ΑΡΙΣΤΟΚΡΑΤΗΣ ΕΙΣΑΙ εἴτε ὅταν κληρονομεῖς αὐτομάτως κάποιον πρόγονο εἴτε ἄν κατακτᾶς μὲ τὸ σπαθί σου τὶς ἰδιότητες ποὺ συνεπάγεται —θέλω νὰ πῶ,εἰδικότητες «ἀποκτηθεῖσες ἐν τῷ στρατεύματι» , ὅπως λέγαμε τὴν ἐποχὴ τῆς μόδας τῶν πολέμων.
Τέτοιος ἦταν ὁ Ἴων Δραγούμης, ὁ γλυκοαίματος καὶ θανάσιμα μισητός, ὁ ἄνθρωπος τῶν σαλονιῶν καὶ τῶν κομιτάτων, ὁ δημοτικιστὴς καὶ γόνος καθαρολόγων, ὁ σεμνὸς κι ὁ ἐρωτιάρης, ὁ ἐχθρὸς τῆς μικρῆς καὶ ἐντίμου Ἑλλάδος ἀλλ’ ἀδελφικὸς φίλος τοῦ βασιλέως, ὁ μακρὰν μέχρι θανάτου ἀπὸ τὸν Ἐλευθέριο Βενιζέλο καὶ ὁραματιστὴς κοινὸς μιᾶς ἄλλου εἴδους μεγάλης Ἑλλάδας.
Αὐτὲς ὅλες οἱ πέρλες, ἄλλοτε φωτερὲς κι ἄλλοτε ἀλαμπεῖς, δὲν συνθέτουν μόνον ἕνα μυστηριῶδες ὄνομα παρὰ γεννοῦν μιὰ προσωπικὴ μυθολογία, ποὺ μὲ γέμισε γοητεία σ’ ὅλη τὴν πρώτη μου νεότητα. Σχεδίαζα μεγάλα δοκίμια περὶ μελλοντικῶν ὀνείρων τοῦ ἑλληνισμοῦ, ποὺ δὲν ἤξερα, ὅπως δυστυχῶς δὲν ξέρω ἴσαμε σήμερα, πῶς νὰ τὰ γεμίσω. Εἶναι οἱ σφαῖρες ποὺ ἀφανίζουν μυστικά, ἤ στὴ θέση τῶν μυστικῶν δὲν ὑπάρχουν παρὰ εὐγενεῖς ἰδεολογίες;
Τὰ πατριωτικά του βιβλία (μὰ εἶναι;) ἔπαυσα νὰ τὰ διαβάζω ἀπὸ τὴ μέρα πού, μὲ μιὰ κλοτσιά του, κάποιος τερματοφύλακας ἀθλιοτήτων ἔθεσε τέρμα σ’ ἕνα κεφάλαιο ἀνοιχτὸ τῆς ἱστορίας. Στὴ Σαμοθράκη του ὅμως ἐξακολουθῶ νὰ βρίσκω ἴσαμε σήμερα τὸν λεπτοφυὴ συγγραφέα καὶ πατριώτη ἀπὸ πηγή.
Πού, ὅπως σ’ ἕνα ἀκρογιάλι ἔρημο τῆς Θράκης περπάτησε μὲς στὴν καθαροσύνη τοῦ μεσημεριοῦ, ἔτσι ἀνυπόδητος πέρασε πάνω ἀπ’ τὶς αἰχμὲς καὶ τὶς πανουργίες τῆς τρέχουσαν πολιτικῆς. Στὸ βάθος τὸ ἤξερα καλὰ κι ὁ ἴδιος ὅταν ἔλεγε:
«Νὰ μεγαλώνω σὰ φυτὸ στὴ Ρωμιοσύνη μέσα. Σκοπὸ νὰ μὴν ἔχω, παρὰ νὰ εἶμαι ἐγὼ ὁ σκοπὸς μου. Νὰ περνῶ στὴ Ρωμιοσύνη μέσα σὰν ἄστρο ποὺ λάμπει στὸ σκοτάδι. Ἡ μορφή μου, περνώντας, νὰ ξυπνᾶ τοὺς ἄλλους καὶ νὰ θέλουν νὰ τὴ μιμοῦνται…»
Ἀπομένει νὰ μάθουμε κάποτε πόσοι καὶ ποιοί, ἄν ὑπάρξουν, θὰ εἶναι οἱ πολλοὶ Ἕλληνες τοῦ ἑνὸς Δραγούμη.
Πηγή: Ὀδυσσέας Ἐλύτης, 2×7 ε, Ἐκδόσεις Ἴκαρος