Δημήτρης Πικιώνης: «Να μοιάσουμε μ’ αυτό που πραγματικά είμαστε»

Γράφει η Αργυρώ Μποζιώνη

Η επαφή με τα έργα του Δημήτρη Πικιώνη, από τους σημαντικότερους αρχιτέκτονες που ανέδειξε η Ελλάδα τον 20ό αιώνα, ακόμα και σήμερα, πενήντα ένα χρόνια από τον θάνατό του, εξακολουθεί να εντυπωσιάζει και να εκπλήσσει τον περιπατητή, τον θεατή, τον μελετητή, καθώς το έργο του δεν αφορά μόνο την αρχιτεκτονική αλλά και ολόκληρη την κοινωνία, προσέγγιση που σήμερα όχι μόνο επίκαιρη είναι αλλά αποτελεί κορυφαίο και πρωταρχικό προβληματισμό των πολεοδόμων, των αρχιτεκτόνων και των μεγάλων μελετητικών γραφείων σε όλο τον κόσμο. Για τον Πικιώνη σημασία είχε όχι μόνο το έργο, αλλά και η σχέση του με τη φύση, ζήτημα πρωταρχικό της προβληματικής του, από τα πρώτα κιόλας χρόνια των γυμνασιακών σπουδών του.

«Κατά την διάρκεια ακόμα των γυμνασιακών μου σπουδών, έκανα συχνά οδοιπορίες εξερευνώντας το αττικό τοπίο. Από το Μοσχάτο διασχίζοντας τον Ελαιώνα, έφτανα ως τους βράχους του Φιλοπάππου και την Ακρόπολη ή ακολουθώντας τις όχθες του Κηφισού, ως την Ιερά Οδό… Αργότερα διέσχιζα το ερημικό τοπίο ως την Καισαριανή. Αλλά ποιος μπορεί να διηγηθεί επάξιά τους τι ήταν για τα μάτια του νέου που απάνω τους ήταν ριγμένος ακόμα ο μαγικός πέπλος της ποίησης; Τι εσήμαιναν για αυτόν οι μοναχικές τούτες οδοιπορίες; Ποιά χαρά εχάριζε στην ψυχή η θέα του ανασκαλεμένου χώματος των περιβολιών που άχνιζε κάτω από τις πυρές αχτίδες του ήλιου!…», γράφει στα Αυτοβιογραφικά του Σημειώματα.

Δημήτρης Πικιώνης Παιδική χαρά Φιλοθέης, Σκίτσο για το πρόπυλο 1961 – 1965, Μουσείο Μπενάκη

Ο Πικιώνης εξακολουθεί μέχρι σήμερα να είναι ο πιο γνωστός αλλά και ένας από τους πιο παρεξηγημένους από τους Έλληνες αρχιτέκτονες. Παρόλο που τυγχάνει ευρείας αναγνώρισης σε όλο τον κόσμο, πολλοί συνδέουν το όνομά του με αυτό ενός υπερασπιστή της παράδοσης, ως ενός αξιοσέβαστου αρχαιολάτρη που δόξασε το ελληνικό τοπίο: με λίγα λόγια, ένας εξόριστος από την πραγματικότητα στην οποία ζούμε. Η «παρεξήγηση» μπορεί να λυθεί αν κάποιος κατανοήσει πως ο Πικιώνης, που ανήκε στην ίδια γενιά με τον Le Corbusier και τον Mies van der Rohe, ήταν ένας από τους πρώτους αρχιτέκτονες που συνειδητοποίησαν ότι σε μια εποχή όπου η αρχιτεκτονική έχει υπερβεί τον λαϊκό της χαρακτήρα ο τοπικός πολιτισμός μπορεί να διασωθεί μόνο χάρη στον συγκερασμό με συγγενείς ξένους πολιτισμούς, όπως η αρχαιοελληνική γλυπτική κάποτε είχε γονιμοποιηθεί με στοιχεία από την Αίγυπτο.

Έτσι, για παράδειγμα, το λιθόστρωτο στου Φιλοπάππου έχει μια παράξενη σχέση με τα λίθινα μονοπάτια στους ναούς του Ζεν, καθώς τα σχέδιά του δημιουργούν τομές στις καμπύλες του εδάφους, αποτρέποντας οποιαδήποτε πρόβλεψη για την προοπτική και την κίνηση, αλλά και σχηματίζοντας μια φαινομενικά αέναη ακολουθία από αρμούς και ρωγμές σε αντίστιξη με τη λιθόστρωση. Ένα πραγματικό δίκτυο με μικρά κτίσματα αναπτύσσεται στον αρχαιολογικό χώρο, βασισμένο στην αρχιτεκτονική της κίνησης.

Όλα αυτά ο Πικιώνης τα δούλεψε με Ναξιώτες μαρμαράδες και μαθητές του. Ένας από αυτούς, ο Δημήτρης Αντωνακάκης, θα πει:

«Εργάζεται με έναν ασυνήθιστο τρόπο. Είναι σχεδόν κάθε μέρα στο εργοτάξιο. Συνεργάζεται με τους μαστόρους, εξηγεί, ρωτάει, σχεδιάζει, στοχάζεται, αποφασίζει… Συγκεντρώνει τα μαρμάρινα και πήλινα κομμάτια από την κατεδαφιζόμενη χωρίς συστολή Αθήνα του 19ου αιώνα, επιχειρώντας ένα γιγάντιο “κολάζ” από τα περασμένα και τα τωρινά».

Δημήτρης Πικιώνης Αγ. Δημήτριος Λουμπαρδιάρης, Ανατολική όψη 1954 – 1957, Μουσείο Μπενάκη

«Όταν επισκέφθηκα πρώτη φορά την Ακρόπολη το 1959 βρέθηκα σχεδόν τυχαία να περπατώ στον παρακείμενο λόφο του Φιλοπάππου και εκεί ένιωσα, με έκπληξη, τη σχεδόν κυριολεκτική κίνηση του εδάφους καθώς με τραβούσε η απτή αντίσταση του πλακόστρωτου που ακολουθούσε τις διακυμάνσεις του φυσικού τοπίου· ήταν σχεδιασμένο για να βιώνεται τόσο από το σώμα όσο και από τα μάτια. Την ίδια έκπληξη μου προκάλεσαν τα λιθόστρωτα πεζούλια και τα παγκάκια και, πάνω απ’ όλα, το ξύλινο αναπαυτήριο, χτισμένο δίπλα ακριβώς στον αναστηλωμένο ναό του Λουμπαρδιάρη. Έμοιαζαν βγαλμένα από την Ιαπωνία πριν από αιώνες, μέσα από το πολιτισμικό φίλτρο του Βυζαντίου. Δεν συνειδητοποίησα τότε ότι αυτό το θεατρικό σκηνικό δεν ήταν ακριβώς ολοκληρωμένο και ότι ο αρχιτέκτονας, εβδομήντα δύο ετών, ακόμη επέβλεπε τις εργασίες», γράφει ο Κένεθ Φράμπτον.

Ο Πικιώνης γεννήθηκε το 1887 στον Πειραιά. Το 1906 γίνεται ο πρώτος μαθητής του Κ.Παρθένη ενώ το 1908 παίρνει το δίπλωμα του Πολιτικού Μηχανικού από το ΕΜΠ. Φεύγει για το Μόναχο και στη συνέχεια για το Παρίσι, όπου σπουδάζει σχέδιο και ζωγραφική στην Academie de la grande Chaumiere. Παράλληλα γράφεται στο εργαστήριο του αρχιτέκτονα G. Chifflot και παρακολουθεί το μάθημα των αρχιτεκτονικών συνθέσεων στην Ecole des Beaux Arts. Το 1912 επιστρέφει στην Ελλάδα και αρχίζει τις πρώτες μελέτες για την αρχιτεκτονική της νεοελληνικής παράδοσης. Το 1921 διορίζεται Επιμελητής του Καθηγητή Α. Ορλάνδου στο μάθημα της Μορφολογίας της Αρχιτεκτονικής και Ρυθμολογίας, όπου παραμένει μέχρι τα μέσα του 1923. Το 1925 ονομάζεται έκτακτος Καθηγητής του Ε.Μ.Π. στην έδρα της Διακοσμητικής. Το 1930 μονιμοποιείται στην ίδια Έδρα. Το 1958 συνταξιοδοτείται. Το 1966 εκλέγεται τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών (τάξη Γραμμάτων και Τεχνών) στην Έδρα της Αρχιτεκτονικής. Πεθαίνει στις 28 Αυγούστου του 1968.

Δημήτρης Πικιώνης Ακρόπολη-Φιλοπάππου, Προσχέδιο για τη διαμόρφωση του Φιλοπάππου 1954 – 1957, Μουσείο Μπενάκη

Ο Πικιώνης είναι ένας από αυτούς τους σύγχρονους φωτοδότες. Δεν αρνείται το μοντέρνο, αλλά το εμπλουτίζει. Περπατώντας στα λιθόστρωτά του αισθανόμαστε την αξία της γαλήνιας αρχιτεκτονικής που υπονοούν: ένας αργόσυρτος χρόνος αισθημάτων, ο οποίος μας κάνει να βλέπουμε διαφορετικά, απενοχοποιώντας τις λεπτεπίλεπτες διακοσμήσεις και τις αδρές λεπτομέρειες· μια γαλήνια αρχιτεκτονική που μοιράζει ευγενικά στιγμές αναμονής, στιγμές ηδείας νωθρότητας και εικόνες για ν’ ανακαλύψεις.

«Η αρχιτεκτονική του Πικιώνη βγαίνει κατ’ ευθείαν μέσα από τη γη. Και μαζί ο αρχιτέκτονας», γράφει ο Ζήσιμος Λορεντζάτος. Ο Πικιώνης διατυπώνει σε λίγες φράσεις τη σχέση του με το τοπίο δίνοντάς μας το κλειδί για να ανοίξουμε την πόρτα του έργου του.

«Ήταν φορές που αισθανόμουν πως εις τα θεμέλια που εισχωρούσαν βαθιά στη γη, εις τους ογκώδεις τοίχους και τις καμάρες των, ήταν η ψυχή μου που εντοιχιζόταν εις το ανώνυμο πλήθος των…».

Αυτό μας υπαγορεύει το έργο του Πικιώνη. Να φανταστούμε τους εαυτούς μας με τρόπο απογυμνωμένο, πνευματικά ανώτερο. «Να μοιάσουμε μ’ αυτό που πραγματικά είμαστε».

Πού θα δείτε έργα του

Οικία Ευθυμιάδη – Μενεγάκη, Γρυπάρη 1, Κυπριάδου

Οικία Ποταμιάνου, Νιόβης και Βασιλέως Παύλου 1, Φιλοθέη

Δημοτικό Σχολείο στα Πευκάκια, Λυκαβηττός

Ο διαμορφωμένος χώρος γύρω από την Ακρόπολη και τον λόφο Φιλοπάππου

Άγιος Δημήτριος Λουμπαρδιάρης και Τουριστικό Περίπτερο Φιλοπάππου

Παιδική χαρά, Λεωφόρος Ελ. Βενιζέλου, Φιλοθέη

Πολυκατοικία, Χέυδεν 27, Πλ. Βικτωρίας

Οικία Σταματοπούλου, Αγίας Λαύρας και Λασκαράτου, Πατήσια

Ξενοδοχείο Ξενία, Δελφοί

Πειραματικό Σχολείο Θεσσαλονίκης

Εξωκλήσι Αγίου Φλώρου, Τσουγκριά Σκιάθου

Ελ Culture

, , , ,

2 thoughts on “Δημήτρης Πικιώνης: «Να μοιάσουμε μ’ αυτό που πραγματικά είμαστε»

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *