Διαλεκτικός Υλισμός: Η γνωσιοθεωρία του Μαρξισμού

Προσέγγιση συνείδησης: προσεχτική μελέτη της πρακτικής δράσης του ανθρώπου, τις αμοιβαίες σχέσεις και συνδέσεις του με το γύρω του κοινωνικό και φυσικό περιβάλλον.

Η ψυχικότητα είναι το αποτέλεσμα της υλικής λειτουργίας του εγκεφάλου.

Η συνείδηση είναι προϊόν του εγκεφάλου, προϊόν της ανώτερα οργανωμένης ύλης, είναι λειτουργία του εγκεφάλου, ενώ ο εγκέφαλος είναι όργανο της συνείδησης, όργανο της νόησης.

Αποκαλώντας τη συνείδηση προϊόν της ύλης, δε θέλουμε να πούμε ότι η συνείδηση που γεννιέται από την ύλη και εξαρτιέται από αυτήν, υπάρχει σαν κάτι το εξωτερικό προς αυτήν και παράλληλα σε αυτή.

Τα φυσιολογικά προτσές του σκεπτόμενου εγκεφάλου και η νόηση, η συνείδηση δεν είναι δύο παράλληλα προτσές, άλλα ένα ενιαίο προτσές.

Η συνείδηση είναι προϊόν της λειτουργίας του εγκεφάλου. Εμφανίζεται και σχηματίζεται όμως στον εγκέφαλο μόνο χάρη στην υλική σύνδεση του εγκεφάλου με τον εξωτερικό κόσμο.

Έτσι η πηγή των συναισθημάτων είναι ο εξωτερικός κόσμος, η ύλη, το υλικό περιβάλλον, τα φαινόμενα και τα αντικείμενα που το αποτελούν.

Οι ιδιότητες των υλικών πραγμάτων δεν μας προκαλούν συναισθήματα τυχαία, εναλλάσσονται με χαοτικό τρόπο, αλλά πλέρια καθορισμένα αισθήματα που αντιστοιχούν στην αντικειμενική φύση των υλικών πραγμάτων.

Η αντίληψη είναι το σύνολο των αισθημάτων που βρίσκονται σε αλληλοσύνδεση αντίστοιχη με την αλληλοσύνδεση των ιδιοτήτων του αντικειμένου που προκάλεσε τη δοσμένη αντίληψη.

Τα αισθήματα και οι αντιλήψεις αποτελούν απεικονίσεις, φωτογραφίες, έκτυπα των υλικών αντικειμένων.

Το αίσθημα και η αντίληψη σαν είδος αντανάκλασης του κόσμου χαρακτηρίζεται από δύο ιδιομορφίες: α) το αίσθημα είναι άμεση αντανάκλαση του υλικού κόσμου, β) το αίσθημα είναι πάντα αντανάκλαση ορισμένων ιδιοτήτων συγκεκριμένων υλικών αντικειμένων, στη δοσμένη στιγμή, στις δοσμένες περιστάσεις.

Τα αισθητήρια όργανα του ανθρώπου είναι προϊόν όχι μόνο της βιολογικής, άλλα και της κοινωνικής ανάπτυξης.

Η αντίληψη του κόσμου από τον άνθρωπο δεν είναι μια παθητική ενατένιση, δεν είναι μια νεκρή κατοπτρική αντανάκλαση, άλλα μια εκδήλωση ενεργητικής στάσης. Ο άνθρωπος αισθάνεται, αντιλαμβάνεται τα αντικείμενα και τα φαινόμενα του γύρω κόσμου στην πορεία της εργασίας, της κοινωνικής μεταμορφωτικής δράσης.

Φαντασία: Εφόσον οι παραστάσεις δε συνδέονται με τη παρουσία αισθημάτων στη δοσμένη στιγμή, έχουν μια σχετική αυτοτέλεια και μπορούν να συνδυαστούν μεταξύ τους αυθαίρετα στο νου. Η φαντασία του ανθρώπου μπορεί να συνδυάζει τα στοιχεία των πιο ποικίλων παραστάσεων, οι οποίες δημιουργήθηκαν με βάση τα αισθήματα και τις αντιλήψεις που υπήρξαν κάποτε, αλλά, σε τελευταία ανάλυση όλα αυτά τα στοιχεία είναι αντανακλαστικά της αντικειμενικής πραγματικότητας.

Πως μπορούμε να διακρίνουμε μια σωστή γνώση, την αντικειμενική αντανάκλαση του υλικού κόσμου, από τα λάθη και τις πλάνες; Μέσω της πρακτικής δράσης των ανθρώπων.

Μορφές αντανάκλασης

α) Φυσική: εκφράζεται σε μια μεταβολή της φυσικής κατάστασης αυτών των αντικειμένων και στην εμφάνιση ορισμένων φυσικών αντιδράσεων που βρίσκονται σε νομοτελειακή σχέση με αυτές τις εξωτερικές επιδράσεις.

β) Βιολογική (ερεθισιμότητα): η ικανότητα κάθε οργανισμού να απαντά στις εξωτερικές επιδράσεις με την επιτάχυνση ή την επιβράδυνση ανταλλαγής ουσιών, μετατόπιση στο χώρο, κλπ.

Εξαρτημένα ανακλαστικά: Οι απαντητικές αντιδράσεις των ζώων όχι στους βιοτικούς παράγοντες, αλλά στα σήματά τους, αντιδράσεις που διαμορφώνονται από το κάθε ζώο στο προτσές της ατομικής του ζωής με βάση την πείρα της ύπαρξής του στις δοσμένες συνθήκες.

Απόλυτα ανακλαστικά: οι απαντητικές αντιδράσεις των ζώων στους άμεσους βιοτικούς παράγοντες, αντιδράσεις που σχηματίστηκαν στο προτσές της εξέλιξης των ζώων του δοσμένου είδους, εδραιώθηκαν σταθερά και μεταβιβάζονται κληρονομικά από γενιά σε γενιά.

Το σύνολο των απόλυτων και εξαρτημένων ανακλαστικών είναι η ανώτερη μορφή αντανάκλασης από αυτά των συνθηκών τους ύπαρξης.

Ανθρώπινη μορφή αντανάκλασης: Σήματα της πραγματικότητας είναι για τα ζώα φαινόμενα αβιοτικού χαρακτήρα, που έχουν συνδεθεί πρόσκαιρα με βιοτικά φαινόμενα. Το σύνολο των σημάτων που εκφράζει όλο τον πλούτο των συνδέσεων του ζώου με τις εξωτερικές συνθήκες ονομάζεται (Παβλώφ) πρώτο σύστημα σημάτων.

Στον άνθρωπο αποφασιστικό ρόλο παίζει το δεύτερο σύστημα σημάτων: αυτό το συγκροτούν οι λέξεις, ακουστές ή ορατές, ο ανθρώπινος λόγος. Οι λέξεις είναι ερεθιστήρια στον ίδιο βαθμό πραγματικά όσο και όλα τα άλλα εξωτερικά ερεθιστήρια. Έχουν όμως μια ιδιομορφία που συνιστάται στο ότι αποτελούν σημάνσεις, σήματα των σωμάτων και των φαινομένων που συγκροτούν το πρώτο σύστημα σημάτων.

Καθετί που αντανακλάται στο πρώτο σύστημα σημάτων και που ύστερα σηματοδοτείται με τη λέξη, γίνεται συνειδητά.

Η ανθρώπινη μορφή αντανάκλασης (η συνείδηση) έχει κι ένα άλλο σπουδαιότατο γνώρισμα: η συνείδηση αποδείχνεται ότι είναι ένας εξαιρετικά ενεργητικός παράγοντας στην επενέργεια του ανθρώπου πάνω στη φύση με την εργασία του.

Αντίθετα τα ζώα προσαρμόζονται απλώς στο εξωτερικό περιβάλλον. Η συνείδηση του ανθρώπου, η οποία είναι προϊόν των ιστορικών κοινωνικών συνθηκών της ύπαρξής του, της κοινωνικής πρακτικής δράσης του, γίνεται η ίδια ένας ισχυρός παράγοντας της πρακτικής δράσης.

Ο ενσυνείδητος παράγοντας της αντανάκλασης του εξωτερικού κόσμου από τους ανθρώπους κάνει ώστε η συμπεριφορά τους να ελέγχεται από το λογικό τους. Ο άνθρωπος δεν είναι κάτι αυτόματο, που υποτάσσεται στη δράση κάποιων ‘υποσυνείδητων’, ‘άλογων’ δυνάμεων, ‘τυφλών ενστίκτων’, όπως λόγου χάρη προσπαθούν να παρουσιάσουν το ζήτημα οι φροϋδιστές.

Το λογικό και η βούληση παίζουν τεράστιο ρόλο στη συμπεριφορά του ανθρώπου. Αυτό τον ξεχωρίζει από τα ζώα και τον ανεβάζει πάνω από την όλη την υπόλοιπη φύση που κι ο ίδιος αποτελεί μέρος της. Ο άνθρωπος όμως δεν είναι μόνο φυσικό, άλλα, πρώτα από όλα, κοινωνικό ον.

Αν η συνείδηση είναι αντανάκλαση του εξωτερικού κόσμου, αυτό σημαίνει ότι είναι δευτερεύον στοιχείο σε σχέση με αυτό τον κόσμο κι ότι ο κόσμος υπάρχει αντικειμενικά, ανεξάρτητα από την συνείδηση, γιατί η αντανάκλαση δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς αυτό που αντανακλάται, ενώ το αντανακλόμενο υπάρχει ανεξάρτητα από την αντανάκλασή του.

Η αντιφατικότητα των μαρτυριών των αισθητήριων οργάνων: οι μαρτυρίες αυτές μας εξαπατούν, άλλα αντανακλούν το γεγονός ότι τα προτσές συντελούνται στα σώματα με διαφορετικό τρόπο, σε συνάρτηση με το τι συνέβηκε νωρίτερα με αυτά τα σώματα, σε συνάρτηση με την προγενέστερη ‘ιστορία’ τους, πριν την έναρξη του δοσμένου προτσές.

Τις μαρτυρίες των αισθητήριων οργάνων, οι οποίες είναι η πηγή όλων των γνώσεών μας πρέπει να ξέρουμε να τις διαβάζουμε και να τις αναλύουμε σωστά και τότε θα φανεί ότι οι μαρτυρίες αντανακλούν τον κόσμο πολύ καλύτερα και πολύ πιστότερα από ότι νομίζαμε στην αρχή.

Στην πραγματικότητα, στη ζωή μας μαθαίνουμε βαθμιαία να ανακαλύπτουμε το νόημα εκείνου που μας δίνουν οι μαρτυρίες των αισθητήριων οργάνων μας.

Άλλα, ξέρω να χρησιμοποιώ τα αισθητήρια όργανα σημαίνει συνδέω τη λειτουργία τους με τη λειτουργία της νόησης. Μόνο χάρη στη αδιάρρηκτη ενότητα των αισθημάτων και της νόησης πετυχαίνεται η πιστή αντανάκλαση της πραγματικότητας.

Το αρχικά εμφανιζόμενο είδωλο των υλικών αντικειμένων γίνεται βαθμιαία πιστότερο, πλουτίζεται, τελειοποιείται με βάση τις αντιλήψεις που επαναλήφθηκαν πολλές φορές, με βάση την εργασία της σκέψης και την επαλήθευσή της από τα διάφορα αισθητήρια όργανα, με βάση την πολύπλευρη πρακτική δράση του ανθρώπου.

Η αντανάκλαση των πραγμάτων στη συνείδησή μας δεν είναι μια μοναδική στιγμιαία πράξη, δεν είναι ένα ακίνητο νεκρό καλούπι, αλλά ένα προτσές που περνάει από διάφορα στάδια, ένα ενεργητικό προτσές αναζητήσεων, δοκιμών.

Η αντανάκλαση του αντικειμενικού κόσμου στη συνείδηση είναι αντικειμενική ως προς την προέλευσή της, ως προς την πηγή και περιεχόμενό της.

Οι τέτοιου είδους παραστάσεις και σκέψεις που το περιεχόμενό τους αντιστοιχεί στα αντικείμενα, που ανακλώνται από τη συνείδηση και γιαυτό δεν εξαρτιέται από τον άνθρωπο ή την ανθρωπότητα, ονομάζονται αντικειμενική αλήθεια.

Το γεγονός ότι υπάρχει αντικειμενική αλήθεια σημαίνει ότι ο κόσμος δεν είναι μόνο υλικός αλλά και γνώσιμος, γιατί η γνωσιμότητα του κόσμου είναι ακριβώς η δυνατότητα επίτευξης της αντικειμενικής αλήθειας.

Η ύπαρξή της όμως εκφράζεται κιόλας στο γεγονός ότι ξεκινώντας από τις γνώσεις μας για τα πράγματα, για τον εξωτερικό κόσμο, πετυχαίνουμε στη πράξη γενικά τα αποτελέσματα που περιμένουμε. Και αν αυτό δεν το πετυχαίνουμε, αργά ή γρήγορα βρίσκουμε τα λάθη που υπάρχουν στις γνώσεις μας και στους συλλογισμούς μας και τα διορθώνουμε.

Η αντικειμενική αλήθεια είναι τέτοια που πρώτον, δεν εξαρτιέται από το γεγονός ότι την αναγνωρίζουν λίγοι ή πολλοί άνθρωποι. Αργά ή γρήγορα κατακτά τα μυαλά των ανθρώπων. Τρίτο, η αντικειμενική αλήθεια, αν εφαρμόζεται σωστά οδηγεί σε επιτυχή αποτελέσματα στην πρακτική δράση.

Ασφαλώς η αντικειμενική αλήθεια γίνεται αργά ή γρήγορα ‘γενικά ισχύουσα’, δλδ γενικά παραδεκτή, ωστόσο η ουσία της δεν έγκειται σε αυτό. Δεν έχει σημασία πόσοι άνθρωποι την παραδέχονται, άλλα το ότι είναι σωστή, ότι ανταποκρίνεται στην αντικειμενική πραγματικότητα.

Μια ορισμένη θέση είναι αληθινή, όχι γιατί είναι γενικά ισχύουσα, αλλά γιατί αντανακλά σωστά την πραγματικότητα και επιβεβαιώνεται από την πράξη.

Ασφαλώς η αλήθεια που εφαρμόζεται σωστά στη πράξη οδηγεί στη επιτυχία. Αυτό δεν σημαίνει ότι κάθε τι που οδηγείς την επιτυχία είναι αληθινό.

Η γνώση είναι αντανάκλαση της πραγματικότητας. Αποτελεί πολύπλοκο διαλεκτικό προτσές διείσδυσης του νου στην ουσία των πραγμάτων. Η γνώση συντελείται με την εμφάνιση και τη λύση αντιφάσεων και έχει ενεργητικό, δημιουργικό χαρακτήρα: η γνώση αποκαλύπτοντας τις νομοτέλειες του αντικειμενικού κόσμου δείχνει το δρόμο του μετασχηματισμού, της αλλαγής του.

Από την άγνοια προκύπτει η γνώση, η γνώση η όχι ακριβής γίνεται πληρέστερη και ακριβέστερη.

Τελικός σκοπός της γνώσης είναι η ικανοποίηση των κοινωνικών απαραίτητων πρακτικών αλλαγών.

Η τυπική λογική είναι η επιστήμη των μορφών της νόησης, των κανόνων και των μορφών επακολούθησης μιας κρίσης από άλλες. Μελετάει τις μορφές της νόησης από την πλευρά της δομής τους, περιγράφει τους πιο απλούς τρόπους νόησης, που χρησιμοποιούνται στη γνώση της πραγματικότητας, διατυπώνει τους κανόνες της συναγωγής μιας κρίσης από άλλες.

Η ικανότητα να συνδέει κανείς σωστά τις σκέψεις στους συλλογισμούς είναι απαραίτητος όρος μιας στοιχειώδικα ορθή νόησης.

Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της τυπικής λογικής είναι ότι στη μελέτη της διάρθρωσης των μορφών της νόησης, κάνει αφαίρεσητης γένεσης και της ανάπτυξης αυτών των μορφών.

Ο νόμος της ταυτότητας λέει ότι μια και η ίδια σκέψη στα πλαίσια κάποιου συλλογισμού οφείλει να είναι ταυτόσημη με τον εαυτό της.

Ο νόμος της αντίφασης απαγορεύει τις λογικές αντιφάσεις στη νόηση: δύο κρίσεις από τις οποίες στη μία βεβαιώνεται κάτι για ένα αντικείμενο και στην άλλη, για το ίδιο αντικείμενο, στο ίδιο χρονικό διάστημα και από την ίδια άποψη έχουμε άρνηση εκείνου που βεβαιώνεται στην πρώτη κρίση, δεν μπορούν να είναι ταυτόχρονα αληθινές.

Ο νόμος του αποκλειόμενου τρίτου ορίζει ότι δύο αντικειμενικές κρίσεις που η μία αρνείται δεν μπορεί να είναι ταυτόχρονα λαθεμένες.

Ο νόμος του αποχρώντος λόγου θεσπίζει ότι κάθε κρίση μπορεί να θεωρείται αληθινή μόνο όταν προσκομιστούν επαρκείς λόγοι της αλήθειας της.

Οι νόμοι της νόησης που περιγράφονται από την τυπική λογική αντανακλούν τις πιο απλές σχέσεις των πραγμάτων.

Οι νόμοι της τυπικής λογικής αντανακλούν μια ορισμένη πλευρά των αντικειμένων –το στοιχείο της σταθερότητας και σχετικής τους μονιμότητας.

Αποτελεί προπαντός μέθοδο για την ανακάλυψη καινούργιων αποτελεσμάτων, για το πέρασμα από το γνωστό στο άγνωστο.

Είναι δυνατό όταν μελετούμε τις μορφές της νόησης, να κάνουμε αφαίρεση της ανάπτυξής τους.

Διαλεκτική λογική: οι νόμοι της σύνδεσης των έτοιμων μορφών της νόησης, της διάρθρωσης της νόησης μπορούν να κατανοηθούν μόνο με βάση τη γνώση των νόμων ανάπτυξης της νόησης, της γνώσης.

Λένιν (φιλοσοφικά τετράδια): «Η λογική είναι διδασκαλία όχι για τις εξωτερικές μορφές της νόησης, άλλα για τους νόμους ανάπτυξης όλων των υλικών, των φυσικών και πνευματικών πραγμάτων, δηλαδή της ανάπτυξης όλου του συγκεκριμένου περιεχομένου του κόσμου και της γνώσης του, δηλαδή είναι η ανακεφαλαίωση, το σύνολο, το πόρισμα της ιστορίας της γνώσης του κόσμου.»

Το κύριο πρόβλημα της διαλεκτικής λογικής είναι το πρόβλημα της αλήθειας. Η διαλεκτική λογική εξετάζει τις μορφές της νόησης από άποψη περιεχομένου, δείχνει με πιο τρόπο πετυχαίνεται στις μορφές της νόησης η αληθινή γνώση για τον κόσμο.

Η διαλεκτική λογική απαιτεί, το αντικείμενο και η αντανάκλασή του στη συνείδηση των ανθρώπων να εξετάζονται ολόπλευρα:στην ανάπτυξη, στην αυτοκίνηση, στους ουσιώδεις δεσμούς με τα άλλα αντικείμενα, στην εμφάνιση και τη λύση των αντιφάσεων, στις ποσοτικές και ποιοτικές αλλαγές τους κλπ.

Ενάντια στον Εμπειρισμό: η θεωρητική νόηση είναι ξένη προς αυτόν. Στην πράξη όμως ακόμα και για να συνδέσουμε δύο γεγονότα είναι απαραίτητη η νόηση με τη βοήθεια εννοιών.

Ενάντια στον εμπειρισμό τάχθηκαν οι ορθολογιστές που νόμιζαν ότι η νόηση φθάνει στην ουσία των πραγμάτων άμεσα, παρακάμπτοντας την εμπειρία.

Όλες τις γνώσεις τις αντλούμε από τον εξωτερικό κόσμο με την αισθησιακή εμπειρία και τη νόηση που αναπτύσσεται με βάση τα αισθήματα και τις αντιλήψεις. Επίσης δεν υπάρχουν έμφυτες ιδέες. Οι άνθρωποι αποκτούν τις γνώσεις τους στην πορεία της ζωής τους στο κοινωνικό περιβάλλον.

Θα ήταν παράλογο να σκεφτούμε ότι το κάθε άτομο αντλεί όλες τις γνώσεις του για τον πραγματικό κόσμο από τη δική του πείρα. Ο άνθρωπος χρησιμοποιεί όλη την εμπειρία του ανθρώπινου γένους. Η άμεση εμπειρία του μεμονωμένου ανθρώπου, οσοδήποτε παρατηρητικός και οξυδερκής και αν είναι, είναι πολύ περιορισμένη. Οι σύγχρονες γνώσεις μας είναι αποτέλεσμα της πείρας όλων των ανθρώπων του παρελθόντος και του παρόντος. Όταν λέμε ότι όλες οι γνώσεις μας προέρχονται σε τελευταία ανάλυση, από την εμπειρία, το υποκείμενο αυτής της εμπειρίας είναι η ανθρωπότητα.

Τα δεδομένα των αισθητήριων οργάνων αποτελούν απλώς το θεμέλιο της γνώσεις μας κι όχι ολόκληρο το εποικοδόμημα της. Η νόηση προχωρεί παραπέρα στο δρόμο της αντικειμενικής αλήθειας, κατακτώντας τη γνώση των νόμων της κίνησης των φαινομένων, πράγμα απρόσιτο άμεσα από τα αισθήματα. Η νόηση συνδέεται με τα αισθήματα, ταυτόχρονα όμως διαφέρει ποιοτικά από αυτά.

Η πράξη είναι το θεμέλιο της ανθρώπινης γνώσης και το κριτήριο της αλήθειας της.

Η ανάπτυξη της γνώσης συντελείται με την αλληλεπίδραση των 3 αυτών στοιχείων: της ζωντανής ενατένισης, της νόησης και της πράξης.

Η πολύπλευρη γνώση του αντικειμένου είναι γνώση συγκεκριμένη. Η γνώση μιας οποιασδήποτε πλευρά του αντικειμένου είναι γνώση αφηρημένη. Οι αφηρημένοι προσδιορισμοί οδηγούν στην ανάπλαση του συγκεκριμένου μέσω της νόησης.

Για να καταλάβουμε τους νόμους της ανάπτυξης της γνώσης, τη διαλεκτική της, είναι απαραίτητο να εξηγήσουμε την αλληλουχία του ιστορικού και του λογικού στο προτσές της επίτευξης της συγκεκριμένης γνώσης του αντικειμένου.

Με τον όρο ιστορικό εννοούμε την κίνηση του ίδιου του πραγματικού αντικειμένου. Το λογικό είναι η αντανάκλαση του ιστορικού. Το ιστορικό είναι το πρωτεύον και το λογικό το δευτερεύον.

Το λογικό είναι γενικευμένη, διορθωμένη αντανάκλαση του ιστορικού με την έννοια ότι αντανακλάει την πραγματικότητα στη νομοτελειακή της ανάπτυξη, εξηγεί την αναγκαιότητα αυτής της ανάπτυξης.

Η ιστορική εξέταση χωρίς τη λογική εξέταση είναι τυφλή και η λογική εξέταση χωρίς την ιστορική είναι άστοχη.

Από το γεγονός ότι η μελέτη της ουσίας του αντικειμένου αποκαλύπτει σε κάποιο βαθμό και την ιστορία αυτού του αντικειμένου, δεν έπεται ότι το λογικό αποκλείει, ότι κάνει περιττή τη μελέτη της ιστορίας. Αντίθετα η διαλεκτική μέθοδος απαιτεί απαραίτητα να μελετάμε την πραγματική ιστορία του αντικειμένου σε όλες της τις λεπτομέρειες. Χωρίς την μελέτη της ιστορίας του αντικειμένου δεν υπάρχει ούτε η θεωρία του.

Μία από τις μορφές της νόησης είναι η κρίση, μέσω της οποίας γίνονται γνωστές διάφορες πλευρές, ιδιότητες, σχέσεις των αντικειμένων. Κρίση είναι η σκέψη που βεβαιώνει ή αρνείται κάτι για κατιτί. Σε αυτή αντανακλάται η διαλεκτική του ατομικού και του γενικού.

