Ο αρχικός τίτλος της ταινίας ήταν «Αθήνα ή τρεις επισκέψεις στην Ακρόπολη», ωστόσο έγινε γνωστή και κυκλοφόρησε με τον τίτλο «Αθήνα, επιστροφή στην Ακρόπολη». Γυρίστηκε με αφορμή την ανακήρυξη της Αθήνας ως πολιτιστικής πρωτεύουσας της Ευρώπης (1985) και αποτελεί μια βαθιά προσωπική ματιά του σκηνοθέτη για την πόλη που γεννήθηκε και μεγάλωσε, καθώς και για την ιστορική της σημασία στο παρελθόν και σήμερα.
Η σκηνοθεσία και το σενάριο είναι του Θόδωρου Αγγελόπουλου και βασίστηκε στην ποίηση του Γιώργου Σεφέρη και στη ζωγραφική του Γιάννη Τσαρούχη.
«Η ταινία αυτή είναι ένα ταξίδι στον χρόνο, ένα ταξίδι στη μνήμη και ένα ταξίδι στον τόπο. Μιλάει για μία πόλη, η οποία συνέχεια κατεδαφίζεται και ξαναχτίζεται για να κατεδαφιστεί και πάλι, ένα πραγματικό σκηνικό το οποίο κρύβει μέσα του όλα τα σημάδια ιστορίας και αλήθειας, τα οποία πρέπει να αναζητήσει κανείς»
«Αισθάνομαι ότι αυτό το οποίο μένει τελικά από αυτή την προσωπική αφήγηση- πορεία είναι τα σημάδια που αφήνει η τέχνη. Όλη την ταινία διατρέχουν οι εικόνες του Τσαρούχη, οι μελωδίες των Χατζιδάκι, Θεοδωράκη, πλάνα με ένα πιάνο σε μία άδεια πλατεία Αβησσυνίας, οι λέξεις των ποιητών και όλα αυτά πάνω σε επιφάνειες, σε δρόμους, σε τοίχους. Οι άνθρωποι εμφανίζονται σχεδόν σαν φαντάσματα. Έρχονται και περνούν γενεές για να αφήνουν πίσω τους τα σημάδια αυτά»
«Μέσα από το φιλμ μάς ζητάει να κάνουμε ένα βήμα πίσω, να αναρωτηθούμε τι ξέρουμε εμείς για την Αθήνα και τελικά τι ξέρουμε για τον ίδιο μας τον εαυτό.. Ίσως ο τρόπος αυτός που διάλεξε ο Θόδωρος Αγγελόπουλος να αφηγηθεί αυτή την ταινία, με αυτά τα βαθιά προσωπικά ερωτήματα, μας θυμίζει με κάποιο τρόπο ότι το σημαντικό ντοκιμαντέρ, πάντα, στην ουσία του είναι μία ταινία μυθοπλασίας»
Κατερίνα Πατρώνη
Αθήνα, Θέατρο του Διονύσου. Σκοτάδι και στο κέντρο ένας φωτεινός κύκλος. Μέσα στον κύκλο, ένας νέος με κοντό άσπρο παντελόνι και φτερά αγγέλου. Πίσω του, μια δίκυκλη μοτοσικλέτα.
Σηκώνει το κεφάλι προς τις αρχαίες κερκίδες και φωνάζει.
AΦHΓHTHΣ
Δεν ξέχασα τίποτα
Όλα είναι στη θέση τους, τακτοποιημένα κατά σειρά,
περιμένονταςτο χέρι να διαλέξει·
μόνο δεν μπόρεσα να βρω τα παιδικά χρόνια,
μήτε τον τόπο όπου γεννήθηκε ο ήρωας του δράματος.
Όλα τ’ άλλα, να τα:
οι προσωπίδες για τα τρία κύρια συναισθήματα,
τα παραπετάσματα, τα φώτα,
τα σκοτωμένα παιδιά της Μήδειας,
το φαρμάκι και το μαχαίρι.
Τα λόγια, τα θυμάσαι, που αρχίζουν:
Aρκείτωβίος! Ιώ! Iώ!
Αυτόςείναι ο διακόπτης των μικροφώνων.
Θα σ’ ακούσουν ως τα πέρατα του κόσμου.
Eμπρός,προβολέα! Καλή τύχη!
Αθήνα, σήμερα. H πόλη από ψηλά. AΦΗΓΗΤΗΣ.: «Τι ξέρεις για την Αθήνα;» αναρωτήθηκα.
Αλήθεια, τι ξέρω για την Αθήνα χωρίς να καταφύγω στη βιβλιοθήκη, έτσι ταξιδεύοντας στην
πόλη και μιλώντας γι’ αυτήν,
για τα δυο τρία πράγματα που ξέρω γι’ αυτήν;
Ξέρω ότι… εδώ, κάποτε, μαζεύτηκαν απ’ όλα τα μέρη της Eλλάδας φιλόσοφοι, ποιητές, καλλιτέχνες κι έκαναν την πόλη αυτή κέντρο του πιο μεγάλου πολιτισμού. H ευρωπαϊκή συνείδηση αρχίζει με την Αθήνα.
Ξέρω ότι… εδώ, σ’ αυτή τη γέρικη πόλη των τεσσάρων χιλιάδων χρόνων, γεννήθηκαν όλα· ότι όλοι και όλα πέρασαν από δω· όλες οι ράτσες, οι γλώσσες, οι σημαίες, οι ιδέες.
O Περικλής, το 431 π.X., μιλώντας στους Αθηναίους, έλεγε: «Να θαυμάζετε καθημερινά την πραγματικότητα που σας περιβάλλει. Αυτή την πόλη, σε όλο της το μεγαλείο, αγαπήστε την σαν εραστές. Σημάδια της δύναμής της δε λείπουν· και θ’ αφήσουμε τόσα και τόσο μεγαλόπρεπα, πουθ α προκαλούν το θαυμασμό στον αιώνα μας και στους αιώνες που θα ’ρθουν».
Ξέρω, ακόμα, κάτι άλλο: τ’ όνομά της –παλιά, πολύ παλιά–σήμαινε λουλούδι