από τη σελίδα Μυσταγωγία – Μυθαγωγία
Ο Αρχέστρατος φημισμένος Συρακούσιος ποιητής και φιλόσοφος του 4ου αι. π.Χ, θεωρείται ως ο πατέρας της γαστρονομίας, καθώς ήταν αυτός που εφηύρε και τον όρο γαστρονομία, η οποία στην κυριολεξία σημαίνει οι κανόνες του στομαχιού (από τις λέξεις γαστήρ και νόμος).
Μελέτησε τους κανόνες περί ορέξεως και γευστικής απόλαυσης, και κατέθεσε το πρώτο βιβλίο μαγειρικής τέχνης στον κόσμο. Ήταν ο πρώτος που αντιμετώπισε τη μαγειρική ως τέχνη και μάλιστα έγραψε το ποίημα «Ηδυπάθεια», στο οποίο αποκαλύπτει τα μυστικά της αρχαιοελληνικής κουζίνας.
Το ποίημα προτρέπει τον αναγνώστη να παραμερίσει την εγκράτεια και να αφεθεί στην απόλαυση και ευχαρίστηση του καλού φαγητού χωρίς καμία φειδώ, κάτι που εξηγεί τη φήμη του Αρχέστρατου ως ανθρώπου με έκλυτα ήθη κατά τους φιλοσόφους Κλέαρχο (4ος αιώνας) και Χρύσιππο (3ος αιώνας), καθώς και τον χαρακτηρισμό του ως τον Ησίοδο ή τον Θέογνη των λαίμαργων καθώς παρωδεί τον τρόπο γραφής των παλαιών συγγραφέων.
Ουσιαστικά, η Ηδυπάθεια ή Δειπνολογία ή Γαστρονομία είναι ένα ποιητικό έργο από το οποίο διασώζονται μόνο 300 στίχοι. Σε αυτό το έργο, ο Αρχέστρατος αφιερώνει εκτενή κεφάλαια στα όσπρια, το ψάρι και το κρασί και ταυτόχρονα καταγράφει τους κανόνες της μαγειρικής, δίνοντας στην κουζίνα της εποχής του ορισμένα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που αποτελούν διαχρονικά χαρακτηριστικά της Ελληνικής κουζίνας. Οι πέντε χρυσοί κανόνες περί γαστρονομικής τέχνης του Αρχέστρατου (επίκαιροι σήμερα περισσότερο από ποτέ) ήταν:
• Αγνά υλικά για την παρασκευή φαγητού.
• Αρμονία των υλικών μεταξύ τους.
• Όχι στις βαριές σάλτσες και στα καυτερά υλικά. Καλύπτουν και δεν αναδεικνύουν τις επιμέρους γεύσεις.
• Ελαφρές σάλτσες. Βοηθούν στην απόλαυση του ουρανίσκου.
• Καρύκευμα του πιάτου με μέτρο έτσι ώστε να υπάρχει αρμονία των γεύσεων και των αρωμάτων του φαγητού.
Σε αυτούς τους 300 στίχους, ο Αρχέστρατος δείχνει ότι η αρχαία Ελληνική κουζίνα ήταν πλούσια σε δημητριακά, ψάρια, λαχανικά και φρούτα, ενώ με γλαφυρό και ανάλαφρο τρόπο περιγράφει τα ταξίδια που έκανε σε πολλούς τόπους με σκοπό να γνωρίσει τις διαφορετικές κουζίνες και γαστρονομικές συνήθειες.
Επιπλέον, ως γνήσιος λάτρης του καλού φαγητού συμβουλεύει τον αναγνώστη του πού θα βρει τα καλύτερα προϊόντα και πώς θα τα γευτεί όπως πρέπει. Μαθαίνουμε λοιπόν, ότι η Αθήνα διέθετε την καλύτερη και φρεσκότερη μαρίδα, η Μυτιλήνη φημιζόταν για τα χτένια, η λίμνη Αμβρακία κι η Καλυδωνία για την πέρκα και η Καρχηδόνα για τα τήθεα (θαλασσινά όστρακα).
Ο Συρακούσιος ποιητής αναφέρει ακόμη ότι το Αττικό μέλι αναδεικνύει τη γεύση οποιασδήποτε πίτας, ο γόνος είναι ένας εξαιρετικός μεζές αν τηγανιστεί με τσουκνίδες και μυρωδικά και ότι ο καρχαρίας είναι εκλεκτή τροφή, χαρακτηρίζοντάς τον ως ανθό του νέκταρος. Παράλληλα, συμβουλεύει να μην καταναλώνουμε νερό πριν το φαγητό, γιατί καταστρέφουμε τις τροφές που τρώμε. Αντιθέτως, θεωρεί πως πρέπει να πίνουμε νερό πριν το κρασί, αφού με τον τρόπο αυτό εξασθενεί η δύναμη κι η σπιρτάδα του κρασιού και σημειώνει ότι το καλύτερο κρασί, που είναι ελαφρύ για το στομάχι, είναι το γλυκό κρασί της Λέσβου. [1]
Τι έτρωγαν οι Αρχαίοι Έλληνες
Οι αρχαίοι με την ανατολή του ήλιου ξεκινούσαν τις καθημερινές τους ασχολίες. Πριν ξεκινήσουν για τις δουλειές τους, έτρωγαν κάτι λιτό. Αυτό το πρώτο γεύμα λεγόταν ακράτισμα, ήταν ψωμί βουτηγμένο σε λίγο ανέρωτο κρασί. Προς το μεσημέρι ή το απόγευμα έπαιρναν ένα απλό και γρήγορο γεύμα, το άριστον. Πριν από το βραδινό γεύμα έτρωγαν κάτι στα γρήγορα, το εσπέρισμα. Το κανονικό γεύμα, που ήταν πλουσιοπάροχο, το έπαιρναν στο τέλος της μέρας και λεγόταν δείπνον. Έτρωγαν κανονικά μόνο τα βράδια, γιατί σχεδόν καθημερινά είχαν καλεσμένους.
Έτρωγαν συνήθως δημητριακά
Οι αρχαίοι χαρακτηρίζονταν για τη λιτότητα στα φαγητά. Έτρωγαν συνήθως δημητριακά, σιτάρι και κριθάρι, γι’ αυτό ο Όμηρος τους αποκαλεί «ψωμοφάγους». Είχαν δύο ειδών ψωμιά, τη μάζα, που ήταν κριθάρι ζυμωμένο σε γαλέτα, πιο φτηνό και το έψηναν είτε μόνοι τους στα σπίτια είτε στους φούρνους. Το άλλο είδος ψωμιού ήταν ο άρτος, κανονικό ψωμί. Κάθε στέρεη τροφή που συνόδευε το ψωμί ονομάζονταν όψον: χόρτα, κρεμμύδια, ελιές, ψάρια, κρέας, φρούτα, γλυκίσματα. Μια πολύ αγαπημένη τους τροφή ήταν το έτνος, φάβα από κουκιά και φακές. Έτρωγαν πολλά σκόρδα και τυρί. Το κρέας ήταν ακριβό, γι’ αυτό σπάνια το έτρωγαν, και αυτό ήταν κυρίως από κρέας πουλερικών, γουρουνόπουλα, κυνήγι. Τα ψάρια ήταν βασική τροφή, τα έτρωγαν φρέσκα ή παστά, (τάριχος).
Επιδόρπιο και κρασί νερωμένο
Το δείπνο τελείωνε με επιδόρπιο, τράγημα: φρούτα φρέσκα ή ξερά, γλυκά, μέλι, καρύδια. Βασικό τους ποτό ήταν το κρασί, που το έπιναν συνήθως νερωμένο, για να έχουν διαύγεια στη συζήτηση. Ένα άλλο ποτό που συχνά έπιναν και που καθόριζε το τελετουργικό στα Ελευσίνια μυστήρια, ήταν ο κυκεών, μείγμα κριθάλευρου, νερού και αρωματικών φυτών.
Οι αρχαίοι Έλληνες δεν χρησιμοποιούσαν πηρούνια, γι΄αυτό έκοβαν το κρέας σε μικρά κομμάτια και το έπιαναν με το χέρι. Ωστόσο χρησιμοποιούσαν οβελούς (σούβλες) και κρεάγρες με δύο ή τρία στελέχη. Χρησιμοποιούσαν κουτάλια, αλλά μερικές φορές και την κόρα του ψωμιού για κουτάλι [2] .
Οι υλικές απολαύσεις, με το φαγητό να κατέχει δεσπόζουσα θέση ανάμεσά τους, ανάγονται σε φιλοσοφία από τον μαθητή του Σωκράτη και ιδρυτή της «ηδονιστικής σχολής», τον φιλόσοφο Αρίστιππο. Λίγους αιώνες αργότερα, η άντληση «ευδαιμονίας» από απλά καθημερινά στοιχεία, όπως η ικανοποίηση της πείνας, ήταν στοιχείο και του μεγάλου φιλοσόφου της Ελληνιστικής εποχής, του Επίκουρου.
Κύριες πηγές :
[1] Αρθρο της Μαρίας Αϊβαλιώτη, MamaPeinao.gr
[2] Tι συνταγές δίνει ο αρχαίος Συρακούσιος ποιητής και φιλόσοφος Αρχέστρατος, πατέρας της γαστρονομίας, www.iefimerida.gr