Η ιδέα της συνέχειας του Ελληνικού Έθνους στην ιστοριογραφική αφήγηση των διανοούµενων της Βουλγαρικής Αναγέννησης

Εικόνα: άγαλμα του Παϊσίου του Χιλανδαρηνού, από το Μπάνσκο της Βουλγαρίας.

Ελεονώρα Ναξίδου

Ε΄ Eυρωπαϊκό Συνέδριο Νεοελληνικών Σπουδών της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Νεοελληνικών Σπουδών
Θεσσαλονίκη, 2-5 Οκτωβρίου 2014 “Συνέχειες, ασυνέχειες, ρήξεις στον ελληνικό κόσμο (1204-2014):
οικονομία, κοινωνία, ιστορία, λογοτεχνία – Πρακτικά
“, Α’ Τόμος, σελ. 505-520.

Σκοπός της παρούσας µελέτης είναι να προσδώσει µια επιπλέον διάσταση στο ζήτηµα της ιστορικής συνέχειας του ελληνικού έθνους από τη γωνία θέασης του εθνικού Άλλου διερευνώντας τον τρόπο µε τον οποίο είχε προσληφθεί το ελληνικό παρελθόν από τη βουλγαρική διανόηση της Αναγέννησης. Στη βουλγαρική ιστοριογραφία ως Αναγέννηση (Vazrazhdane) ορίζεται αφενός µεν η ‘εθνοποιητική’ διαδικασία µέσω της οποίας
διαµορφώθηκε το βουλγαρικό έθνος µε τη σύγχρονη έννοια του όρου, αφετέρου δε η περίοδος της βουλγαρικής ιστορίας κατά την οποία έλαβε χώρα η εν λόγω διεργασία, δηλαδή ο τελευταίος περίπου αιώνας της οθωµανικής κυριαρχίας στις βουλγαρικές περιοχές και κυρίως το χρονικό διάστηµα από τη συνθήκη της Αδριανούπολης το 1829 µέχρι την ίδρυση της βουλγαρικής Ηγεµονίας το 1878.

Η βουλγαρική Αναγέννηση εκδηλώθηκε αρχικά ως πολιτιστικός εθνικισµός, προωθώντας δραστηριότητες όπως η ίδρυση σχολείων, η διδασκαλία της βουλγαρικής γλώσσας και η χρήση της στο γραπτό λόγο, η έκδοση εφηµερίδων και περιοδικών, και η µελέτη της ιστορίας, του λαϊκού πολιτισµού, της εθνογραφίας και της γλωσσολογίας, ενώ κατόπιν ακολούθησε πιο ριζοσπαστική πορεία διεκδικώντας την εκκλησιαστική και πολιτική
ανεξαρτησία του βουλγαρικού έθνους.

Μια από τις βασικές συνέπειες της ανάδειξης της ξεχωριστής εθνικής υπόστασης των Βουλγάρων ήταν η σταδιακή διαφοροποίησή τους από την ενιαία ορθόδοξη κοινότητα, το Ρουµ µιλλέτ, η συνακόλουθη αποµάκρυνσή τους από το ελληνικό γλωσσικό, εκπαιδευτικό και πολιτισµικό περιβάλλον και η ένταξή τους στο
αντίστοιχο σλαβικό. Έτσι, ενώ η πρώτη γενιά των πρωτεργατών του βουλγαρικού εθνικού
κινήµατος ήταν φορέας της ελληνικής γλώσσας και παιδείας, η νεότερη εθνική ελίτ πραγµατοποίησε τις σπουδές της στα νεοσύστατα πρωτοβάθµια και δευτεροβάθµια βουλγαρικά σχολεία και κατόπιν σε ανώτερο επίπεδο κυρίως στη Ρωσία, αλλά και στη Δυτική Ευρώπη.

Σύµφωνα µε τους παραπάνω προσανατολισµούς αρκετοί Βούλγαροι λόγιοι προέβησαν σε αναπάρασταση µε εθνικούς όρους όχι µόνο του βουλγαρικού, αλλά και του ελληνικού παρελθόντος στην προσπάθειά τους να συνθέσουν το εθνικό τους αφήγηµα, το οποίο αποτελούσε βασικό ‘εργαλείο’ για τη διαµόρφωση και εµπέδωση της εθνικής ταυτότητας των βαλκανικών λαών µετά την επικράτηση του εθνικισµού ως κυρίαρχης
ιδεολογίας στην περιοχή.

Η ενασχόλησή τους µε την ελληνική ιστορία απέρρεε καταρχήν από το γεγονός ότι οι Ρωµαίοι/Ρωµιοί/Γραικοί/Έλληνες εµπλέκονταν αναπόφευκτα στο βουλγαρικό ιστορικό γίγνεσθαι δεδοµένου ότι µε τους Βουλγάρους έζησαν επί µακρόν υπό κοινή πολιτική κυριαρχία στον ίδιο γεωγραφικό χώρο, είχαν συνεχείς επαφές και υπόκειντο σε αλληλεπίδραση. Συγχρόνως όµως συνδέονταν και µε άλλους παράγοντες, όπως θα δειχθεί
στη συνέχεια.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΜΕΛΕΤΗ (12 σελίδες)

, , , , ,

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *