ΠΗΓΗ: HISTORICAL QUEST
(Tο άρθρο αυτό είναι απόσπασμα από το βιβλίο “Ναπολέων Βοναπάρτης – Οι Μεγάλες Μάχες / Τόμος Α’” του συνεργάτη μας Δημήτριου Θαλασσινού)
Μέτριος μαθητής
Ας φανταστούμε ένα αγρίμι, με άξεστους τρόπους, μιλώντας σπαστά γαλλικά, ντυμένο φτηνά, ριγμένο στο περιβάλλον της αριστοκρατικής νεολαίας της ηπειρωτικής χώρας, σχεδόν σα σε άλλο πλανήτη, να είναι εκεί για να δεχτεί παιδεία κατάλληλη με την υπόσταση του: έτσι θα πάρουμε μια ιδέα για την εντύπωση που προκάλεσε στους συμμαθητές του, όταν έφτασε, στις 15 Μαΐου του 1779, στη στρατιωτική σχολή της Μπριέν. Υπότροφος του βασιλιά (ο πατέρας του είχε εφοδιαστεί ένα πιστοποιητικό απορίας), ο νεαρός θα σπούδαζε έτσι στη μία από τις δώδεκα σχολές που προετοίμαζαν (σύντομα) τους γιους των αριστοκρατών για το στρατιωτικό επάγγελμα. Εκεί, σ’ αυτή τη μικρή κωμόπολη της Καμπανίας, ο θρύλος θα αντλήσει τα ωραιότερα στερεότυπα για την παιδεία και την εκπαίδευση του «παιδιού που ξεκίνησε από το τίποτα για να κυριεύσει τον κόσμο»; ο μοναχικός μαθητής που τον ενέπαιζαν για τον τονισμό στην προφορά των γαλλικών και το δυσπρόφερτο όνομά του (Ναπολεόνε που με δυσκολία μπορούσε να προφέρει ένρινα το τελικό «ν») οι καθηγητές που πρόβλεπαν ότι θα είχε το καλύτερο μέλλον (πόσοι από τους παλαιούς μας δασκάλους δεν έκαναν το ίδιο μιλώντας κάθε χρόνο για τους καλύτερους της τάξης;) ο ικανός για χάραξη στρατηγικής κατά τη διάρκεια ενός θρυλικού χιονοπόλεμου (όταν έχει χιόνι, όλα τα παιδιά παίζουν χιονοπόλεμο• απ’ αυτό μέχρι την ένδειξη για πρώιμες στρατηγικές ικανότητες… πάει πολύ…). Η πραγματικότητα είναι πιθανώς λιγότερο χαριτωμένη από το θρύλο, γιατί επιμένει πολύ στην «εγκυκλοπαιδική» μόρφωση του Ναπολέοντα. Εάν πιστέψουμε τους λιβανιστές της, ο Ναπολέων πρέπει να τα είχε όλα διαβάσει, όλα αφομοιώσει. Υπερβάλλουν. Ήταν σίγουρα, όπως τόσοι μαθητές και ενήλικες της εποχής του, αχόρταγος αναγνώστης (του Πλάτωνα, του Κικέρωνα, του Φενελόν, του Βολταίρου, του Ρουσσώ, του Μποσυέ, για να μην παραθέσουμε κι άλλους) αλλά δεν εξάντλησε όλα τα θέματα. Αξιοποίησε τις ικανότητες της εξαιρετικής του μνήμης για να αφομοιώσει τα ισχυρά σημεία κάθε έργου.
Αν και οι καθηγητές τον επαινούσαν, είχε μέτρια αποτελέσματα στα γαλλικά (κακή σύνταξη, ορθογραφικά και γραμματικά κενά, λεξιλογικά λάθη), στα λατινικά και στη ρωμαϊκή φιλοσοφία. Δεν είχε ιδιαίτερη έφεση στις ξένες γλώσσες, εκτός των ιταλικών (αλλά ήταν γι’ αυτόν «ξένη» γλώσσα;). Ευτυχώς, ήταν άριστος στα μαθηματικά (έστω κι αν δεν αναγραφόταν παρά μόνο μια φορά στην κατάσταση των βραβευμένων μαθητών σ’ αυτό το μάθημα το 1873) και στην ιστορία (που χρησιμοποιούσε για να ερμηνεύσει το παρόν, αλλά επίσης σαν ανεξάντλητη δεξαμενή προτύπων για μίμηση). Ο μαθητής Βοναπάρτης βρισκόταν λοιπόν πάνω από το μέσο όρο, πέτυχε στις απολυτήριες εξετάσεις και κατάφερε να εισαχθεί στη στρατιωτική σχολή στο Παρίσι, όπου τον κατεύθυναν στο πυροβολικό, αφού ήταν καλός στα μαθηματικά. Πέρασε έτσι τους πρώτους δώδεκα μήνες στο Παρίσι, από τον Οκτώβριο του 1784 μέχρι τον Οκτώβριο του 1785.
Ο Βοναπάρτης ανθυπολοχαγός
Ο Βοναπάρτης βγήκε από τα περίφημα κτήρια του Πεδίου του Άρεως με το βαθμό του ανθυπολοχαγού (42ος στους 58) και γνώρισε, από το Νοέμβριο του 1875, τη μονότονη ζωή στη φρουρά, του συντάγματος της Λα Φερ (La Fère), από τη Βαλάνς μέχρι το Ωξόν, στο Ντουέ ή στη Λυών. Ο μισθός χαμηλός, η δραστηριότητα ανιαρή, η προοπτική να φθάσει, στο μέλλον, στους ανώτερους βαθμούς ελάχιστα αισιόδοξη.
Η υπηρεσία του βασιλιά σε περίοδο ειρήνης δεν είχε τίποτα το ενδιαφέρον, ακόμη περισσότερο που πόλεμος δεν «αναμενόταν» στο εγγύς μέλλον. Ο Λουδοβίκος ΙΣΤ΄ δεν είχε βλέψεις για στρατιωτικές δόξες (είχε εμπλακεί στον πόλεμο της αμερικανικής Ανεξαρτησίας χωρίς ιδιαίτερο πάθος). Επί πλέον η αναιμική οικονομία δεν του επέτρεπε, ούτως ή άλλως, να μπει σε οποιαδήποτε περιπέτεια.
Ένας ασήμαντος άεργος, ο νεαρός, Ναπολέων, είχε αρκετό ελεύθερο χρόνο να σκεφτεί το νησί καταγωγής του, την Κορσική που, κατ’ αυτόν υπέφερε υπό το ζυγό του γάλλου κατακτητή. Η οικογένειά του (που διευθυνόταν από τη Λετίζια και τον Ιωσήφ από τότε που πέθανε ο Σαρλ, το Φεβρουάριο του 1785) του έλλειπε και χρειαζόταν όλα τα μέλη της για να παρακολουθήσει τις υποθέσεις σε εκκρεμότητα, να επιχειρήσει να βρει κεφάλαια ή να διαχειρισθεί με τον καλύτερο τρόπο τα εναπομείναντα. Ο στρατός του Παλαιού Καθεστώτος αποδείχτηκε γενναιόδωρος: ο υπολοχαγός Βοναπάρτης πήρε χωρίς δυσκολία διακοπές και άδειες. Διέμεινε στην Κορσική από το Σεπτέμβριο του 1786 μέχρι το Σεπτέμβριο του 1787, από τον Ιανουάριο μέχρι τον Ιούνιο του 1788, από το Σεπτέμβριο του 1789 μέχρι το Φεβρουάριο του 1791, από το Σεπτέμβριο του 1791 μέχρι το Μάιο του 1792 και από τον Οκτώβριο του 1792 μέχρι το Μάιο του 1793. Επρόκειτο για αυτό που ονόμαζαν -δικαιολογημένα προφανώς- οι «εξαμηνιαίες» διακοπές.
Στο Αιάκειο, εκτός από δύο υπομνήματα που ετοίμασε και σύνταξε για λογαριασμό της μητέρας του (υπάρχουν αρκετά τέτοια που έστειλε στην οικονομική διοίκηση της Κορσικής για οικονομικά και διοικητικά προβλήματα), ο Ναπολέων μπήκε στην τοπική πολιτική. Έβρισκε επιτέλους το πεδίο δράσης, όπου θα έθετε σε εφαρμογή τα αναγνώσματά του και θα είχε τη δυνατότητα να συνεχίσει τις ανολοκλήρωτες μάχες του πατέρα του υπέρ της ελευθερίας του κορσικανού λαού. Επειδή οι οπαδοί του Παολί θεωρούσαν προδότες τους Βοναπάρτες, ο Ναπολέων έπρεπε να κάνει πολύ περισσότερα απ’ ό,τι έπρεπε για το κίνημα «ανεξαρτησίας», ώστε να τον δεχτεί και πάλι στους κόλπους του, «Γεννήθηκα όταν η πατρίδα έσβηνε, έγραφε τότε στον Παολί. Τριάντα χιλιάδες σιχαμένοι Γάλλοι γύρω μας πνίγουν το θρόνο της ελευθερίας σε κύμα αίματος».
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- ·Bainville (Jacques), Ο Ναπολέων, Balland, επανέκδοση 1995.
- ·Castelot (André), Βοναπάρτης και Ναπολέων, 2 τομ., Perrin, 1969 (πολλές αναδημοσιεύσεις).
- ·Chardigny (Louis), Ο άνθρωπος Ναπολέων, Perrin, επανέκδοση 1998.
- ·Lefebvre (Georges), Ο Ναπολέων, PUF, 1941 (πολλές αναδημοσιεύσεις, εκ των οποίων μια το 1969).
- ·Lentz (Thierry), Ναπολέων, «Η φιλοδοξία μου ήταν μεγάλη», Gallimard, 1997.
- ·Palluel-Guillard (André), Λεξικό του Αυτοκράτορα, Plon, 1969.
- ·Tulard (Jean), Ο Ναπολέων ή ο μύθος του σωτήρα, Fayard, 1977.
- ·Tulard (Jean) και Garros (Louis), Ο καθημερινός Ναπολέων, Tallandier, επανέκδοση 2001.