Ο Ερντογάν μας θυμίζει απειλητικά το Ματζικέρτ – Ας διδαχτούμε για το σήμερα

του Θοδωρή Ράκκα,

Μπορεί στην Ελλάδα η 26η Αυγούστου να μην παραπέμπει σε τίποτα αξιομνημόνευτο, αλλά ο Ερντογάν φρόντισε με τις πολεμικές δηλώσεις του να μας θυμίσει ότι εκείνη την ημέρα το 1071, στο Ματζικέρτ της ανατολικής Αρμενίας, γράφτηκε η αρχή του τέλους της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Και ως τέτοια την εορτάζουν οι νεοοθωμανοί.

Σ’ εκείνη τη μάχη, η ήττα και αιχμαλωσία του Βυζαντινού αυτοκράτορα Ρωμανού Διογένη από τον Σελτζούκο σουλτάνο Αρπ Ασλάν, οδήγησε στην απώλεια της Ανατολίας και την απαρχή του σταδιακού εκτουρκισμού-εξισλαμισμού της. Παρά την κομνήνια αναγέννηση του 12ου αιώνα, η οποία οδήγησε σε ανακατάληψη μεγάλου μέρους της Μικράς Ασίας, μήτρες ορθοδοξίας και Ελληνισμού όπως η Καισάρεια, το Ικόνιο και η Αντιόχεια χάθηκαν οριστικά. Επίσης, η χρονική συγκυρία συνέπεσε με την άνοδο της Δύσης και την εμφάνιση νέων τουρκογενών λαών στα Βαλκάνια.

Ο στρατηγός Ρωμανός Διογένης, μόλις είχε ανέλθει στο θρόνο, περιτριγυριζόταν από δυναστικούς ανταγωνιστές και υπονομευτές, πρωτοστατούντων της οικογενείας Δούκα και του, λόγιου, δημόσιου λειτουργού Μιχαήλ Ψελλού. Σ’ εκείνο το πλαίσιο, συγκέντρωσε ένα στρατό εντυπωσιακό σε αριθμούς αλλά προβληματικό. Οι δυνάμεις του Ρωμανού αποτελούνταν ως επί το πλείστων από μισθοφόρους γύρω από ένα πυρήνα θεματικού στρατού, με μειωμένο, όμως, αξιόμαχο σε σχέση με το παρελθόν.

Η συνέχεια είναι λίγο πολλή γνωστή. Πέραν της ελλιπούς αναγνώρισης του πεδίου της μάχης, ο αυτοκράτορας προδόθηκε στην πιο κρίσιμη στιγμή της σύγκρουσης. Η οπισθοφυλακή υπό τον Ανδρόνικο Δούκα υποχώρησε χωρίς να εμπλακεί καν στη μάχη και το τμήμα στρατού υπό τον Ιωσήφ Τραχανειώτη δεν επέστρεψε. Οι λόγοι παραμένουν μέχρι σήμερα άγνωστοι. Ο βασιλέας των Ρωμαίων ηττήθηκε και αιχμαλωτίστηκε για πρώτη φορά στην ιστορία.

Πως φτάσαμε στην ήττα;
Έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον και διδακτική αξία το πώς φτάσαμε στο Ματζικέρτ. Πώς η πανίσχυρη Ρωμανία των αρχών του 11ου αιώνα, κληροδότημα του Βασιλείου Β’ του Βουλγαροκτόνου, με τον επαγγελματικό στρατό, τον ισχυρό στόλο και τα γεμάτα θησαυροφυλάκια έφτασε, περίπου 50 χρόνια μετά, να παλεύει για την επιβίωσή της; Η απάντηση είναι απλή. Ένα μείγμα διεφθαρμένων κρατικών λειτουργών και ανεπαρκών αυτοκρατόρων σε συνδυασμό με ένα πνεύμα “τέλους της ιστορίας”.

Οι συνεχώς εναλλασσόμενοι ανίκανοι αυτοκράτορες μαζί με τη γραφειοκρατική ελίτ, με χαρακτηριστικές φιγούρες τους Κωνσταντίνο Μονομάχο και Μιχαήλ Ψελλό, ένιωθαν ότι απειλούνται από τον ισχυρό στρατό των ελευθέρων γαιοκτημόνων, καθώς και από τους ικανούς στρατηγούς. Ως αντίδραση, άρχισαν να διαλύουν τον θεματικό στρατό των επαρχιών, τον οποίο θεωρούσαν αχρείαστο και επικίνδυνο, καθώς και να κατασπαταλούν το δημόσιο χρήμα.

Οι ελεύθεροι μικροκαλλιεργητές ήταν το αντίστοιχο της μεσαίας τάξης της εποχής. Επίσης, αποτελούσαν τη ραχοκοκαλιά του “εθνικού” θεματικού στρατεύματος και των ακριτών των συνόρων. Τον 11ο αιώνα άρχισαν, πάλι, να ξεπέφτουν στη δουλοπαροικία. Ακολούθησε η αυξανόμενη στροφή στη στρατολόγηση ξένων μισθοφόρων, ακριβών και αναξιόπιστων.
Μέσα σε 20 χρόνια η διάβρωση του αξιόμαχου και των οικονομικών της αυτοκρατορίας ήταν ραγδαία. Οι καθ’ αναλογία συγκρίσεις με το σήμερα είναι αναπόφευκτες…

Το δεύτερο Ματζικέρτ και το σήμερα
Το 1922 ο Ελληνισμός έζησε ένα δεύτερο Ματζικέρτ, οι αιτίες του οποίου δεν αποκλίνουν ιδιαίτερα απ αυτές του πρώτου. Στο 2020, λοιπόν, τα πράγματα είναι επίσης απλά και συνάμα αποκαρδιωτικά. Οι σύγχρονοι ηγήτορες κατασπαταλούν το δημόσιο χρήμα, απαξιώνουν τις ένοπλες δυνάμεις και φτωχοποιούν τη μεσαία τάξη, κατά τρόπο που εγγράφει βαρύτατες υποθήκες για την Ελλάδα, λόγω και της παρόξυνσης του τουρκικού επεκτατισμού.

Απ’ την άλλη πλευρά, ο “νέος Αρπ Ασλάν” διαθέτει και το δυναμισμό και τις ικανότητες του προγόνου του. Το διαπιστώνουμε με έντονο τρόπο όλο αυτό το διάστημα. Ακόμα και να φύγει απ τη μέση ο Ερντογάν, η Ελλάδα θα συνεχίσει να γειτνιάζει με μια Τουρκία δυναμική και επεκτατική. Οι καιροί και η ιστορική ευθύνη επιτάσσουν να πάψουμε να βασιζόμαστε στην έξωθεν σωτηρία και να αναλάβουμε δράση, τουλάχιστον αναφορικά με αυτά τα οποία μας αναλογούν και περνάν απ το χέρι μας.

Επειδή, λοιπόν, η αρχή είναι το ήμισυ του παντός, ας αρχίσουμε από το να διδασκόμαστε από την ιστορία μας. Ο Ελληνισμός είναι ισχυρός όταν επί της αρχής μεριμνά συλλογικά για το αξιόμαχο των ενόπλων δυνάμεων του, για τα υγιή οικονομικά του και για την ορθή διοίκηση. Η Ιστορίας μας διδάσκει ακόμα ότι η ιδιοτέλεια και η αμετροέπεια μαστίζουν διαχρονικά τους Έλληνες, και είναι εκ των βασικών πηγών της διαφθοράς και της διχόνοιας.

Ο κάθε Έλληνας, σε τόσο δύσκολη συγκυρία, οφείλει να τιθασεύσει το μικροπρεπές “εγώ” του και να θέσει επιτέλους το συλλογικό συμφέρον πάνω απ το ατομικό. Ειδικά τώρα, που οι πολιτικές, ηθικές και οικονομικές δυνάμεις του Ελληνισμού βρίσκονται σε οριακό σημείο. Δεν έχουμε πλέον άλλα περιθώρια, ούτε γεωγραφικά ούτε δημογραφικά. Ένα τρίτο Ματζικέρτ ίσως να σημάνει το λυκόφως. Ο κόμπος έχει φτάσει στο χτένι. Οι λαοί που αγνοούν την ιστορία τους και τείνουν να επαναλαμβάνουν τα ίδια σφάλματα κατά συρροή, είναι καταδικασμένοι.

slpress.gr

, , , , , , ,

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *