Σχόλιο για την πολιτική σκέψη και την ιδεολογία του Ίωνος Δραγούμη

Γύρω από το όνομα του έχει αναπτυχθεί μία ολόκληρη μυθολογία, ένα συνονθύλευμα αντιφατικών λόγων: Τελικά τι ήταν ο Δραγούμης ; Δεξιός ή αριστερός; Εθνικιστής ή κοσμοπολίτης; Σοσιαλιστής ή φιλελεύθερος ( ή …πρωτοφασίστας;) ; Ίσως αυτό που τον κάνει τόσο ενδιαφέρουσα προσωπικότητα είναι ότι δεν μπορεί να προσδιοριστεί με βάση αυτές τις στεγανοποιήσεις, με τις οποίες σήμερα ταμπελοποιείται -σχεδόν υποχρεωτικά- ο οποιοσδήποτε πολιτικός, απλός πολίτης ή δημοσιολόγος.

του Μιχάλη Ρέττου, φιλολόγου

Διπλωμάτης, συγγραφέας, πολιτικός, φιλόσοφος, είναι κάποιες από τις ιδιότητες του. Στο πρόσωπό του συνοψίζεται ένας συμφυρμός όμορφων αντιθέσεων: ο αριστοκράτης γόνος «καθαρόλογων» που δίνει μάχες για τη δημοτική γλώσσα, ο ιδεολογικά επαναστάτης αντιδυναστικός που στέκεται στο πλευρό του Κωνσταντίνου στον Διχασμό, ο «μεγαλοϊδεάτης» που αντιτάσσεται στην «πολιτική των προσθηκών» του Βενιζέλου, ο «εθνικιστής» που δεν δίσταζε να προτείνει τη λύση μίας ελληνοτουρκικής συνομοσπονδίας.

Επιρροές από Ευρωπαίους στοχαστές

Ο Δραγούμης, αν και «ελληνοκεντρικός»,  ήταν βαθύτατα επηρεασμένος από τον ευρωπαϊκό στοχασμό της εποχής του, αρχικά από τον Nietzsche και τον νασιοναλισμό του Barres και, στη συνέχεια, από το κοινωνικό και επαναστατικό πνεύμα του Τολστόϊ και του Κροπότκιν : «Ο Barrès στον νασιοναλισμό που έπλασε δεν έκαμε άλλο παρά να δώσει συνείδηση σ’ ένα αίσθημα βαθιά ριζωμένο στην ανθρώπινη ψυχή, στον πατριωτισμό. Ο Κροπότκιν και Μπακούνιν δεν κάνουν άλλο παρά να δίνουν συνείδηση (τη συνείδηση που αυτοί οι ίδιοι έλαβαν) ενός άλλου βαθιού αισθήματος, της αλληλοβοήθειας μεταξύ στους ανθρώπους. Ούτε ο πρώτος ούτε ο δεύτερος εδημιούργησαν τίποτε, μόνο έλαβαν και έδωσαν συνείδηση. Ο πατριωτισμός και η αλληλοβοήθεια υπάρχουν πάντα, με στενότερα ή πλατύτερα όρια (χωριό, πολιτεία, κράτος, έθνος, κοινότητα, αδελφάτα, συνεταιρισμοί, συνασπισμοί) και σύμφωνά τους ενεργούσαν και ενεργούν οι άνθρωποι. Οι νασιοναλιστές και οι αναρχικοί και σοσιαλιστές μόνο τα εφώτισαν, έκαμαν φωτεινή και μονομερή προβολή ενός αισθήματος όπως και οι ατομικιστές φώτισαν το άλλο αίσθημα τον εγωισμό (με αρχή την αυτοσυντηρησία)»(από το ημερολόγιό του, 06-04-1919).

Αυτό, όμως, που κυρίως τον χαρακτηρίζει (πέρα από τις όποιες επιρροές του) είναι η διάθεση διαρκούς αναζήτησης και όχι κάποια προσκόλληση σε ιδεολογικές βεβαιότητες, πράγμα που τον φέρνει στα τέλη της δεκαετίας του 1910 σε διάλογο με τον μαρξισμό, με τον οποίο είχε σαφώς τις διαφορές του. Ο Γιώργος Θεοτοκάς επισημαίνει αυτή τη ζωντάνια του πνεύματος του Δραγούμη και εκθειάζει το πρότυπο αυτό του ενεργού λογοτέχνη, του λογοτέχνη της δράσης .

Ο πυρήνας της σκέψεως του Δραγούμη

Παράλληλα, όμως, με την αναζήτηση και τις μετατοπίσεις του, υπάρχει ένας κεντρικός πυρήνας σκέψης και στόχευσης στον Δραγούμη. Ο πυρήνας αυτός δεν αφορά μία ιδεολογία (με την έννοια των παγιωμένων κοινωνικοπολιτικών σχημάτων), αλλά το Γένος των Ελλήνων (ή Ρωμηών), τον ελληνισμό στον σύνολό του και τον τρόπο που αυτός θα μπορούσε να επιβιώσει και να αναπτυχθεί σε ένα περιβάλλον εθνικιστικών ανακατατάξεων, με κύρια απειλή τον πανσλαβισμό και τον βουλγαρικό επεκτατισμό.

Εθνικισμός, σοσιαλισμός, ανατολισμός

Με την παραπάνω σκέψη, ο νεαρός πρόξενος του Μοναστηρίου οργανώνει την άμυνα των κοινοτήτων της Μακεδονίας, στα 1904 και, στη συνέχεια, συστήνει με τον φίλο του Αθανάσιο Σουλιώτη την «Οργάνωση Κωνσταντινουπόλεως» (1908), με στόχο την οργάνωση των ελληνικών πληθυσμών της ανατολής, την ενίσχυση της αντιπροσώπευσής τους στην οθωμανική βουλή και τη συνεννόηση με τη φιλελεύθερη πτέρυγα των Νεότουρκων. Σε αυτό το σχήμα, είναι δυνατόν να κατανοηθεί ο «ενιαίος» Δραγούμης, πίσω από το σύμπλεγμα των αντιφάσεών του, στα πλαίσια της αναζήτησης ενός «ενιαίου ρυθμού μεταξύ εθνικισμού, σοσιαλισμού και ανατολισμού».

Κριτική στον άκριτο ευρωπαϊσμό και εξύμνηση της δημοτικής γλώσσας

Είναι σημαντικό να τονισθεί ότι ο Δραγούμης κριτικάρει με ένταση τον «ευρωπαϊσμό» του ελληνικού κράτους, ως άκριτη μίμηση, φενάκη και, ουσιαστικά, πολιτιστική υποταγή του έθνους σε θεσμούς και πρακτικές που δεν αρμόζουν στον ιδιαίτερο πολιτισμό του. Επίσης, στηλιτεύει σφοδρά την αρχαιολατρεία και τον λογιοταρισμό, ταυτίζοντας τη δημοτική γλώσσα με τη ψυχή του έθνους και τη ζωντανή πραγματικότητά του:  «Όσα μας είπαν είναι λοιπόν ψευτιές, θέλουμε μεις αλήθεια. Οι Φιλέλληνες, οι Δασκαλογραμματισμένοι, και οι Φαναριώτες είπανε ψέματα στους γονιούς μας, και επειδή είταν απλοϊκοί άνθρωποι, τους επίστεψαν. Μα εμείς πια δε θέλουμε να γελιούμαστε. Πού είναι η αλήθεια; Δεν ήμαστε Περικλήδες, Σοφοκλήδες και Σωκράτηδες, κάτω οι χάρτινες περικεφαλαίες και τα ξύλινα δόρατα. Αυτά είναι ψευτιές. Δε θα πάρουμε την Πόλη. Πέθανε ο μαρμαρωμένος Βασιλιάς. Μεις είμαστε μικροί, ανάξιοι, τιποτένιοι (υπερβολή). Έλα, ας πιάσουμε να δούμε τι έχουμε και δεν έχουμε. Η αρχαία γλώσσα δεν υπάρχει, είναι ψέμα. Το σκολειό που μας μαθαίνει πως υπάρχει, λέει ψέματα. Έπειτα το σχολειό όλο θεωρίες μας διδάσκει, ενώ μεις θέλουμε πραγματικότητες, θετικά, πραχτικά πράματα. Να κάνουμε πρέπει σκολειά πραχτικά, εμπορικά, επαγγελματικά, που δε θα μας μαθαίνουν άχρηστες γνώσες. Ούτε καιρό γι’ αυτές έχουμε ούτε όρεξη. Ο κόπος μας ας πάει αλλού. Γλώσσα θα μεταχειριζόμαστε αυτή που έχουμε και μιλούμε. Αυτή μας σώνει, άλλη δε χρειαζόμαστε. Ό,τι κι αν θέλουμε να πούμε, μ’ αυτή θα το λέμε. Όποιος λέει πως μας χρειάζεται άλλη γλώσσα, καλλίτερη, λέει ψέματα. Το κράτος δε θα προκόψει με τα σκολειά και τα αρχαία γράμματα. Με το να λέμε και να ξαναλέμε πως ο Περικλής ήταν παπούλης μας, και πως ήτανε μεγάλος άνθρωπος, δεν πάει να πει πως κ’ εμείς είμαστε ή γινήκαμε μεγάλοι.» («Νουμάς», αριθ. 274).

Επίσης, στον «ελληνικό πολιτισμό» σημειώνει:

«Και όπως ο φιλελληνισμός και η αρχαιομανία των Ευρωπαίων και η όμοια αρχαιομανία των γραμματισμένων Ρωμιών έπλασαν την αντίληψη μιας μικρής Ελλάδας στενεύοντας τα σύνορα της φυλής και ταιριάζοντάς τα με τα σύνορα της αρχαίας, ενώ ο λαός είχε ζωντανή μέσα του σαν πόσο εθνικό πάντα τη βυζαντινή παράδοση της αυτοκρατορίας, έτσι και στα άλλα, ενώ ο λαός κρατούσε τη δημοτική παράδοση, οι γραμματισμένοι με τη βοήθεια των αρχαιομαθών Φιλελλήνων οραματίζονταν με τον αρχαίο Ελληνισμό στενεύοντας τη ζωή του έθνους.» και συνεχίζει «Και οι Φιλέλληνες και οι γραμματισμένοι Έλληνες επρόβαιναν με το μυαλό τους κατά κάποιαν αφαίρεση. Η νέα Ελλάδα ήταν κατευθεία συνέχεια της αρχαίας, τα ενδιάμεσα δυο χιλιάδες χρονιά με τους δυο Ελληνικούς πολιτισμούς τους ήταν σβησμένα, Αλεξαντρινά κράτη και προ πάντων Βυζαντινό κράτος δεν είχαν υπάρξει.».

Η «Ανατολή» και η «κοινότητα»

Το όραμα του Δραγούμη για την αναγέννηση του ελληνισμού δεν αφορά αποκλειστικά το ελληνικό κράτος, αλλά τον όλο ελληνισμό. Ως πολιτειακό, οικονομικό και παραγωγικό σύστημα προβάλλει την «κοινότητα» και τον τρόπο διοίκησης και αυτοοργάνωσης των Ελλήνων στα πλαίσια της οθωμανικής αυτοκρατορίας (ως σύστημα που ταιριάζει στην ιδιοσυγκρασία των Ελλήνων), όχι τους θεσμούς του συγκεντρωτικού αστικού κράτους. Ο εθνικισμός του Δραγούμη δεν προσδιορίζεται από βιολογικές και φυλετικές συντεταγμένες, αλλά από τον πολιτισμό και ο ελληνικός πολιτισμός σώζεται ατόφιος εκτός του κράτους και της αστικής ζωής, στις κοινότητες της Μακεδονίας, της Θράκης, του Πόντου, της Μ.Ασίας.

Η «Οργάνωση Κωνσταντινουπόλεως» και το ανατολικό όραμα

Η προτεραιότητα της ανατολής και η προσήλωση του στον εκτός του ελληνικού κράτους ελληνισμό, διαφαίνεται από τη δράση του στην «Οργάνωση Κωνσταντινουπόλεως» που ίδρυσε το 1908 με τον φίλο του Αθανάσιο Σουλιώτη. Η Οργάνωση, αρχικά, στόχευε στην υλοποίηση της ισοπολιτείας στα πλαίσια της οθωμανικής επικράτειας (σύμφωνα και με τις αρχικές εξαγγελίες των Νεότουρκων), ώστε να υπάρξει δυνατότητα ελεύθερης ανάπτυξης των ελληνικών κοινοτήτων σε ένα ομόσπονδο κράτος. Στην πορεία αυτό κατέστη αδύνατο, εξαιτίας της επικράτησης των ακραίων εθνικιστών στην Τουρκία.

Παρόλα αυτά, η οργάνωση -η οποία είχε καταφέρει να εκλέξει 23 Έλληνες βουλευτές στην οθωμανική βουλή του 1908- έπαιξε ρόλο αργότερα στη συνεννόηση των βαλκανικών κρατών κατά της Τουρκίας . Η άνοδος των Νεότουρκων, στις ψευδείς εξαγγελίες των οποίων προσέβλεψε αρχικά ο Δραγούμης, αποτέλεσε ουσιαστικά την ταφόπλακα του ανατολικού οράματός του για μία ελληνοτουρκική συνομοσπονδία με συνταγματική ισοπολιτεία, πράγμα που τον οδήγησε  σε εναλλακτικές σκέψεις για την «πολιτική ένωση της φυλής». Άλλωστε, όπως φαίνεται από τα κείμενά του, συνεχώς επεξεργαζόταν διαφορετικές σκέψεις για το μέλλον του ελληνισμού, χωρίς να είναι κάπου τελεσίδικα προσδεδεμένος

Τα Ιουλιανά του 1920 και η ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ του Ίωνος Δραγούμη

Ο Σοσιαλισμός του Δραγούμη

Όσον αφορά στον σοσιαλισμό του Δραγούμη, αυτός δεν εντάσσεται στα πλαίσια του κρατισμού, ούτε καν του «κοινωνικού κράτους» με τη μορφή που το ξέρουμε σήμερα:

«Άλλα είμαι σοσιαλιστής κατά τούτο, ότι γυρεύω και εγώ μία καινούργια τάξη πραγμάτων, μία καινούργια οικονομία κοινωνική που να βοηθή όλους, τους λιγότερους και τους περισσότερους να ζουν καλά και να υψώνονται όσο μπορούν ηθικά. Δεν είμαι σοσιαλιστής, όσο ενεργεί ο σοσιαλισμός για το ισοπέδωμα των ανθρώπων προς τα κάτω». Στη συνέχεια αναφέρει ότι αυτό που πραγματικά επιθυμεί δεν είναι τόσο η «κοινωνική άνοδος» των πτωχών αλλά πρωτίστως η ηθική εξύψωσή τους: « να έχει μία υποφερτή ζωή (ο πτωχός) […] να γίνει καλλίτερος άνθρωπος, όσο μπορεί να ανέβει σε υψηλότερο ηθικό επίπεδο, να νιώθει την εθνική του καταγωγή, το έθνος του, τον εαυτό του και τα άλλα έθνη και τους άλλους ανθρώπους και να νιώθει την αλληλεγγύη που τον συνδέει με τους ανθρώπους».

Ο Δραγούμης διαφοροποιείται ρητά από τον ιστορικό υλισμό του σοσιαλισμού, χωρίς φυσικά να υποτιμά τις υλικές ανάγκες των ασθενέστερων, αλλά με το να προτάσσει την ηθική αντί της κοινωνικής εξύψωσης ως μέγιστο σκοπό. Επίσης, είναι φανερό ότι τοποθετεί το κοινωνικό πρόταγμα πάνω από το ατομικό: «ο άνθρωπος, όπως και τα άλλα ζώα, είναι ζώον κοινωνικόν και δεν είναι άτομο».

Μία νέα οικονομία της κοινωνίας

Τον Αύγουστο του 1919, στη Σκόπελο, ο Δραγούμης στοχάζεται τη εξέλιξη του ανατολικού οράματός του και τη δημιουργία μίας καινούργιας οικονομίας της κοινωνίας στην ανατολή. Αρχικά, προβλέπει τη δημιουργία συνομοσπονδίας εθνικών κρατών στην ανατολή σύμφωνα με το σύγχρονο δόγμα των εθνικοτήτων. Έπειτα, την αυτονομία των περιφερειών και των κοινοτήτων μέσα στα εθνικά κράτη και σε αυτή την οργάνωση της ανατολής «θα κολλήσει η οργάνωση των παντού εργατών προς κάποια καθολικότερη κατανομή του πλούτου (νέα οικονομική οργάνωση της κοινωνίας χωρίς συγκέντρωση του κεφαλαίου στα χέρια μερικών, συνεργατικοί συνεταιρισμοί πίστης, παραγωγής και καταναλώσεως) και θα βγει από όλα αυτά η μεταμόρφωση του κράτους σε δύο βάσεις: α) την κοινότητα αυτόνομη και β) τους συνεργατικούς συνεταιρισμούς (κράτος= ομοσπονδία αυτόνομων κοινοτήτων, περιφερειών εθνολογικών, των τωρινών κρατών εθνικών, μικτών, με σύνδεσμο οικονομικών συμφερόντων συνεργατικών».

Ο αντιβενιζελισμός του Δραγούμη

Ενδιαφέρον έχει, επίσης, να εξετάσουμε και τον αντιβενιζελισμό του Δραγούμη, τις ιδεολογικές (και όχι μόνο) διαφορές που είχε με τον Κρητικό ηγέτη και τα σημεία ρήξης ανάμεσά τους.

Καταρχάς, να αναφέρουμε ότι ο Δραγούμης εθεωρείτο ο φυσικός επερχόμενος ηγέτης του έθνους μέχρι την άφιξη του Βενιζέλου. Μάλιστα, οι αξιωματικοί του 1909 είχαν απευθυνθεί αρχικά σε αυτόν για την ανάληψη της πολιτικής ηγεσίας του κινήματος. Επομένως, ο εγγενής παράγοντας του προσωπικού ανταγωνισμού στις μεταξύ τους σχέσεις δεν πρέπει να παραγνωριστεί, δεδομένου ότι ο Δραγούμης έχασε κατά κάποιον τρόπο τα «πρωτεία» με την άφιξη του Βενιζέλου.

Ωστόσο, και οι πολιτικοϊδεολογικές τους διαφορές είναι σημαντικές. Το όραμα του Βενιζέλου για την Ελλάδα είναι σαφώς η «Μεγάλη Ιδέα», δηλαδή η επέκταση του κράτους στις περιοχές όπου υπάρχει ελληνικός πληθυσμός και η διεκδίκηση των μέγιστων δυνατών εδαφικών οφελών, πολλές φορές με το ρίσκο της οριστικής απώλειας περιοχών. Η βενιζελική σκέψη εστιάζει μακιαβελικά στην επέκταση και την εύρυθμη λειτουργία του κράτους κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα, ενώ δυσκολεύεται να παρακολουθήσει τη δραγούμεια αντίληψη, που στοχάζεται μία μεγάλη ιδέα που να λαμβάνει υπ΄ όψιν της τη διάσωση ενός  «ελληνικού» τρόπου πολιτικής και κοινωνικής οργάνωσης με κέντρο τις κοινότητες και τους συνεταιρισμούς.

Υπό αυτή την οπτική, ο Δραγούμης είναι περισσότερο ελληνοκεντρικός και εντάσσει το μετασχηματιστικό όραμά του στα ελληνικά πολιτισμικά συμφραζόμενα, ενώ ο Βενιζέλος στοχεύει στην αναμόρφωση του κράτους σύμφωνα με απαρέγκλιτα δυτικές-αστικές προδιαγραφές.

Επιπλέον, ο Δραγούμης φέρεται συχνά να κατηγορεί τον Βενιζέλο για δημαγωγία, για αυταρχικότητα και κυνισμό, κάτι που προσδίδει και μία ηθική διάσταση στην κριτική του : «Ο βενιζελισμός είναι ποσσιμπιλισμός, είναι πολύ γήινος, είναι επιτυχία με ταχυδακτυλουργία, είναι καπατσοσύνη, επιτηδειότητα, αριβισμός, δημαγωγία [..]είναι ευρωπαϊκό φράγκικο βερνίκι, λαμπερό σοβάντισμα πρόχειρο για να φαντάζει ο κακοχτισμένος τοίχος».

Ωστόσο, το σημείο τομής, όπου διακόπηκε κάθε επικοινωνία και ενδεχόμενη σύγκλιση μεταξύ των δύο ανδρών, είναι η είσοδος των αγγλογαλλικών στρατευμάτων στη Μακεδονία με την άδεια του Βενιζέλου, στα πλαίσια του «Εθνικού Διχασμού» και του «Μεγάλου Πολέμου» Ο Δραγούμης από αυτό το σημείο και μετά ξεκινά δριμεία κριτική έναντι του Κρητικού ηγέτη, που κορυφώνεται μετά τη αποκοπή της Ελλάδος σε δύο κράτη (Αθηνών και Θεσσαλονίκης), με το κίνημα της «Εθνικής Άμυνας».

Παρά τη ρήξη με τον Βενιζέλο, ο Δραγούμης παραμένει σε μεγάλο βαθμό μοναχικός, ακόμη και μετά τη σύμπραξή του με τους υπολοίπους αντιβενιζελικούς ηγέτες. Σε επιστολή του στον αδερφό του από την Κορσική, τον Οκτώβριο του 1918, αναφέρει: «Αντιπαθώντας τον Βενιζέλο δε συμπαθώ τους αντιπάλους του Βενιζέλου, ούτε τους έχω για καλύτερους τύπους Έλληνα και ανθρώπου. Συμφωνώ μόνο μαζί τους στο ότι αντιπαθούν, ασυνείδητα ίσως, τον βενιζελισμό. Αλλά και αυτοί έχουν στίγματα, τα κακά στίγματα της φυλής, π.χ. αρχαιομανία, λογομανία, στρεψοδικία, δικολαβία, ραδιουργία, συκοφαντία, ψευτιά».

Τέλος, ο Δραγούμης αντιτάσσεται στα συμφέροντα που θεωρεί ότι εκπροσωπεί ο Βενιζέλος, βοηθώντας τον να παραμένει στην εξουσία. Αυτά έχουν να κάνουν με την αστική τάξη, τη «μπουρζουαζία» που ο Βενιζέλος πλουτίζει στα πλαίσια του αστικού εκσυγχρονισμού (εδώ είναι εμφανής η επιρροή του από σοσιαλιστικές ιδέες της εποχής), αλλά και με τη δημοσιουπαλληλία που ο Βενιζέλος «την αυξάνει στον αριθμό και στους μισθούς, τη φουσκώνει, την πληθαίνει, τη πολύνει, την παχαίνει».

Κλείνοντας το σχόλιο για την πολιτική ιδεολογία του Ίωνος Δραγούμη, θα παρατεθούν δύο αποσπάσματα, που συνοψίζουν σε κάποιο βαθμό τον ώριμο ιδεολογικό προβληματισμό του:

«Αγαπώ πάρα πολύ τον άνθρωπο για να γίνω στενός σοσιαλιστής. Αγαπώ πάρα πολύ τον άνθρωπο για να γίνω στενός πατριώτης. Αγαπώ πάρα πολύ τον άνθρωπο για να νοιώσω τον εαυτό μου άτομο. Από άνθρωπος μιας τάξης με ορισμένα συμφέροντα τάξης, γίνομαι σοσιαλιστής με την πλατιά έννοια, και θέλω μια καινούρια οικονομία της κοινωνίας μου και των άλλων κοινωνιών. Από στενός πατριώτης, γίνομαι εθνικιστής, με τη συνείδηση του έθνους μου και όλων των άλλων εθνών, γιατί οι διαφορές των εθνών πάντα θα υπάρχουν, και έχω τη συνείδησή τους και χαίρομαι που υπάρχουν αυτές οι διαφορές, που με τις αντιθέσεις τους, με τις αντιλήψεις τους, υψώνουν την ανθρώπινη συνείδηση και ενέργεια. Από άτομο γίνομαι άνθρωπος.»

«Μόνο εμείς, όσοι νοιώθουμε την δική μας την πατρίδα, μπορούμε να νοιώσουμε και των άλλων τις πατρίδες. Πρώτα πρέπει να νοιώσω τον εαυτό μου καλά, έπειτα καλά το έθνος μου και έτσι φθάνω στην ανθρωπότητα. Όσοι λένε πως είναι κοσμοπολίτες και δεν περνούν από όλα αυτά τα στάδια δεν μπορούν να νοιώσουν την ανθρωπότητα».

ΠΗΓΕΣ

Γιώργος Θεοτοκάς, «Ελεύθερο πνεύμα».
Άγγελος Σικελιανός, «Πεζός Λόγος», τ. Δ΄, 1983, «Ίων Δραγούμης».
Επιστολή προς Φίλιππο Δραγούμη, Αιάκειο Κορσικής, 18 Μαρτίου 1919
Επιστολή προς Φίλιππο Δραγούμη, Σκόπελος, 14 Αυγούστου 1919

Ίων Δραγούμης, «Ελληνικός Πολιτισμός».

ΒΙΝΤΕΟ – 98 χρόνια από τη ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ του Ίωνος Δραγούμη

, , ,

2 thoughts on “Σχόλιο για την πολιτική σκέψη και την ιδεολογία του Ίωνος Δραγούμη

  1. Το ζήτημα είναι ότι ο Δραγούμης παρέμενε δέσμιος των αρχικών του αντιλήψεων περί ελληνοτουρκικής ομοσπονδίας στην πιο κρίσιμη στιγμή που κατέρρεε η Οθωμανική Αυτοκρατορία και ενώ είχε ήδη ολοκληρωθεί η πρώτη φάση της Γενοκτονάις των ελληνικών πληθυσμών εκεί.. Και την επαύριο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου σχεδιαζόταν η επόμενη μέρα, και γι αυτό κράτησε μια ακραία αντιμικρασιατική στάση.

    Δεν μπόρεσε να απαλλαγεί από τις αρχικές του εμμονές τη στιγμή που η εποχή απαιτούσε άλλες λύσεις. Εξάλλου, αυτές οι εμμονές και οι καθηλώσεις τον είχαν κάνει να είναι αντίθετος με τη συμμετοχή της Ελλάδας στον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο….

    Και την πιο κρίσιμη στιγμή που ξεκινούσε η Μικρασιατική Εκστρατεία επέλεξε να έναν φιλομπολσεβικισμό….

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *