Στο παρόν άρθρο εξετάζεται η περίπτωση ενός αμφιλεγόμενου, αν όχι και επικίνδυνου, Βρετανού φιλοσόφου, του Νικ Λαντ. Η φιλοσοφική δραστηριότητα του Λαντ δεν είναι μια μικρής απήχησης ακαδημαϊκή ενασχόληση. Ο Βρετανός φιλόσοφος ως ανορθόδοξος και αποκλίνων δεν είναι φανερά επιδραστικός. Παρά ταύτα ασκεί επιρροή στους κύκλους των φουτουριστών της Σίλικον Βάλλεϋ. Ένας «εξημερωμένος» λαντισμός είναι διάχυτος στο οικοσύστημα των τεχνολογικών εταιρειών της περιοχής.
Ευάγγελος Κοροβίνης – 31/10/2025 – ΑΝΤΙΦΩΝΟ
Το έργο του Νικ Λαντ εκτυλίσσεται σε δυο περιόδους. Αρχικά φαίνεται να υποστηρίζει αναρχοκαπιταλιστικές θέσεις, ενώ αργότερα στρέφεται προς τον τεχνοδεσποτισμό. Το κοινό νήμα που συνδέει τις δυο περιόδους είναι ο επιταχυντισμός, η επιδίωξη μιας πάση θυσία επιτάχυνσης της τεχνολογικής εξέλιξης, με απώτερο στόχο την μετάβαση σε μια υπερτεχνολογική, μετα-ανθρώπινη και μετα-ζωική εποχή.
Η αρχική ώθηση προς τον επιταχυντισμό δόθηκε στον Λαντ από την γνωριμία του με το έργο δύο γνωστών Γάλλων φιλοσόφων, του Gilles Deleuze και του Felix Guattari. Οι δυο Γάλλοι φιλόσοφοι, αντίθετα με όσους ήθελαν να αμβλύνουν τις αποδιοργανωτικές τάσεις του όψιμου καπιταλισμού -την αποσάθρωση των παραδοσιακών κοινωνικών δεσμών- υποστήριζαν ότι οι τάσεις αυτές και οι ροπές έπρεπε να ενισχυθούν. Οι προαναφερθέντες φιλόσοφοι οδηγήθηκαν στην θέση τους αυτή και στην αναμονή μιας κυβερνο-επανάστασης, μετά την αποτυχία των κινημάτων που πήγασαν από τον Μάη του 1968. Η κυβερνο-επανάσταση θα σάρωνε τις παραδοσιακές ιεραρχίες και θα επέτρεπε -υποτίθεται- την ριζική αποκέντρωση και την απελευθέρωση από όλα τα συστήματα ελέγχου.
Ο Νικ Λαντ ξεκίνησε λοιπόν διδάσκοντας ηπειρωτική φιλοσοφία στο αγγλικό περιφερειακό Πανεπιστήμιο του Warwick το 1987. Στην συνέχεια, στην δεκαετία του 1990, δημιούργησε στα πλαίσια αυτού του ιδρύματος μια κολεκτίβα στους κόλπους της οποίας αναμειγνύονταν η διδασκαλία του φουτουρισμού, της φιλοσοφίας, του αποκρυφισμού, της θεωρίας της περιπλοκότητας και της επιστημονικής φαντασίας. Ο Λαντ είχε τότε μια αισιόδοξη αναρχο-καπιταλιστικού χαρακτήρα άποψη. Ότι δηλαδή η εκθετική επιτάχυνση της τεχνολογίας θα οδηγούσε στην πλήρη χειραφέτηση του ανθρώπου.
Ο Νικ Λαντ πίστευε ότι η λογική κατάληξη του καπιταλισμού και της νεωτερικότητας είναι η ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης. Για τον Βρετανό φιλόσοφο η ίδια η καπιταλιστική αγορά, από την σύσταση της, δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια πρώιμη μορφή τεχνητής νοημοσύνης, αφού τείνει εξαρχής να αυτορρυθμίζεται, να εξελίσσεται και να λειτουργεί αποτελεσματικά και με αυτόνομο τρόπο. Τα πράγματα θα οδηγηθούν, έλεγε, στην ανάπτυξη υπερ-νοημοσύνης που ούτε οι ίδιοι οι δημιουργοί της δεν θα μπορούν να την κατανοήσουν πλήρως.
Την αισιόδοξη αυτήν αναρχο-καπιταλιστική περίοδο διαδέχεται μια σκοτεινή και απαισιόδοξη. Ο Λαντ τώρα συμβάλλει στο ρεύμα του λεγόμενου Σκοτεινού Διαφωτισμού. Το νεο-αντιδραστικό κίνημα που απέρρευσε από το ρεύμα του Σκοτεινού Διαφωτισμού αντιτάσσεται στον εξισωτισμό και τον κοινοβουλευτισμό. Στην φάση αυτή ο Λαντ παραμένει επιταχυντιστής τονίζοντάς όμως, όπως θα φανεί παρακάτω, ότι οι εξισωτικές και δημοκρατικές πολιτικές καθυστερούν την τεχνολογική πρόοδο.
Αυτό που χωρίζει την αισιόδοξη από την απαισιόδοξη περίοδο είναι η αποτυχία της κυβερνο-επανάστασης, την οποία ο Λαντ και ο κύκλος του ανέμεναν από την δεκαετία του 1990. Αντί της διάλυσης των ιεραρχιών, των παραδόσεων και των συγκεντρωτικών οργανωτικών πλαισίων, η δεκαετία του 1990 κατέληξε στο σπάσιμο της φούσκας των dot.com και στην δημιουργία του Facebook. Με την δημιουργία των κοινωνικών δικτύων η ποθούμενη επανάσταση οδηγήθηκε στην επιβεβαίωση των προ-ιντερνετικών ταυτοτήτων.
Η επιλογή του Λαντ να εγκατασταθεί στις αρχές της δεκαετίας του 2010 στην Κίνα, την εποχή που μεσουρανούσε ο προοδευτισμός της οκταετίας του Ομπάμα, θα πρέπει να ενταχθεί κατ’ αρχάς στο ευρύτερο πλαίσιο των ζυμώσεων που συντελούνταν στον χώρο της λεγόμενης Νέας Δεξιάς. Αυτό που έπρεπε να αποφευχθεί με κάθε τρόπο ήταν η συμμετοχή στην πολιτική διαδικασία καθώς υπήρχε ο κίνδυνος αφομοίωσης από το προοδευτικό κατεστημένο ή εναλλακτικά άσκησης τιμωρητικών πιέσεων. Με την εγκατάστασή του στην Κίνα ο Λαντ θέλησε πάντως να συντονισθεί κυρίως με το ξεπέρασμα της κλασικής νεωτερικότητας από μια, κατά την γνώμη του, νεωτερικότητα νέου τύπου, σκαπανείς της οποίας υπήρξαν η Σιγκαπούρη και το Χονγκ Κονγκ και συνεχιστής της, σε ένα βαθμό, η Κίνα.
Σε τι συνίστατο όμως ακριβώς η νεο-αντιδραστική στροφή του Νικ Λαντ, πέραν των αναφορών του σε έναν «επιστημονικό» ρατσισμό, στην ευγονική και στην «βιοποικιλότητα» του ανθρώπινου είδους; Ο Λαντ θεωρεί ότι ο κοινοβουλευτισμός και η ελευθερία δεν είναι πλέον συμβατές μεταξύ τους πραγματικότητες. Ο κοινοβουλευτισμός προωθεί κατ’ αρχάς την άμετρη επέκταση του κράτους. Για τον Βρετανό φιλόσοφο οι πολιτικοποιημένες μάζες είναι ένας ανορθόλογος όχλος που καθοδηγούμενος από τους πολιτικούς καταστρέφει τις επίπονα αναπτυχθείσες συνήθειες της αποταμίευσης και των επενδύσεων σε ανθρώπινο κεφάλαιο και τεχνολογία και τις αντικαθιστά με έναν οργιαστικό καταναλωτισμό και μια γενικότερη οικονομική ακράτεια.
Το αντίδοτο στην παραπάνω κατάσταση δεν μπορεί να είναι η ανεφάρμοστη ουτοπία του αναρχο-καπιταλισμού. Εφ’ όσον δεν μπορούμε να συρρικνώσουμε το κράτος, λέει ο Λαντ, μπορούμε τουλάχιστον να το σώσουμε από τον εναγκαλισμό του με τον κοινοβουλευτισμό, διοικώντας το σαν μια μεγάλη επιχείρηση. Οι «χορηγίες» της ολιγαρχίας του πλούτου στους πολιτικούς πρέπει να μετατραπούν σε μετοχές του κράτους-επιχείρηση. Οι μέτοχοι θα διορίζουν έναν διευθύνοντα σύμβουλο που θα μεριμνά για την μεγιστοποίηση της αξίας των μετοχών μακροπρόθεσμα, κάνοντας χρήση των πιο προωθημένων ψηφιακών εργαλείων. Το κράτος-επιχείρηση θα επικεντρωθεί στην αποτελεσματική καθοδήγηση μιας ελκυστικής, ασφαλούς και καθαρής χώρας.
Από τα εκτεθέντα είναι φανερό ότι γίνεται προσπάθεια να ξεπερασθεί η κρίση του νεωτερικού παραδείγματος με την υποστροφή σε έναν απροσχημάτιστο τεχνο-δεσποτισμό. Ο Λαντ πάντως έχει μετακινηθεί τελευταία σε κάπως μετριοπαθέστερες θέσεις. Θεωρεί τώρα ως πρότυπο τους Ουίγους, το αγγλικό κόμμα που από τον 17ο έως τον 19ο αιώνα αντιτάσσετο στην απόλυτη εξουσία των βασιλιάδων και υποστήριζε την συνταγματική μοναρχία. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Λαντ αντιμετωπίζει τον φιλελευθερισμό των Ουίγων ως μια πολιτισμική ιδιαιτερότητα μη εξαγώγιμη και γενικεύσιμη και πιστεύει ότι η προσπάθεια να εξαπλωθεί ο φιλελευθερισμός σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης οδήγησε στην τερατο-γένεση της παγκοσμιοποίησης και του γουοκισμού.
Στα πλαίσια του όψιμου παλαιο-φιλελευθερισμού του ο Λαντ προσπαθεί να συμφιλιώσει το «αόρατο χέρι» της «αυτορρυθμιζόμενης» καπιταλιστικής αγοράς με την θεία πρόνοια. Μια συμφιλίωση που αφορά από την μια μεριά τις δυνάμεις των ανταγωνιζόμενων μεταξύ τους συμφερόντων που διαπλέκονται και συντονίζονται και επιτρέπουν έτσι στην καπιταλιστική οικονομία να λειτουργεί εύρυθμα και από την άλλη την δύσκολα ανιχνεύσιμη καθοδήγηση του κόσμου από τον Θεό. Ο Βρετανός φιλόσοφος επικαλούμενος την ρήση του Mandeville για τα ιδιωτικά βίτσια που μετατρέπονται σε δημόσιες αρετές στους κόλπους της καπιταλιστικής αγοράς, θεωρεί ότι η θεία πρόνοια υπηρετείται έμμεσα από το μεταφυσικό κακό που ενισχύει τα ιδιοτελή κίνητρα στον ανταγωνισμό μεταξύ τους.
Και σ’ αυτήν την παλαιο-φιλελεύθερη τροπή της η σκέψη του Λαντ είναι εξόχως προβληματική. Είναι εκπληκτικό κατ’ αρχάς ότι ο Λαντ αντιλαμβάνεται με αυτόν τον περιοριστικό και στρεβλό τρόπο την παρέμβαση του Θεού στην Ιστορία. Ο Θεός ενεργεί και με άλλους πιο άμεσους τρόπους, πέραν των έμμεσων. Για κάθε αγαθή βούληση του Θεού χρειάζεται πάντως μια επίσης αγαθή απάντηση του ανθρώπου. Σε περίπτωση που λείπει η αγαθή απάντηση του ανθρώπου ο Θεός αδυνατεί πράγματι να κάνει άμεσα το καλό. Είναι πολύ αμφίβολο όμως αν το αγαθό στο οποίο αποβλέπει η έμμεση παρέμβαση του Θεού είναι η οικονομική ευημερία των κοινωνιών. «Ουκ επ’ άρτω μόνον ζήσεται άνθρωπος».
Η θεολογική παράδοση της Δύσης δεν υιοθέτησε την διάκριση αμέθεκτης θείας ουσίας και μεθεκτών ακτίστων ενεργειών του Θεού. Ο Θεός στην Δύση κατέστη τόσο απόμακρος και απρόσιτος που η Ιστορία δεν μπορεί να γίνει εύκολα κοινό έργο Θεού και ανθρώπου. Μόνον αν γεφυρωθεί το χάσμα μεταξύ Κτίστου και κτισμάτων μπορεί να αποφευχθούν περιοριστικές και στρεβλές καταστάσεις και ερμηνείες όπως αυτές στις οποίες αναφέρεται και επιχειρεί να τις αναλύσει ο Λαντ.
Η παλαιο-φιλελεύθερη στροφή του Λαντ είναι προβληματική και για έναν επιπρόσθετο λόγο. Το αυτο-συμφέρον και τα ιδιοτελή κίνητρα από μόνα τους και στην διαπλοκή και τον ανταγωνισμό τους δεν μπορούν κατά κανένα τρόπο να οδηγήσουν στο κοινό καλό, νοούμενο ως οικονομική ευημερία. Αν τα ατομικά υποκείμενα, οι προωθητές του αυτο-συμφέροντος δεν σκέπτονται ολιστικά και μακροπρόθεσμα τότε η αυτορρύθμιση της αγοράς καταρρέει. Το αυτο-συμφέρον ή θα είναι «πεφωτισμένο» και ορθολογικό ή «γυμνό» από τέτοιες «πολυτέλειες» και άρα μη λειτουργικό. Ο νεωτερικού τύπου ορθολογισμός είναι ο αφανής παράγοντας που επιτρέπει την αυτορρύθμιση της αγοράς και όχι η θεία πρόνοια.
Πηγές
- Ο Νικ Λαντ και ο Αλεξάντερ Ντούγκιν για τον φιλελευθερισμό, την αυτοκρατορία και τα έσχατα. Katehon. 11 Οκτ. 2025.
- Η ανοικτή ιστορία και οι εχθροί της. Η άνοδος του βελούδινου ολοκληρωτισμού. Του π. Νικολάου Λουδοβίκου. Εκδόσεις Αρμός. 2020.
- The faith of Nick Land. By Geoff Shullenberger. Compact.15 Oct. 2025.
- A Nick Land Reader. Selected writings. Document pub. 2017.






