕΙΚΟΝΟΜΑΧΙΑ ΚΑΙ Ο ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΜΙΚΡΑΣ ΑΣΙΑΣ.
Κατά τον 8ο μ.Χ. αιώνα ,περίοδο της εικονομαχίας, ο μοναχισμός δοκιμάζεται σκληρά στα μικρασιατικά εδάφη. Παρατηρούνται εσπευσμένες μεταφορές λειψάνων και ιερών κειμηλίων από τα μεγάλα μικρασιατικά μοναστικά κέντρα αλλά και από τους ενοριακούς ναούς προς την ελλαδική χερσόνησο. Ενδικτική είναι η μεταφορά της εικόνας της Παναγίας της Προυσιώτισσας από την Προύσα της Βιθυνίας στην περιοχή της σημερινής Μονής Προυσσού στην Ευρυτανία.Επί Λέοντος Ε΄ Αρμενίου (813-820) ο Άγιος Ευθύμιος ο Νέος φεύγει από την πατρίδα του την Άγκυρα και από τον Όλυμπο της Βιθυνίας όπου μόναζε και με τον συνασκητή του Ιωσήφ τον Αρμένιο, τον μετέπειτα Μυροβλήτη και κατευθύνονται προς τον Άθω, όπου ασκούνται ως σπηλαιώτες.
Η Εικονομαχία θα δημιουργήσει νέα μοναστικά προσφυγικά ρεύματα, αυτή την φορά με κατεύθυνση από την Κωνσταντινούπολη και τη Μικρά Ασία προς το Αρχιπέλαγος και τις δυτικές του ελλαδικές ακτές. Μοναστικοί πληθυσμοί κατευθύνονται προς την μικρασιατική ύπαιθρο, τα νησιά του Αιγαίου Πελάγους, τις πέραν του Αιγαίου ακτές, το Άγιον Όρος, καθώς και τη Συρία. Το κριτήριό τους για την εκλογή των νέων τόπων εγκαταβίωσής των είναι οι ερημικές ορεινές τοποθεσίες .Δημιουργούνται τότε στον Άθω μικρές κοινότητες, σκήτες και μονύδρια. Ο Άθως υποδέχεται ασκητές-πρόσφυγες προερχομένους από τα μοναστικά κέντρα των μικρασιατικών παραλίων, του Λάτρους και του Γαλησίου, καθώς και από την ενδοχώρα. Τον 9ο αι., η αποκατάσταση των εικόνων έγινε αφορμή για να θεσμοθετηθεί πλέον ο αθωνικός μοναχισμός, ο οποίος ως επί το πλείστον ήταν μέχρι τότε κυρίως μικρασιατικός.
ΤΟ ΟΡΟΣ ΛΑΤΡΟΣ
Η μοναστική κοινότητα του όρους Λάτρους, στη δυτική Μικρά Ασία, κοντά στη Μίλητο, δημιουργήθηκε τον 7ο αι. και γνώρισε την πρώτη μεγάλη ακμή του 10ο αι. ,εποχή που έζησε ο γνωστότερος εκπρόσωπός της, ο όσιος Παύλος ο νέος. Ανάμεσα στις βαθιές χαράδρες και στις κορυφές της περιοχής όπου ονομάζονταν Φιλέρημο, αλλά και στις όχθες της λίμνης Bafa, συνωθούνταν ως τον 13ο αι. πάνω από δέκα μονές.
Κατά την τοπική μοναστική παράδοση στο Λάτρος μεταλαμπαδεύτηκε ο μοναχισμός των Αγίων Τόπων, του Σινά και της Παλαιστίνης. Κύριος εκπρόσωπός της ήταν η μονή Κελλιβάρων, η αρχαιότερη που ιδρύθηκε στο Λάτρος, και αυτή που κατεξοχήν συνδέθηκε με το Σινά, ενώ η μονή του Στύλου, που ιδρύθηκε από τον όσιο Παύλο το νέο τον 10ο αι., χωρίς να αποποιηθεί την εγχώρια παράδοση, ανέπτυξε ιδιαίτερους δεσμούς με την Κωνσταντινούπολη και το πατριαρχείο. Τους σημαντικούς σταθμούς στην εξέλιξη των θεσμών του μοναστικού κέντρου διαφωτίζει το διασωθέν αρχείο της μονής Θεοτόκου του Στύλου, που αποτελεί σημαντική πηγή για τη δυτική Μικρά Ασία.
ΜΟΝΑΧΟΙ ΤΟΥ ΟΡΟΥΣ ΛΑΤΡΟΥΣ
Ο Όσιος Χριστόδουλος γεννήθηκε στην Μ. Ασία, στα περίχωρα της Νίκαιας της Βιθυνίας περί το 1024.
Ο Όσιος Παύλος ο νέος ή Λατρινός καταγόταν από την πόλη Ελαία, που βρίσκεται κοντά στην Πέργαμο της Μικράς Ασίας.
ΟΛΥΜΠΟΣ ΒΙΘΥΝΙΑΣ
Ο Όλυμπος της Βιθυνίας είχε γύρω του αξιόλογες πόλεις,όπως η Κύζικος,η Μιλητούπολις,η Απολλώνια,η Καισάρεια και πιο κοντά η Προύσα,υπήρξε μεγάλο και φημισμένο μοναστικό κέντρο.Ήδη από τα πρώτα Χριστιανικά χρόνια εμφανίζεται εδώ ο ερημιτικός και μοναστηριακός βίος,ο οποίος φτάνει στην ακμή του τον 8ο αιώνα. Στον Όλυμπο από τα μοναστήρια πολύ αξιόλογη ήταν η Μονή Αγαύρου,η οποία είχε υπό τον έλεγχό της έναν αριθμό εξαρτημάτων μοναστηριών.Το σύνολο των μοναστηριών και ερημιτηρίων αποτελούσαν τον αντίποδα της φημισμένης Μονής του Στουδίου στην Κωνσταντινούπολη,στην οποία άκμαζε ο αυστηρά οργανωμένος κοινοβιακός βίος και η καλλιέργεια των γραμμάτων,ενώ το βιθυνικό όρος κινούνταν σ’ένα πιο ευρύ κλίμα ασκητισμού και ανεξαρτησίας συγχρόνως. Μέσα στον αριθμό των διαπρεπών και οσίων μοναχών συγκαταλέγονται οι φωτιστές των Σλάβων και αδερφοί Κύριλλος και Μεθόδιος οι οποίοι μόνασαν για ένα χρονικό διάστημα στον Μικρασιατικό Όλυμπο μετά το ταξίδι τους στους Άραβες.Ξακουστός και σπουδαίος υπήρξε επίσης ο μοναχός και άγιος ο Ιωαννίκιος.
ΜΟΝΑΧΟΙ ΤΟΥ ΟΡΟΥΣ ΟΛΥΜΠΟΥ
Ο Όσιος Ευστράτιος καταγόταν από την περιοχή της Ταρσίας (Ταρσός Βιθυνίας στη Μικρά Ασία), έζησε τον 9ο αιώνα μ.Χ.
Ο Όσιος Λουκάς ο Νέος Στυλίτης έζησε στα μέσα του 10ου αιώνα μ.Χ. και καταγόταν από τη Μικρά Ασία.
Ο Τρύφων διετέλεσε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως για τρία έτη (928-931).Ήταν μοναχός σε μοναστήρι στον Όλυμπο της Μικράς Ασίας, όταν επελέγη, για την ευλάβεια και την αγιότητά του, να αναλάβει Οικουμενικός Πατριάρχης το Δεκέμβριο του 928, μετά το θάνατο του Στεφάνου Β΄. Ο Αυτοκράτορας Ρωμανος Α’ Λεκαπηνός ευνόησε την εκλογή του, προσβλέποντας όμως σε μελλοντική του παραίτηση, προκειμένου να αναδειχθεί Πατριάρχης ο γιος του Θεοφύλακτος, και έτσι να μπορεί να ελέγχει την Εκκλησία.
Ο Όσιος Ιωαννίκιος ο εν Ολύμπω γεννήθηκε στη Βιθυνία το 740 μ.Χ.
ΟΡΟΣ ΓΑΛΗΣΙΟΝ
Στο Βίο του Παύλου του Νέου (10ος αι.) αναφέρονται μοναχοί που μετέβαιναν στην Έφεσο από το κοντινό όρος Λάτρος (περιοχή Μιλήτου). Ο όσιος Λάζαρος (11ος αι.) αρχικά εγκαταστάθηκε κοντά στο δρόμο που οδηγούσε στη Σμύρνη, αλλά αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη θέση του επειδή το μέρος ήταν πολυσύχναστο. Οι μονές που ίδρυσε κατόπιν στο Γαλήσιον Όρος (η μονή Σωτήρος, η μονή Θεοτόκου και η μονή Αναστάσεως, στα βόρεια της Εφέσου) έγιναν κέντρα προσκυνήματος, μαζί με την ίδια την Έφεσο και το ναό του Θεολόγου, από ανθρώπους που προέρχονταν από διαφορετικές γωνιές της αυτοκρατορίας. Το όρος Γαλήσιο, το οποίο ήταν δύσβατο εξασφάλιζε την ηρεμία που αποζητούσαν οι μοναχοί. Ο Λάζαρος ίδρυσε πρώτα τη μονή της Αγίας Μαρίνας εκεί όπου προϋπήρχε ομώνυμος ναός. Βρισκόταν στην αριστερή όχθη του ποταμού Καΐστρου και κοντά σε κεντρική και πολυσύχναστη οδό. Στον υπάρχοντα ναό ο Λάζαρος πρόσθεσε (με χορηγίες πιστών και συγκεκριμένα μιας πλούσιας κατοίκου της Εφέσου και του μητροπολίτη της πόλης) ένα νέο ναό και μοναστικά κελιά, όπου συγκεντρώθηκαν μαθητές του Λαζάρου και ο αδελφός του Ιγνάτιος. Μετά την αναχώρηση του Λαζάρου από τη μονή, ο έλεγχός της πέρασε στο μητροπολίτη Εφέσου.
Στη συνέχεια, ίδρυσε στο σπήλαιο του Αγίου Παφνουτίου, όπου είχε αποσυρθεί, τη μονή του Σωτήρος, το επόμενο μοναστικό ίδρυμα ήταν η μονή Θεοτόκου, ενώ ο Λάζαρος ίδρυσε μία ακόμα μονή στο όρος Γαλήσιο, τη μονή Αναστάσεως, και αποτελούσε το μεγαλύτερο μοναστικό ίδρυμα του αγίου. Η μονή υπήρξε αποτέλεσμα αυτοκρατορικής χορηγίας του Κωνσταντίνου Θ΄, ως δείγμα ευγνωμοσύνης προς το Λάζαρο. Το μοναστικό κέντρο στο όρος Γαλήσιο είχε στενές σχέσεις και ασκούσε εν μέρει έλεγχο επί ορισμένων άλλων μονών της περιοχής, όπως η γυναικεία μονή της Ευπραξίας, στην οποία ηγουμένη ήταν η μητέρα του Λαζάρου, η μονή της Θεοτόκου στις Βέσσες και η μονή της Παυσολύπης, η οποία ήταν χορηγία της Μαρίας Σκλήραινας, ερωμένης του αυτοκράτορα. Μετά το θάνατο του Λαζάρου, τα μοναστικά του ιδρύματα αντιμετώπισαν προβλήματα και μόνο κατά το 13ο και 14ο αιώνα οι μονές αυτές επρόκειτο να εξελιχθούν σε σημαντικά κέντρα αντιγραφής χειρογράφων και παραγωγής βιβλίων.
ΜΟΝΑΧΟΙ ΤΟΥ ΟΡΟΥΣ ΓΑΛΗΣΙΟΥ
Λάζαρος ο Γαλησιώτης. Ο Λάζαρος γεννήθηκε το 966/967 στο χωριό Θεοτόκος, κοντά στη Μαγνησία, στον ποταμό Μαίανδρο.
Ο Όσιος Μελέτιο ,γεννήθηκε το έτος 1206 μ.Χ. στην πόλη Θεόδοτο της ΒΑ Μικράς Ασίας.
ΠΗΓΕΣ: Γεωργίου Ι. Μαντζαρίδη, «Κοινωνιολογία του Χριστιανισμού», εκδ. Π. Πουρναρά-Θεσ/νίκη, σ. 101-110
http://asiaminor.ehw.gr/forms/fLemmaBodyExtended.aspx?lemmaID=4160
http://constantinople.ehw.gr/forms/fLemmaBody.aspx?lemmaid=6672