Συλλογισμός λέγεται η μορφή της νόησης, μέσω της οποίας, με βάση τη γνώση που έχουμε και που έχει θεσπιστεί προηγούμενα συνάγουμε καινούργια γνώση.

Επαγωγή: προτσές του συλλογισμού από το μερικό στο γενικό. Απαγωγή: προτσές του συλλογισμού από το γενικό στο μερικό.

Ο δρόμος προς την έγκυρη γνώση περνάει από τη διατύπωση υποθέσεων. Η επιστημονική θεωρεία είναι θεμελιωμένη πάνω στη θέση ότι κάθε στοιχείο σε ορισμένες συνθήκες μπορεί να μετατραπεί σε άλλο στοιχείο.

Η έννοια σαν μορφή της νόησης αντανακλάει την ουσία των φαινομένων.

Ανάλυση: ο νοερός χωρισμός του αντικειμένου στα συστατικά του μέρη με σκοπό την ανακάλυψη των πιο απλών στοιχείων του σύνθετου.

Ενότητα ανάλυσης και σύνθεσης: μέσα από αυτή συντελείται η ανάπλαση του συγκεκριμένου στη νόηση.

Οι πιο γενικές έννοιες, που αντανακλούν τις σπουδαιότερες ιδιότητες της νομοτέλειας του κόσμου, λέγονται κατηγορίες.

Πράξη ονομάζεται η αισθησιο-υλική δράση των ανθρώπων, που αλλάζει τα αντικείμενα, τα φαινόμενα, τα προτσές της πραγματικότητας. Η πράξη, που αποτελεί βάση της γνώσης, είναι μια αλληλεπίδραση του υποκειμένου (άνθρωπος) και του αντικειμένου (υλικού πράγματος) που έχει ως άμεσο αποτέλεσμα την αλλαγή του αντικειμένου.

Ο Μαρξισμός έδειξε ότι το κριτήριο της αλήθειας της γνώσης πρέπει να αναζητηθεί έξω από την γνώση –στη πράξη.

Μόνο η πράξη στην ανάπτυξή της μπορεί αν είναι κριτήριο της αλήθειας της αναπτυσσόμενης γνώσης.

Στη λύση του προβλήματος της αλήθειας υπάρχουν δύο πλευρές: 1. υπάρχει άραγε αντικειμενική αλήθεια; 2. πως κατακτείται η αντικειμενική αλήθεια: μονομιάς, σε όλη της την έκταση ή βαθμιαία; Το δεύτερο ερώτημα προϋποθέτει την εξήγηση της αλληλοσχέσης ανάμεσα στην απόλυτη και σχετική αλήθεια.

Δεν υπάρχουν όρια στη γνώση μας, δεν υπάρχουν πράγματα αγνώσιμα, υπάρχουν μόνο πράγματα που δεν έχουν ακόμα γνωσθεί και μπορούν να γνωσθούν στη πορεία της ανάπτυξης της επιστήμης.

Η αλήθεια είναι ένα προτσές (διαδικασία).

Καθήκον της γνώσης είναι η επίτευξη της αντικειμενικής αλήθειας, δηλ. μιας γνώσης που το περιεχόμενό της να μην εξαρτιέται από τον άνθρωπο. Η αντικειμενική αλήθεια, στην πλήρη και ολοκληρωμένη μορφή της ονομάζεται απόλυτη αλήθεια.

Απόλυτη αλήθεια είναι η γνώση που δεν μπορεί να αναιρεθεί από την παραπέρα πορεία ανάπτυξης της επιστήμης και πράξης.

Η απόλυτη αλήθεια υπάρχει όχι μόνο σαν όριο, προς το οποίο τείνει η γνώση μας και το οποίο, στην πραγματικότητα δεν το πετυχαίνει ποτέ.

Σε κάθε αντικειμενική αλήθεια υπάρχουν στοιχεία, πλευρές του απόλυτου.

Ο άνθρωπος δεν φτάνει μεμιάς στην απόλυτη αλήθεια. Αυτή σχηματίζεται από σχετικές αλήθειες.

Σχετική αλήθεια είναι η γνώση που βασικά αντανακλάει σωστά την πραγματικότητα, όχι όμως πλέρια, αλλά σε ορισμένα όρια, σε καθορισμένες συνθήκες και σχέσεις. Η γνώση αυτή στην παραπέρα ανάπτυξη της επιστήμης διευκρινίζεται, συμπληρώνεται, βαθαίνει, συγκεκριμενοποιείται.

Η σχετική αλήθεια περιέχει μια κατά προσέγγιση, μια όχι πλήρη, αντανάκλαση της πραγματικότητας.

Η απόλυτη και σχετική αλήθεια είναι δύο στοιχεία της αντικειμενικής αλήθειας. Αυτές δεν διαφέρουν ως προς την πηγή, αλλά ως προς τον βαθμό της ακρίβειας, της αντιστοιχίας και ως προς την πληρότητα αντανάκλασης της πραγματικότητας.

Οι μεταφυσικοί ανακηρύχνουν τη γνώση είτε μόνο απόλυτη είτε μόνο σχετική. Η αναγνώριση μόνο της απόλυτης αλήθειας είναι δογματισμός. Ο δογματικός δεν θεωρεί αληθινή τη σχετική γνώση. Δεν υπήρξε ποτέ όμως και δεν μπορεί να υπάρξει επιστήμη που να αποτελείται μόνο από αιώνιες, απόλυτες αλήθειες σε τελευταία ανάλυση.

Οι μεταφυσικοί που αναγνωρίσουν μόνο τη σχετική αλήθεια λέγονται ρελατιβιστές. Το γεγονός της μεταβλητότητας των ιδεών μας, τις αλλαγές στην επιστήμη και την ανατροπή των παλαιών εννοιών οι ρελατιβιστές τα ερμηνεύουν σαν απόδειξη της υποκειμενικότητας της αλήθειας.

Μια από τις πιο διαδεδομένες μορφές του ρελατιβισμού είναι ο συμβατισμός, που θεωρεί τις θέσεις της επιστήμης συμβάσεις, συμφωνίες, συμβατικές θέσεις.

Ο δρόμος για την αντικειμενική αλήθεια είναι πολύ δύσκολος, εμπεριέχει τη δυνατότητα για λάθη, όμως η γενική γραμμή ανάπτυξης της γνώσης είναι μια: με βάση την πράξη προς την πλήρη και ολόπλευρη αντανάκλαση της ουσίας των φαινομένων, προς την απόλυτη αλήθεια.

Η υλιστική διαλεκτική εμπεριέχει ένα στοιχείο ρελατιβισμού(αναγνωρίζει τη σχετικότητα των γνώσεών μας για τον εξωτερικό κόσμο), αλλά δεν ταυτίζεται με αυτόν. Ο ρελατιβιστής θεωρεί ότι η σχετική γνώση είναι μόνο σχετική. Στην πραγματικότητα όμως αυτή η γνώση εμπεριέχει ένα στοιχείο της απόλυτης γνώσης.

Η αλήθεια σαν προτσές είναι συγκεκριμένα ιστορική. Ο μαρξισμός ξεκινάει από το γεγονός ότι αφηρημένη αλήθεια δεν υπάρχει, η αλήθεια είναι πάντα συγκεκριμένη. Αυτό σημαίνει ότι οι θέσεις της επιστήμης αντανακλούν το αντικείμενο ή οποιαδήποτε πλευρά, ιδιότητά του σε καθορισμένες συνθήκες τόπου και χρόνου.

Ο Λένιν έγραφε: «Όλο το πνεύμα του μαρξισμού, όλο το σύστημά του απαιτεί κάθε θέση να εξετάζεται μόνο α) ιστορικά β) μόνο σε σύνδεση με τις άλλες γ) μόνο σε σύνδεση με την συγκεκριμένη πείρα της ιστορίας.»

Η ανάπτυξη της γνώσης, το προτσές της επίτευξης της συγκεκριμένης αλήθειας προϋποθέτει τη συνεχή αλληλεπίδραση της θεωρίας και της πράξης.

Βιβλιογραφία

Ένγκελς Φ. «Αντί-ντύρινγκ»

Λένιν Β. Ι. «Υλισμός και Εμπειριοκριτισμός», στα «Άπαντα», τόμος 18
erodotos.wordpress.com

, , , , , ,

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *