του Χρίστου Δαγρέ,
Πριν 3 χρόνια η ιστοσελίδα Cognosco Team είχε φιλοξενήσει ένα άρθρο για την υπάρχουσα τότε κατάσταση στη βόρεια Μοζαμβίκη αναφορικά με τη δράση των ένοπλων ισλαμιστών, που επικεντρώνεται κυρίως στην επαρχία Cabo Delgado. Το 2017, διάφορες μικρές εξτρεμιστικές ομάδες συσπειρώνονται γύρω από τη χαλαρή δομή της οργάνωσης Ansar al-Sunna wa Jama’ah (ASWJ), η οποία σταδιακά γίνεται πιο δομημένη και στο τέλος του 2019 ανακοινώνει τη συνεργασία της με το τμήμα του Ισλαμικού Κράτους που δρα στην Κεντρική Αφρική [Islamic State Central Africa Province ή Islamic State Wilayat Wasat Afriqqiya (ISCAP)]. Παράλληλα, αναβαθμίζει την επιχειρησιακή της δράση με αποκορύφωμα την κατάληψη της παράκτιας πόλης Mocimboa da Praia. Περισσότερες πληροφορίες για το ιστορικό και πολιτικοκοινωνικό υπόβαθρο αυτής της σύγκρουσης, που διαδραματίζεται στο πλαίσιο της ανακάλυψης μεγάλων αποθεμάτων φυσικού αερίου, μπορούν να βρεθούν εδώ. Το παρακάτω κείμενο παρουσιάζει τις σημαντικές εξελίξεις που προέκυψαν αργότερα και την παρούσα κατάσταση (Οκτ. 2023).
H ASWJ/ISCAP εδραιώθηκε στη Μοζαμβίκη μετά τον έλεγχο της Mocimboa da Praia, την οποία ανακήρυξαν “πρωτεύουσα” του Ισλαμικού Κράτους στην περιοχή. Όπως σημείωναν ειδικοί για την τρομοκρατία, αυτή ήταν η πρώτη περίπτωση επέκτασης σε νέα εδάφη του Ισλαμικού Κράτους μετά από πολλά χρόνια. Γενικότερα, το 2020 ήταν μία χρονιά με αξιοσημείωτη κλιμάκωση της βίαιης δράσης της οργάνωσης. Είχαν καταγραφεί 570 επιθέσεις σε άλλες επαρχίες του Capo Delgado, αλλά και σε χωριά της Τανζανίας, ενώ η ανάλυση των επιθέσεων αποδεικνύει την ποιοτική αναβάθμιση σε εξοπλισμό (αναφέρεται πλέον συχνή χρήση RPG, εσχάτως δε και όλμων), σε τακτικές και σε οργάνωση της ASWJ/ISCAP αλλά αμφισβητήθηκε εάν αυτό είναι αποτέλεσμα της συνεργασίας τους με το Ισλαμικό Κράτος. Στις 10 Μαρτίου το Υπουρ. Εξωτερικών των ΗΠΑ ενέταξε στον κατάλογο των τρομοκρατικών οργανώσεων την ASWJ/ISCAP, με το όνομα “ISIS-Mozambique”, υπογραμμίζοντας τους δεσμούς της με το Ισλαμικό Κράτος σε Συρία και Ιράκ [1].
Η ζώνη δράσης της εκτείνονταν κατά μήκος της ακτογραμμής για 250 χλμ και σε βάθος 100 χλμ περίπου, μέχρι τη βορειότερη πόλη της επαρχίας, την Palma. Η ζώνη αυτή συμπίπτει με την περιοχή που κυριαρχεί η μουσουλμανική φυλή Mwani, με ιστορικές ρίζες που εκτείνονται ως το σουλτανάτο της Ζανζιβάρης. Η οργάνωση είχε υιοθετήσει ένα σταθερό μοντέλο δράσης στις επιθέσεις της στα αστικά κέντρα. Αρχικά διέκοπτε τις οδούς εισόδου και εξόδου στην πόλη για μεγάλο χρονικό διάστημα, ενώ παράλληλα, στελέχη της εισέρχονταν κρυφά και παρέμεναν εντός της πόλης. Την προκαθορισμένη ημέρα και ώρα εκδηλώνονταν ταυτόχρονες επιθέσεις σε πολλούς στόχους. Κυριότεροι στόχοι ήταν κυβερνητικά κτίρια (καταστρέφοντας εγκαταστάσεις, μητρώα και αρχεία) και στρατιωτικές και αστυνομικές μονάδες (από τις οποίες κατήσχαν οπλισμό και πολεμοφόδια) και λεηλατούσαν τράπεζες και καταστήματα. Κοινή συνισταμένη ήταν η ακραία βαρβαρότητα των επιθέσεων, όπως μαρτυρούν οι εκατοντάδες αποκεφαλισμοί, οι ακρωτηριασμοί των σορών ακόμη και η εκδορά κάποιων πτωμάτων, όπως σχολίασε στον Telegraph ο ταξ. Lionel Dyck, βετεράνος των πολέμων στη Ροδεσία και ιδρυτής της εταιρείας μισθοφόρων DAG που συμμετείχε σε αποστολές στην περιοχή. Κατά κανόνα μόλις εξαντλούσαν τους πόρους που μπορούσαν να αρπάξουν, αποσύρονταν στην ενδοχώρα για να αποφύγουν την κινητοποίηση των κυβερνητικών δυνάμεων εναντίον τους. Η Mocimboa da Praia ήταν η πρώτη εξαίρεση στον κανόνα αυτό.
Η κατάληψη της Πάλμα
Στις 24 Μαρτίου 2021 έγινε η μεγαλύτερη και τολμηρότερη επιχείρηση της οργάνωσης με την κατάληψη ενός μεγάλου λιμανιού 75 χιλιάδων κατοίκων, της Palma, η οποία βρίσκεται στο βορειότερο άκρο της χώρας, 70 χιλ. βόρεια της Mocimboa da Praia. Η Palma είναι πόλη κομβικής σημασίας καθώς είναι η κοντινότερη στη χερσόνησο Afungi, όπου βρίσκονται οι εγκαταστάσεις φυσικού αερίου της γαλλικής Total, και χρησιμοποιείται για τον ανεφοδιασμό των εγκαταστάσεων αλλά και ως κατοικία για τους αλλοδαπούς εργαζόμενους. Η επίθεση οργανώθηκε αρχικά ακολουθώντας τη συνήθη τακτική τους: αρχικά απέκλεισαν την πόλη καταλαμβάνοντας κομβικές κωμοπόλεις και δρόμους γύρω από αυτήν, και εμποδίζοντας τον ανεφοδιασμό της σε τρόφιμα και καύσιμα. Την προσυμφωνημένη χρονική στιγμή, 3 ομάδες 100 περίπου εξτρεμιστών που βρίσκονταν εντός των τειχών μεταμφιεσμένοι σε “πρόσφυγες” και αστυνομικούς (εικάζεται ότι συνεργάστηκαν και κάτοικοι της πόλης) εκδήλωσαν συνδιασμένες επιθέσεις αφού πρώτα διέκοψαν τις τηλεπικοινωνίες και κατέλαβαν τα αστυνομικά τμήματα και φυλάκια στην πόλη. Την επόμενη ημέρα ενισχύθηκαν με αντάρτες που εισήλθαν στην πόλη από την επαρχία. Οι στόχοι των επιθέσεων ήταν οι συνηθισμένοι, ενώ επιπλέον κατέλαβαν ένα φορτηγό πλοίο με εφόδια και λεηλάτησαν και κατόπιν έκαψαν το νοσοκομείο. Την 5η Απριλίου οι κυβερνητικές δυνάμεις ξεκίνησαν ευρεία αντεπίθεση και στις 8 του μηνός ανακοίνωσαν ότι είχαν ολοκληρώσει την ανακατάληψη της. Πρέπει να σημειωθεί ότι ανεξάρτητοι αναλυτές είχαν έγκαιρα επισημάνει ότι επίκειται επίθεση στην Palma, προειδοποιήσεις που είχαν όμως αγνοηθεί από την κυβέρνηση.
Η επίθεση στην Palma είχε ως αποτέλεσμα τη φυγή πολλών χιλιάδων κατοίκων που αναζήτησαν καταφύγιο στη ζούγκλα ή στην πρωτεύουσα της επαρχίας Pemba. Η πόλη παρουσίαζε εκτεταμένες καταστροφές σε κτίρια και υποδομές, ενώ οι μαρτυρίες μιλούσαν για δεκάδες νεκρούς στους δρόμους. Πολλοί νεκροί βρέθηκαν κοντά σε οχήματα διαφυγής. Όπως φαίνεται οι ισλαμιστές ακινητοποίησαν τα οχήμα, ανάγκασαν τους επιβάτες να βγουν και τους εκτέλεσαν. Μεταξύ των θυμάτων ήταν ο Βρετανός υπήκοος Philip Mawer από το Σόμερσετ και ο Νοτιοαφρικανός Adrian Nel. Οι σοροί τους αναγνωρίστηκαν σε κατεστραμμένα οχήματα του κομβόι 17 οχημάτων που προσπάθησαν να διαφύγουν από το ξενοδοχείο Amarula, αλλά τα κατάφεραν μόνο τα 7. Εικάζεται ότι πάνω από 50 άτομα σκοτώθηκαν συνολικά κατά την αποτυχημένη προσπάθεια διαφυγής, η οποία επιχειρήθηκε αφού η πρόχειρα σχεδιασμένη επιχείρηση εκκένωσης του ξενοδοχείου με ελικόπτερα τερματίστηκε πρόωρα. Η επίθεση στην Palma ήταν η πρώτη επιχείρηση που συμπεριέλαβε στους στόχους της συγκροτήματα και δομές που εξυπηρετούν τους αλλοδαπούς εργαζόμενους στις εγκαταστάσεις φυσικού αερίου. Σε συνέχεια των παραπάνω, στις 8 Απριλίου ανακοινώθηκε ότι οι σοροί άλλων 12 ξένων εργαζομένων βρέθηκαν αποκεφαλισμένες στα ερείπια του Amarula μετά την επίθεση των εξτρεμιστών. [2].
Οι ισλαμιστές είχαν εμμέσως προειδοποιήσει για την επικείμενη επίθεση στην Palma καθώς από τις αρχές του χρόνου είχαν πραγματοποιήσει επιθέσεις πολύ κοντά στην πόλη και τις εγκαταστάσεις φυσικού αερίου. Μεταξύ αυτών ήταν μία επίθεση στην κωμόπολη Quitunda, η οποία έχει κτιστεί ακριβώς έξω από την περιφραγμένη και φρουρούμενη περιοχή των κοιτασμάτων για να στεγάσει όσους εκτοπίστηκαν από εκεί προτού εγκατασταθεί η Total. Η εταιρεία ανησυχώντας για την εγγύτητα των επιθέσεων είχε αναστείλει προσωρινά τις εργασίες από τον Ιανουάριο. Ο CEO της Patrick Pouyanné συναντήθηκε με τον πρόεδρο της Μοζαμβίκης, ο οποίος εγγυήθηκε τη δημιουργία ασφαλούς ζώνης 25 χιλ. που θα περιλάμβανε τις εγκαταστάσεις και την Palma ώστε να ξαναρχίσουν οι εργασίες. Η ανακοίνωση της συμφωνίας έγινε το πρωί της 24ης Μαρτίου και το απόγευμα ξεκίνησε η επίθεση των τζιχαντιστών! Στον απόηχο της επίθεσης η Total ανακοίνωσε ότι αποσύρει όλο το προσωπικό της, εκτός από τον ελάχιστα αναγκαίο αριθμό για τη στελέχωση βασικών υποδομών ασφαλείας των εγκαταστάσεων και ότι παρατείνει για απροσδιόριστο διάστημα την αναστολή κατασκευής υποδομών και εγκαταστάσεων υγροποιημένου LNG αξίας 20 δις δολαρίων.
Εσωτερικές και διεθνείς αντιδράσεις και μέτρα καταπολέμησης
Η επίθεση στην Palma και η αναβάθμιση της επιχειρησιακής επικινδυνότητας της οργάνωσης, όπως και η απειλή στην επένδυση στο LNG, άλλαξαν άρδην το σκηνικό της εμφύλιας σύγκρουσης και προκάλεσαν σημαντικές αντιδράσεις, τόσο στο εσωτερικό όσο και από ξένες χώρες.
Ο πρόεδρος Filipe Nyusi και η κυβέρνηση στο Μαπούτο έχουν επικεντρώσει τον τελευταίο χρόνο τη ρητορική τους στον “ξένο παράγοντα” [2], ως κύριο ρυθμιστή και ενορχηστρωτή των ισλαμοτρομοκρατικών ενεργειών ενώ προσπαθούν να υποβαθμίσουν τις κοινωνικές συνθήκες, την κυβερνητική διαφθορά και την ενδημική φτώχια και υποβάθμιση του Capo Delgado ως υπόστρωμα επάνω στο οποίο εκδηλώνονται οι ενέργειες των ισλαμιστών. Έτσι θεωρούν ότι νομιμοποιούν τη στρατιωτική δράση ως μοναδικό άξονα της πολιτικής τους στην περιοχή. Ωστόσο, πρέπει να υπογραμμιστεί, ότι μέσα στο 2020 o πρόεδρος είχε ανακοινώσει πρόγραμμα αμνήστευσης όσων εγκαταλείψουν την ASWJ/ISCAP και αποκηρύξουν τη βία.
Οι ΗΠΑ, εντάσσοντας την ASWJ στις τρομοκρατικές οργανώσεις, ανακοίνωσαν παράλληλα και την αποστολή ειδικών για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας στη Μοζαμβίκη. Κατά τα ειωθότα, οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν το πάγωμα των περιουσιακών στοιχείων που συνδέονται με την οργάνωση και τους ηγέτες της και αναμένεται να πράξουν το ίδιο όμορες με τη Μοζαμβίκη χώρες όπως η Τανζανία. Επίσης απαγορεύεται σε πολίτες των ΗΠΑ να έρχονται σε οικονομικές συναλλαγές μαζί τους και τίθονται περιορισμοί στην είσοδο των μελών των οργανώσεων αυτών στις ΗΠΑ. Οι ΗΠΑ κατονόμασαν τον Abu Yasir Hassan (Τανζανό ιμάμη) ως αρχηγό της οργάνωσης και τον Bonomade Machude Omar, (ή Abu Sulayfa Muhammad ή Ibn Omar) ως στρατιωτικό αρχηγό και κύριο οργανωτή των επιθέσεων στο Cabo Delgado με αποκορύφωμα την επίθεση στην Palma [3]. Το ανεξάρτητο παρατηρητήριο διεθνών σχέσεων CSIS θεωρεί ότι η αποτελεσματικότητα των μέτρων είναι μικρή όταν αφορούν οργανώσεις που στηρίζονται κυρίως στην εγκληματικότητα (π.χ. λαθρεμπόριο και λεηλασίες) και όχι σε εισφορές από το εξωτερικό, όπως είναι στην περίπτωση αυτή η ASWJ/ISCAP.
Τον Μάϊο του 2021, η Πορτογαλία έστειλε 60 στρατιωτικούς για να βοηθήσουν στους τομείς της εκπαίδευσης, συλλογής πληροφοριών και το χειρισμό δρόνων, μέσω μιας αποστολής της ΕΕ στην οποία συμμετέχει με προσωπικό και η Ελλάδα [4], ενώ τον Ιούλιο η Ρουάντα έστειλε σώμα 1000 στρατιωτών. Μετά τους στρατιώτες της Ρουάντα στη χώρα έφτασε και η ειδική αποστολή (Sedim) της Nοτιοαφρικανικής Αναπτυξιακής Κοινότητας (Southern African Development Community / SADC) αποτελούμενη κυρίως από Νοτιοαφρικανούς στρατιώτες αλλά με τη συμμετοχή 9 ακόμη χωρών. O ρόλος της Sedim ήταν κυρίως υποβοηθητικός, δραστηριοποιούνται σε περιοχές ελάσσονος σημασίας και αφορά κυρίως την εκτίμηση κινδύνου και τη ροή πληροφοριών.
Παρούσα κατάσταση
Σύμφωνα με την ιστοσελίδα του BBC η δράση της ASWJ/ISCAP είχε προκαλέσει μέχρι τον Μάϊο του 2022 περισσότερους από 4.000 νεκρούς και 800 χιλιάδες εκτοπισμένους από τα σπίτια τους. Ο τακτικός στρατός φαινόταν ανίκανος να μπορεί να αντιδράσει, αφενός εξαιτίας της διαφθοράς, αφετερού επειδή οι ισλαμιστές είχαν τη δυνατότητα να πλειοδοτούν σε μισθούς για να προσελκύσουν αποστάτες απ’το στρατό, αποκτώντας έτσι πρόσβαση σε ευαίσθητες πληροφορίες και τακτικές [5]. Είναι ενδεικτικό ότι τοπική εφημερίδα αποκάλυψε την ύπαρξη 7000 “στρατιωτών-φαντασμάτων”, δηλαδή είτε εικονικές μισθοδοσίες ανύπαρκτων στρατιωτών (που κατέληγαν σε υψηλόβαθμους αξιωματούχους), είτε συγγενείς αξιωματικών που δεν είχαν την παραμικρή στρατιωτική εμπλοκή και εκπαίδευση.
Για το λόγο αυτό, κρίθηκε απαραίτητο να σταλεί στρατιωτικό προσωπικό από 24 χώρες για να αντιμετωπιστούν οι ισλαμιστές, ξεπερνώντας τους δισταγμούς της στρατιωτικής ηγεσίας. Καίριος ήταν ο ρόλος του εξαιρετικά εκπαιδευμένου και πειθαρχημένου σώματος από τη Ρουάντα. Ένα μήνα μετά την άφιξη του, οι στρατιώτες της Ρουάντα, σε συνεργασία με τον τακτικό στρατό της Μοζαμβίκης πέτυχαν την ανακατάληψη της Mocimboa da Praia. Χάρις στη σταδιακή ενίσχυση με επιπλέον μονάδες, οι περισσότεροι από 2000 στρατιώτες της Ρουάντα έχουν πετύχει την ανακατάληψη και έλεγχο των 2 παράκτιων πόλεων οδηγώντας σε σταθεροποίηση της κατάστασης στις περιοχές αυτές, ενώ συνεχίζουν να πολεμούν εναντίον των ισλαμιστών στις μάχες στην ενδοχώρα.
Τον Μάϊο του 2023 η TotalEnergies ανακοίνωσε ότι προτίθεται να καταρτήσει νέο χρονοδιάγραμμα για την ανάπτυξη του έργου (το οποίο αρχικά υπολογίζονταν ότι θα φόρτωνε το πρώτο φορτίο LNG το 2024). Δεν ανακοινώθηκε πάντως ούτε η ημερομηνία επανέναρξης, ούτε η προσδοκόμενη ημερομηνία ολοκλήρωσης. Αν και η ισλαμική τρομοκρατική απειλή δεν έχει εξουδετερωθεί πλήρως, οι ειδικοί θεωρούν ότι οι επιθέσεις γίνονται σε περιοχές που δεν θα απειλήσουν τις εγκαταστάσεις. Παράλληλα, ανακοινώθηκε και σχέδιο 200 εκατ. δολαρίων από την εταιρεία με σκοπό τη βελτίωση των υποδομών και της ζωής των κατοίκων της περιοχής.
Τέλος, τον Αύγουστο του 2023 ανακοινώθηκε ο θάνατος του στρατιωτικού ηγέτη της ASWJ/ISCAP Bonomade Machude Omar (γνωστού και ως Ibn Omar) μαζί με άλλους πολέμαρχους σε μάχες στην ενδοχώρα.
Επίλογος
Το Ισλαμικό Κράτος είχε επανέλθει στην επικαιρότητα πριν 3 χρόνια επειδή είχε προσωρινά πετύχει την κατάληψη τμήματος μιας επαρχίας της Μοζαμβίκης και την ανακήρυξη της πόλης Mocimboa da Praia σε “πρωτεύουσα” της. Η δράση της συνεχίστηκε και κορυφώθηκε με μία παράτολμη όσο και εντυπωσιακή επίθεση στην παραθαλάσσια πόλη Palma πολύ κοντά στα εργοτάξια των εγκαταστάσεων της Total. Οι ενέργειες αυτές προκάλεσαν διπλή αίσθηση: αφενός κινητοποίησαν τις γειτονικές χώρες καθώς έβλεπαν ότι το πρόβλημα των ακραίων ισλαμιστών όχι μόνο εδραιώθηκε αλλά επεκτείνεται και αποτελεί εν δυνάμει απειλή και εκτός συνόρων, αφετέρου κινητοποίησαν τον διεθνή παράγοντα (ΕΕ, ΗΠΑ) καθώς στρέφονταν άμεσα εναντίον δυτικών συμφερόντων.
Η συνδυασμένη αντίδραση οδήγησε στην παροχή βοήθειας από περισσότερες από 20 χώρες – εκ των οποίων 12 από την Ε.Ε. – με αποτέλεσμα αφενός την προστασία των εγκαταστάσεων της Total, αφετέρου την επανακατάληψη των παράκτιων πόλεων και τον περιορισμό των ισλαμιστών σε θύλακες στην ενδοχώρα και τη ζούγκλα, ενώ πρόσφατα ανακοινώθηκαν σημαντικές απώλειες της οργάνωσης σε ανώτατα στελέχη. Απομένει να φανεί εάν τα επόμενα χρόνια τα κέρδη του τακτικού στρατού (κυρίως των τμημάτων της γειτονικής Ρουάντα) θα εδραιωθούν και εάν, παράλληλα, τα ανακοινωθέντα προγράμματα ανάπτυξης της περιοχής θα άρουν μέρος των κοινωνικών προβλημάτων που αποτελούν το υπόστρωμα ανάπτυξης των εξτρεμιστών.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Ο καθ. Joseph Hanlon εκφράζει έντονο σκεπτικισμό για το αν υπάρχουν ακόμη δεσμοί με το Ισλαμικό Κράτος και αν συνεπάγονται κάποιου είδους υποστήριξη σε υλικό, στρατηγική καθοδήγηση ή εκπαίδευση. Αν και η ASWJ είχε όντως σηκώσει τη μαύρη σημαία του ISIS σε κάποιες επιχειρήσεις της, ο Hanlon υποστηρίζει ότι από τα μέσα του 2020 οι δύο οργανώσεις διέκοψαν τις επαφές εξαιτίας σοβαρών θεολογικών και επιχειρησιακών διαφωνιών. Μετά από σιγή μηνών ο ISIS διεκδίκησε το σχεδιασμό της επίθεσης στην Palma, ωστόσο το φωτογραφικό υλικό που παρουσίασε ήταν από παλαιότερες επιδρομές, ενώ, σύμφωνα με τον Hanlon, δεν υπάρχουν απτές αποδείξεις ότι η ASWJ λαμβάνει σημαντική βοήθεια σε υλικό ή εκπαίδευση από το εξωτερικό. Ο οπλισμός της προέρχεται σε μεγάλο βαθμό από τις επιθέσεις σε αστυνομικά ή στρατιωτικά κέντρα (περιλαμβάνουν RPG αλλά δεν δίνεται εξήγηση για τους όλμους). Ακόμη απουσιάζουν κάποιες τακτικές που χρησιμοποιεί συχνά ο ISIS, όπως οι επιθέσεις αυτοκτονίας και η χρήση εκρηκτικών, όπως επίσης και το ισλαμιστικό κήρυγμα που τις συνοδεύει. Τέλος, ο Hanlon αμφισβητεί την εγγυρότητα των απόρρητων αποδείξεων που ισχυρίστηκαν ότι διαθέτουν οι ΗΠΑ όταν ανακήρυξαν την οργάνωση “τρομοκρατική” ως ISIS-Mozambique.
Παρομοίως, το Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών (CSIS), ένα ανεξάρτητο παρατηρητήριο διεθνών σχέσεων, εξέφρασε συγκρατημένο σκεπτικισμό για τις σχέσεις της ASWJ με τον ISCAP λέγοντας ότι η επικοινωνιακή προσπάθεια οικειοποίησης των πρόσφατων τρομοκρατικών δράσεων στη Μοζαμβίκη από το Ισλαμικό Κράτος βασίζεται αποκλειστικά σε πληροφορίες που προέρχονται από τον διεθνή και τοπικό Τύπο ενώ απουσιάζουν πληροφορίες που θα αποδείκνυαν ότι όντως υπάρχουν δίαυλοι επικοινωνίας μεταξύ τους. Επίσης, αν και δεν αποκλείεται κάποιου είδους εκπαιδευτική υποστήριξη από το Ισλαμικό Κράτος (π.χ. με βιντεοταινίες όπως αναφέρονται στην περίπτωση της Μπόκο Χαράμ στη Νιγηρία) δεν υπάρχουν ακλόνητες αποδείξεις ενώ δεν μπορεί να αποκλειστεί η παρουσία ξένων, ανεξάρτητων με το Ισλαμικό Κράτος, μαχητών.
[2] Σύμφωνα με το SKY υπάρχουν μαρτυρίες ότι οι εξτρεμιστές προέρχονται από διάφορες χώρες (Τανζανία, Ουγκάντα, Κονγκό, σύμφωνα με κάποιες πηγές δε, και από Κένυα και Σομαλία) ενώ αναφέρονται επίσης και τρομοκράτες με “ανοιχτόχρωμο δέρμα”, πιθανόν αραβικής καταγωγής.
[3] Ελάχιστες πληροφορίες είναι γνωστές για τη γέννηση, τη δομή και την ηγεσία της ASWJ. Όπως γράφαμε στο προηγούμενο άρθρο από την αρχική χαλαρή σύνδεση πολλών τοπικών πυρήνων (με επαφές με τα τοπικά δίκτυα λαθρεμπορίου και ναρκωτικών), το 2018 είχαν ξεχωρίσει δύο πρόσωπα ως ηγετικές μορφές: κάποιος Musa με καταγωγή από τη Γκάμπια και κάποιος Nuro Adremane από τη Μοζαμβίκη. Ο καθηγητής Eric Morier-Genoud του Πανεπ. του Μπέλφαστ υποστηρίζει ότι η οργάνωση ξεκίνησε από κάποιον μουσουλμάνο ιεροκήρυκα ονόματι Sualehe Rafayel όταν επέστρεψε το 2007 από την Τανζανία ενώ άλλοι τη συνδέουν και με τους μαθητές του εξτρεμιστή ιμάμη Aboud Rogo Mohammed από την Κένυα που σκοτώθηκε κάτω από ανεξιχνίαστες συνθήκες το 2012. Υπάρχουν ελάχιστες πληροφορίες για τον Yasir Hassan, τον οποίο οι ΗΠΑ υπέδειξαν ως αρχηγό της οργάνωσης τώρα.
[4] H αποστολή της Ε.Ε. αποτελείται από στρατιωτικό και πολιτικό προσωπικό 118 ατόμων από 12 χώρες [Αυστρία, Βέλγιο, Εσθονία, Φινλανδία, Γαλλία, Ιταλία, Λιθουανία, Πορτογαλία, Ρουμανία, Ισπανία, Σουηδία και Ελλάδα]. Η πλειοψηφία τους είναι από την Πορτογαλία, η οποία φαίνεται να επιδιώκει να ισχυροποιήσει την παρουσία της στα εσωτερικά της πρώην αποικίας της.
[5] Το Cabo Delgado αποτελεί διαμετακομιστικό κόμβο του παγκόσμιου εμπορίου ναρκωτικών από το Αφγανιστάν και το Πακιστάν προς το Κέηπ Τάουν απ’όπου στη συνέχεια μεταφέρεται σε Αμερική και Ευρώπη. Η κατοχή ενός σημαντικού λιμανιού όπως η Mocimboa da Praia επέτρεψε στους ισλαμιστές να επωφεληθούν, και κατόπιν, να χρησιμοποιούν τα χρήματα για εξοπλισμό και επάνδρωση με πρώην στελέχη του στρατού.
Πηγές αναφοράς
⦁ Jemma Carr “Bodies of 12 beheaded white expats are found after ISIS massacre in Mozambique town where British worker was killed in desperate escape bid”. Daily Mail Online, 08 Aπρ. 2021
⦁ Roland Oliphant & Peta Thornycroft “Mass beheadings and vast untapped wealth: Inside the mysterious Islamist insurgency sweeping Mozambique”. The Telegraph, Aπρ. 2021
⦁ Andrew Meldrum “Rebels leave beheaded bodies in streets of Mozambique town” AP news, 29 Μαρτ.2021
⦁ Joseph Hanlon “Mozambique: Why were the ‘experts’ surprised by the occupation of Palma?”. The Africa Report, 8 Aπρ. 2021.
⦁ “State Department Terrorist Designations of ISIS Affiliates and Leaders in the Democratic Republic of the Congo and Mozambique”. Media Note; Office of the Spokesperson, 10 Μαρτ. 2021
⦁ Emilia Columbo, Judd Devermont & Jacob Kurtzer “Mozambique: The Problem with Foreign Terrorist Organization (FTO) Designations”. CSIS.org, 12 Mart. 2021
⦁ Alex Crawford “Mozambique: Bodies in the street and hospital vandalised – Sky News first to see devastation left by extremists”. Sky News, 6 Απρ. 2021.
⦁ “Mozambique insurgency: Key port retaken from insurgents – Rwanda”. BBC.com. 8 Αυγ. 2021.
⦁ Eva Renon “Terrorism in Mozambique’s Cabo Delgado province: Examining the data and what to expect in the coming years”. IHS Markit. 5 Απρ. 2021.
⦁ America Hernandez “TotalEnergies prepares for Mozambique LNG restart”. Reuters. 23 Μαϊου 2023.
⦁ US Dept. of State “Designations of ISIS-Mozambique, JNIM, and al-Shabaab Leaders”. State.gov. 6 Αυγ 2021.
⦁ Jose Tembe & Will Ross “Most wanted terrorist killed, says Mozambique”. BBC.com. 25 Αυγ 2023
⦁ Joseph Hanlon “Mozambique insurgency: Why 24 countries have sent troops. BBC.com. 25 Μαϊ 2022
⦁ Η ιστοσελίδα της Εκπαιδευτικής Αποστολής της ΕΕ στη Μοζαμβίκη [European Union Training Mission in Mozambique]: https://www.eeas.europa.eu/eutm-mozambique_en?s=4411