Πρόλογος Cognosco Team
Το τέλος του Ψυχρού πολέμου την περίοδο 1989-1991 άλλαξε άρδην το πολιτικό, ιδεολογικό και πολιτιστικό σκηνικό ολόκληρου του πλανήτη. Το παλαιό δίπολο καπιταλισμού και σοσιαλισμού εξέλιπε, ο τρόμος του πυρηνικού ολοκαυτώματος μειωνόταν. Οι νικητές διαλάλησαν την σαρωτική επικράτηση της φιλελεύθερης δημοκρατίας και της οικονομίας της αγοράς, οι οποίες θα έφερναν το “τέλος της ιστορίας” (Φ. Φουκουγιάμα) και θα καθιστούσαν παρωχημένες τις εθνικές, θρησκευτικές και ιστορικές ταυτότητες που κρατούσαν τους λαούς χωρισμένους. Στο πνεύμα της εποχής ήρθε και η εμβάθυνση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων σε Ευρωπαϊκή Ένωση, με την συνθήκη του Μάαστριχτ το 1993.
Η νέα εποχή όμως ξεκίνησε με εντάσεις. Η πτώση του σοσιαλισμού “ξεπάγωσε” τις εθνικές διαμάχες στην Ανατολική Ευρώπη και την Κεντρική Ασία, προκαλώντας πλήθος συγκρούσεων (Γιουγκοσλαβία, Καύκασος κλπ.). Η ισλαμική και γενικότερα οι θρησκευτικές αναβιώσεις αμφισβητούσαν θέσφατα της κοινωνιολογικής σκέψης και “κατακτούσαν” ολόκληρες χώρες. Οι Ηνωμένες Πολιτείες άδραξαν την ευκαιρία που τους έδινε ο μονοπολισμός για να επέμβουν σε διάφορα σημεία του πλανήτη, ανατρέποντας τα εμπόδια για την έλευση της “νέας τάξης πραγμάτων”. Η Δύση από την άλλη, δίχως τον μεγάλο εχθρό απέναντί της, εισήλθε σε μία οξεία κρίση ταυτότητας, η οποία κρατά μέχρι σήμερα. Το 1996 εμφανίστηκε μία από τις πιο γνωστές απαισιόδοξες αναγνώσεις του μεταψυχροπολεμικού κόσμου, η “σύγκρουση των πολιτισμών” του Σ. Χάντινγκτον, κατά την οποία μπροστά στην ανθρωπότητα δεν απλωνόταν το “παγκόσμιο χωριό” της αέναης ανάπτυξης και της κοσμοπολίτικης αρμονίας, αλλά ένας σφοδρός ανταγωνισμός μεταξύ διαφορετικών παραδόσεων και κοσμοθεωριών, με την κυριαρχία της Δύσης να μην είναι καθόλου αυτονόητη.
Η Ελλάδα από την άλλη, λόγω της ιστορίας και της επίκαιρης, όσο και ευαίσθητης, γεωπολιτικής της θέσης, βρέθηκε εν μέσω ενός βομβαρδισμού εξελίξεων και μηνυμάτων. Η κατάρρευση του Ανατολικού μπλοκ έφερε στο κατώφλι της Ελλάδας εκατοντάδες χιλιάδες ομογενείς (Πόντιοι, Βορειοηπειρώτες) και μετανάστες (κυρίως Αλβανούς). Πέρα από τα βόρεια σύνορα μουσουλμάνοι, καθολικοί και ορθόδοξοι συγκρούονταν ανελέητα σε Βοσνία και Κόσοβο, υποστηριζόμενοι από τις ομόδοξες δυνάμεις. Η Τουρκία άπλωνε την επιρροή της στα Βαλκάνια (μουσουλμανικό τόξο) και την Κεντρική Ασία. Η ανεξαρτησία της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας προκάλεσε την σφοδρή αντίδραση της ελληνικής κοινωνίας (αρχικά δε, και της πολιτικής ηγεσίας), ανοίγοντας κεφάλαια του παρελθόντος όπως η ιστορική συνέχεια από την αρχαιότητα, ο Μακεδονικός Αγώνας, ο Εμφύλιος πόλεμος. Η πτώση του Ενβέρ Χότζα θύμισε στους Αλβανούς την Τσαμουριά και το Κόσοβο, και στους Έλληνες την Βόρειο Ήπειρο. Η Ρωσία δεν ήταν πια ο κόκκινος κίνδυνος, αλλά μία χώρα σε καθεστώς ορθόδοξης αναβίωσης που αγωνιζόταν να βρει τον βηματισμό της και να συνδιαλλαγεί με τις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Όπως και στον μετασοσιαλιστικό χώρο, υπήρξαν απόπειρες για την καλλιέργεια μειονοτικού αισθήματος σε υπαρκτές ή φανταστικές πληθυσμιακές ομάδες. Οι δύσκολες σχέσεις με την Τουρκία έφθασαν στο αποκορύφωμά τους με την τραγωδία των Ιμίων του 1996.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, ζητήματα ταυτότητας, γεωπολιτικού προσανατολισμού, ατομικού και συλλογικού ανήκειν βγήκαν από τον πάγο. Οι Έλληνες πια, ιδίως οι πολιτικοί και οι διανοητές, έπρεπε να αναπλάσουν την εικόνα τους για τον κόσμο, τους εχθρούς και τους φίλους, τις προκλήσεις και τις λύσεις. Τα βιβλία της ιστορίας, ξανάνοιξαν, ημερομηνίες όπως 1204 και 1922 απέκτησαν μεγαλύτερη σημασία. Τάσεις που προϋπήρχαν, όπως η στροφή στην αρχαιότητα ή την πατερική θεολογία εντάθηκαν. Πολλά από τα θέματα και τις εκφράσεις οι οποίες θεωρούνται σήμερα κοινός τόπος, διαμορφώθηκαν τότε. Άνθρωποι από πολλού διαφορετικούς κλάδους και ιδεολογικές αφετηρίες ήρθαν μαζί ή αντιπαρατέθηκαν σε νέες βάσεις.
Με αυτό το σκεπτικό ψηφιοποιούμε την σειρά άρθρων του Θεοδώρου Ζιάκα από το περιοδικό Ελλοπία την περίοδο 1991-1992, στα οποία εξετάζει αναγνώσεις της ελληνικής ταυτότητας και ιστορίας. Οι αναγνώσεις αυτές είναι α) η ρωμανική (ρωμαίικη-βυζαντινή) με προεξάρχοντα εκπρόσωπό της τον π. Ιωάννη Ρωμανίδη, β) η ενδιάμεση περιοχή (ελληνοτουρκισμός) του Δημήτρη Κιτσίκη και γ) ο δυτικοκεντρισμός του Γεράσιμου Κακλαμάνη.
Για αυτό ας μην φανεί στο κοινό μας η θεματολογία τετριμμένη, ή ας μην εστιάσει στο γεγονός ότι κάποιες απόψεις μπορεί να είναι εσφαλμένες, μονομερείς ή ξεπερασμένες από την έρευνα. Αντιθέτως, άρθρα σαν αυτά αποτελούν την μήτρα σημαντικών και γόνιμων προβληματισμών των τελευταίων 30 χρόνων. Αξίζει λοιπόν να τα έχουμε υπ’ όψιν.
CT
Ρωμανία, Ενδιάμεση Περιοχή ή Δύση; Το πρόβλημα της ταυτότητας στη σύγχρονη ελληνική συνείδηση (Α Μέρος – Η Ρωμανική ταυτότητα)
Ελλοπία τεύχος 7, Φθινόπωρο 1991, σελ. 60-63
Η διπλή ταυτότητα
Οι παραστάσεις της εθνικής ταυτότητας συμφύρονται στη σύγχρονη ελληνική συνείδηση µε διάφορες παραστάσεις «υπερεθνικής» ταυτότητας. Υπάρχει µια αντίθεση µεταξύ τους, που βιώνεται σαν έντονο άγχος «υπέρβασης» της εθνικής ταυτότητας και «διάλυσής» της µέσα στην «υπερεθνική». Η γνωστή αντιδικία για το πού «ανήκομεν» ανάγεται στην ύπαρξη µιας τέτοιας «διπλής» ταυτότητας. Πρέπει οπωσδήποτε να «ανήκουμε» κάπου, αλλιώς αισθανόμαστε πολύ άσχηµα (έθνος «ανάδελφο»).
Η διπλή ταυτότητα εµφανίζεται µε τόσες παραλλαγές όσες και οι παραδόσεις συνιστώσες του νεοελληνικού εθνικού σχηματισμού. Οι κυριώτερες απ᾿ αυτές είναι οι ακόλουθες:
α) Η δυτική παράδοση. Αυτή ξεκινά απὀ τους «ενωτικούς» του Βυζαντίου), περνά απὀ τοὺς «λατινόλληνες» και φτάνει στους σημερινούς «ευρωπαϊστές». Δόγμα τους είναι το «ανήκομεν εις την Δύσιν». Η «υπερεθνική ταυτότητα» είναι γι αυτούς «ευρωπαϊκή» (περιορισμένη στη Δυτική Ευρώπη).
β) Η ανατολική παράδοση. Σ᾽ αυτήν ανήκουν μεταξύ άλλων και οι εξισλαµισθέντες Έλληνες. Ξεκινά απὀ τον Γεώργιο Τραπεζούντιο, τον Αμοιρούτζη και τους άλλους συνεργάτες του Μωάμεθ του Πορθητή και φτάνει µέχρι τους σημερινούς θιασώτες της «ελληνο-τουρκικής φιλίας» που «ὁραμά» τους έχουν την ελληνο-τουρκική κρατική ενότητα (ομοσπονδιακού ή συνομοσπονδιακού τύπου). Για αυτούς η «υπερεθνική» ταυτότητα εἶναι κάποια «Ενδιάµεση Περιοχή», µεταξύ της Δύσης και της ΄Απω Ανατολής, που περιλαμβάνει τους ορθόδοξουςκαι τους ισλαμικούς λαούς.
γ) Η ρωμανική παράδοση. Είναι η κεντρική παράδοση του Βυζαντίου. Στη διάρκεια της τουρκοκρατίας εκπροσωπείται απὀ το οικουµενικό πατριαρχείο. Στη νεώτερη εποχή εκφράζεται από µορφές όπως ο Κοσμάς ο Αιτωλός και ο Μακρυγιάννης. Σήµερα αποτελεί την αναφορά των οπαδών της «επιστροφής στίς πατερικές ρίζες». Η ευρύτερη ταυτότητα, στην οποία κατ᾽ αυτούς ανήκουμε, είναι η Ρωμηοσύνη – Ρωμανία.
«Δύση», λοιπόν, «Ανατολή», «Ρωμανία», είναι οι κυριώτερες εκδοχές «υπερεθνικής» ταυτότητας που εμφανίζονται στα όρια του νεοελληνικού «Κοινού Λόγου»),
Θα προσπαθήσω, σε τρία διαδοχικά άρθρα, να παρουσιάσω τις εκδοχές αυτὲς, ανατρέχοντας σε ορισμένες απότις πιο επεξεργασµένες θεωρητικές τους διατυπώσεις. Θα στηριχθώ ειδικότερα στις αναλύσεις του π. Ιωάννη Ρωμανίδη («Ρωμηοσύνη» – «Ρωμανία»), του Δημήτρη Κιτσίκη («ελληνο-τουρκική» ταυτότητα) καιτου Γεράσιμου Κακλαμάνη (του και «λατινόλληνος» αυτοχαρακτηριζο-μένου).
Οι θεωρητικοί αντιπροσωπεύουν ασφαλώς την ισχνή μειοψηφία μεταξύ των ανθρώπων που το ήθος τους συγκροτεί µια παράδοση. Υπάρχουν εκείνοι (η πλειοψηφία) που ανήκουν στην παράδοσή τους επειδή «έτσι το βρήκαν», ανεπίγνωστα. Υπάρχουν ακόµη οι τοποθετημένοι απὀ συμφεροντολογική επιλογή. Η διάκριση είναι φυσικά σχηµατική. Δείχνει ωστόσο ότι υπάρχουν τρία διαφορετικἁ επίπεδα: αυτονομημένες πολιτιστικός δομές, ταξικά, συντεχνιακά και ατομικάσυμφέροντα, και ιδεολογικές επιλογές. Τα πεδία αυτά προσφέρουν τις απαραίτητες για µια σφαιρική διερεύνηση συμπληρωματικές προσεγγίσεις. Ελπίζω ότι η δική µου θεωρητική εισαγωγή θα παρακινήσει µια έρευνα και σ᾽ αυτά τα πεδία.
Σκοπός µου δεν είναι να «αποκλείσω» καµιά απὀ τίς τρεις θεωρητικές προτάσεις. Ξεκινώ απὀ την υπόθεση ότι κἰνητρό τους είναι η ζήτηση της αλήθειας και το καλώς νοούμενο εθνικό συμφέρον. Το τι τούτο σηµαίνει µας το έχει πει ξεκάθαρα ο εθνικός µας ποιητής: «το Έθνος πρέπει να µάθει να θεωρεί εθνικό ό,τι είναι αληθινό».
Η ρωμανική ταυτότητα
«Η Ρωμανία πέρασεν, η Ρωμανία πάρθεν!
Ἠ Ρωμανία κιαν πέρασεν, ανθεί και φέρει κι άλλο» (2).
«Ρωμανία» είναι το ελληνικό όνοµατου κράτους που οι Φράγκοι πολιτογράφησαν στην ιστοριογραφία ως «Βυζαντινή Αυτοκρατορία». Δεν υπήρξε µια πολυεθνική ενότητα περιορισμένη στο πολιτικό επίπεδο. Αντιπροσώπευε µια ολοκληρωμένη εθνική ταυτότητα. Η κοινή πολιτική ταυτότητα (ρωμαίοι πολίτες – πολίες της «Ρωμανίας») και η κοινή θρησκευτική ταυτότητα (χριστιανοί ορθόδοξοι) όριζαν τη ρωμανική ταυτότητα, την ταυτότητα της ρωμηοσύνης (ρωμαιοσύνης).
Την άποψη αυτή έχει επεξεργασθεί ο καθηγητής π. Ιωάννης Ρωμανίδης κυρίως στο όργο του: Ρωμαιοσύνη- Ρωµανία-Ρούμελη (Θεσσαλονίκη 1975). Το βιβλίο αυτό είναι εξαντλημένο (έκτοτε επανατυπώθηκε – CT). Μπορεί όµως ο αναγνώστης να προσφύγει στην επανεκδοθείσα διδακτορική διατριβή του ἴδιου: Το Προπατορικὀν Αμάρτηµα (Β΄ έκδοση. Δόμος Αθήνα 1989). Στον πρόλογο του βιβλίου αυτού ο συγγραΦέας παρουσιάζει την ουσία της θεωρίας του. Το βιβλίο προσφέρει τη θεολογική τεκµηρίωσή της. Σ᾽ αυτό και θα στηριχθούµε για την εδώ παρουσίαση.
Μέσα στη ρωμανική ταυτότητα συγχωνεύτηκαν και ξεπεράστηκαν οι εθνικές ταυτότητες του αρχαίου ἑλληνα και του αρχαίου ρωμαίου. Πυρήνας της ρωµανικής ταυτότητας ήταν η ορθόδοξη Εκκλησία. Η Ορθοδοξία αποτελούσε την κεντρική παράδοση της Ρωμανίας. Ο Ελληνισμός εγκατέλειψε το όνοµα «έλλην», ως δηλωτικό της αρχαίας ειδωλολατρείας, και υιοθέτησε το όνοµα «ρωμαίος». «Ρωμαίος» είναι έκτοτε ο πολίτης της Χριστιανικής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας µε πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη («Νέα Ρώμη»). Δεδομένου ότι η Ρώμη ήταν «ϱλληνίδα πόλις» (αποικία Πελλοπονησίων, κατάτους αρχαίους συγγραφείς), η ρωμανική ταυτότητα µπορεί να θεωρηθεί τελικἁ ως µετεξέλιξη της ελληνικής. Τούτο όµως δεν εξαντλεί το περιεχόµενο της ρωµανικής ταυτότητας, γιατί στη Ρωμανία ενσωµατώθηκαν και άλλα έθνη, όπως π.χ. οι Σέρβοι και οι Βούλγαροι. Η Ρωμανία υπήρξε, µε άλλα λόγια, όχι µόνο μετασχηματισμός, αλλά και υπέρβαση της Ελληνικής ταυτότητας.
Ὡς πολιτική ταυτότητα η Ρωμανία διαρκεί όσο και η «βυζαντινή» αυτοκρατορία. Ως θρησκευτική όµως ταυτότητα σώζεται μέχρι των ηµερών µας, αν και ριζικά αλλοιωμένη -αλλοτριωµένη. Δεν υπάρχει, λοιπόν, «ελληνικότητα» αλλά ρωμηοσύνη. Συνεπώς πρέπει να απαλλαγούμε απὀ τη σηµερινή αλλοτριωμένη, δήθεν «ελληνική», ταυτότητά µας και να ξαναβρούμε την πραγματική µας ταυτότητα: τη ρωμανική. Η προοπτική µας βρίσκεται, όπως λέει και το ποντιακό τραγούδι, στο άνθισµα της Ρωμανίας.
Αυτή είναι σε γενικές γραµµές η θέση του π. Ι. Ρωμανίδη.
Η κατάλυση της Ρωµανίας και το νεοελλαδικό κράτος
Στους πρώτους αιώνες της η Ρωμανία κάλυπτε ολόκληρη τη Μεσόγειο. Τον 5ο αιώνατης απέσπασαν οι Φράγκοι τη Γαλλία. Το 1014-1046 οι Φράγκοι κατέλαβαν το πατριαρχείο της Ρώμης. Το 1204 κατέλαβαν την Κωσταντινούπολη. Το 1453 το ανατολικό τµήµα της, Ῥωμανίας πέρασε οριστικἀ κάτω απὀ την τουρκική κυριαρχία. «Η Ρωμανία πέρασεν, η Ρωμανία πάρθεν» -έπεσε κάτω απὀ τα χτυπήματα των Φράγκων απὀ τη Δύση, και των Τούρκων από την Ανατολή.
Η κατάλυση της πολιτικής ταυτότητας της Ρωμανίας συµβάδισε µε µια παράλληλη κατάλυση της θρησκευτικής της ταυτότητας, από τις επιθέσεις των αιρέσεων. Μέσω των Χριστολογικών αιρέσεων (συγκεφαλαίωσή τους είναι το Ισλάμ) αποσπάστηκαν οι ανατολικοί λαοί. Στη συνέχεια µέσω των πνευµατολογικών αιρέσεων αποσπάστηκαν οι λαοί της δυτικής ρωμαιοσύνης. Η καταστροφή της ρωμανικής ταυτότητας θα ολοκληρωθεί µε τη δημιουργία του ελλαδικού κράτους και τον βίαιο εκδυτικισµό του Ελληνικού λαού, καθώς και µε τον ολοκληρωτικό τυφώνα που θα πλήξει τη Ρωσία και τους ἀλλούς ορθόδοξους σλαβικούς λαούς, στον 20οαιώνα.
Το πρώτο πράγµα που έκαναν οι Φράγκοι, υποδουλώνοντας τους γαλλορωμαίους, ήταν να εξαρθρώσουν την πολιτειακή και θρησκευτική τους δοµή και να επιβάλουν ένα ρατσιστικό καθε-στώς, όπου η ἀρχουσα τάξη αποτελούνταν αποκλειστικά απὀ Φράγκους. Η ταύτιση κυρίαρχου έθνους και κυρίαρχης Τάξης εἶχε σαν αποτέλεσµα το άγνωστο στη Ρωμανία φεουδαρχικό σύστηµα, όπου οιρωµαίοι έγιναν δουλοπάροικοι των φράγκων. Αυτό που δεν θα κατάφερναν οι Τούρκοι αργότερα στην Ανατολή, το πέτυχαν ευθύς εξαρχής οι Φράγκοι στη Δύση: όχι µόνο κατέστρεψαν την εκκλησιαστική δοµή των γαλλοΡωμαίων, αλλά και αλλοίωσαν ριζικά και το ἴδιο το θρησκευτικό. τους φρόνημα.
Πυρήνας της Ορθοδοξίας ήταν ο µοναχισµός. Απ᾽ αυτόν αναδεικνύονταν οι ηγέτες της (οι επίσκοποι) κι απ᾿ αυτόν καλλιθργούνταν η εμπειρική θεολογία της, που καθοδηγούσε το μαζικό θρησκευτικό φρόνημα. Η αντιταξική και αντιρατσιστική δοµή της ορθόδοξης πίστης είχε εδώ επίσης τη βάση της. Στο μηχανισμό της κοινωνικής ιεραρχίας της Ρωμανίας δεν υπήρχαν ταξικά και φυλετικά στεγανά. Αφού οι επίσκοποι προέρχονταν απότον μοναχισμό µε κριτήρια ασκητικής – θεολογικής χαρισµατικότητας, κι αφού ο κάθε χωρικός µπορούσε να γίνει καλόγερος, ο δρόµος του ήταν ανοιχτός µέχρι το ύψιστο αξίωµα του πατριάρχη. Δεν εἰναιτυχαίο ότι κάτι ανάλογο συνέβαινε και µε τα πολιτικά αξιώματα, ακόµα και µε το αξίωμα του αυτοκράτορα. ΄Ηταν ανοιχτό ακόµα και στα παιδιά των χωρικών. Πράγμα φυσικά ανήκουστο για τους Φράγκους.
Ἐδιωξαν, λοιπόν τους ρωμαίους επισκόπους και ηγουµένους και τοποθέτησαν στη θέσητους φράγκους ευγενείς. Από πνευματικούς οδηγούς και αρωγούς του λαού, έκαναν τους επισκόπους διοικητές του λαού. Στρατιωτικοποίησαν τον μοναχισμό και δηµιούργησαν τάγματα – στηρίγµατα της εξουσίας τους. Μαζί µε τη δοµική αυτή επέμβαση κατόρθωσαν να διαστρέψουν και τον ἴδιο τον θεολογικό πυρήνα της Χριστιανικής πίστης και να κατασκευάσουν µια θρησκεία φόβου και τρόµου, κατάλληληγια Ιδεολογικό συμπλήρωμα του φεουδαρχικού κοινωνικού συστήµατος. Την απαιτούµενη θεωρητική βάση τη βρήκαν στον Αυγουστίνο, τον οποίον καιανακήρυξαν ως μοναδικό πατερικό οδηγό. Μέσω του Αυγουστίνου ξαναγύρισαν τη θεολογία πίσω στην αρχαία φιλοσοφική μεταφυσική κάι ηθική. Ο χριστιανισµός έπαψε να είναι πρακτική θεραπείας της ανθρώπινης φύσης και έγινε θεσμός ταξικής και φυλετικής κυριαρχίας.
Οι φράγκοι φοβόντουσαν πάντα µια εξέγερση των υποδούλων δυτικών ρωµαίων. Γι΄ αυτό ποτό δεν παραιτήθηκαν από την επιδίωξη τους να εξαφανίσουν τους ανατολικούς οµοεθνείς των τελευταίων. Βέβαια τούτο κατέστη πρακτικά αδύνατο µε την τουρκική κατάκτηση. Απ᾿ αυτή την άποψη η τουρκική κυριαρχία συντέλεσε, εν µέρει, στη διατήρηση της ρωμανικής ταυτότητας, γιατί προστάτευσε την κεντρική της παράδοση απὀ τον κίνδυνο του εκλατινισμού.
Η γαλλική επανάστασητου 1789 ήταν εξέγερση των υποδούλων γαλλορωμαίὧν εναντίον των φράγκων. Γι᾽ αυτό και η άγρια σφαγή Των φράγκων επισκόπων και η νοσταλγία των οπαναστατών για την αρχαία Ρώμη και την Πελοπόννησο, ο υλισμός τους και το μίσος τους ενάντια στη μεταφυσική των σχολαστικών, είχε ορθόδοξες καταβολές. ΄Ηταν µια κοινωνική επανάσταση µε βαθύ εθνικοαπελευθερωτικό περιεχόµενο, κατά την ερµηνεία του |. Ρωμανίδη. Τελικά οι ρωμαίοι ηττήθηκαν και ο φράγκοι παλινόρθωσαν την κυριαρχία τους. Τούτοοφείλεται στο Ναπολέοντα και τους ἁλλους µασώνους φράγκους αξιωµατικούς που τον ακολουθούσαν. Αυτοί υποδύθηκαν τους επαναστάτες για να βελτιώσουν τη θέση τους (καθώς προέρχονταν από το κατώτερο στρώµατων φράγκων ευγενών) και όχι για να καταστρέψουν τη φραγκική κυριαρχία.
Κάπου εδώ παίχθηκαν και οι τύχες οι δικές µας, γιατί η ελληνική επανάσταση ήταν αντίλαλος της γαλλορωμαϊκής. Πράγματι, ο Ρήγας και ο Κοραής, οι βασικοίφορείς του ελληνικού επαναστατικού σχεδίου, ανήκαν στο επιτελείο του Ναπολέοντα. Ο Ρήγας, κάτω απὀ έντονη γιακωβίνικη επιρροή, είχε σαφή επίγνωση του ρωμαϊκού εθνικού χαρακτήρα της γαλλικής επανάστασης, αλλά δεν είχε υποπτευθεί το παιγνίδι του Ναπολέοντα. Το σχέδιο του απόβλεπε στο ξεσήκωμα των ανατολικών ρωμαίων («από τη Μπόσνα ως την Αραπιά», γι᾿ αυτό και είχε ὡς έμβλημα τον σταυρό) και ἐτσι στη μετατροπή της επανάστασης σε παν-ρωμαϊκή. Το σχέδιο του Ρήγα έθετε σε κίνδυνο τα αντιρωμαϊκά σχέδια του Ναπολέοντα. Γι αυτό στην κατάλληλη στιγµή τον πρόδωσαν και προκάλεσαν τη δολοφονία του. Η δολοφονία του Ρήγα συνέφερε όλες τις δυνάµεις, γιατί καµιά δεν επιθυμούσε την επανασύσταση της Ρωμανίας.
Για να ανατρέψει το σχέδιο του Ρήγα ο Ναπολέων χρησιμοποίησε τον Κοραή. Το σχέδιο του Κοραή απέβλεπε στη διάσπαση των ανατολικών ρωμαίων, µέσω της ανακήρυξης των ελλαδικών σε αρχαίους όλληνες που στέναζαν κάτω από την κυραρχία του ρωμαϊκού Βυζαντίου, καλούμενους να επαναστατήσουν, αλλά µόνο γιατην απελευθέρωση της Ελλάδας. Ο Κοραής (συνειδητά ή όχι) έπαιξε το παιγνίδι αυτό µε ανέλπιστη επιτυχία. Το ιμήφισμα της Γ΄ Εθνι-κής Συνελεύσεως του 1827, θα διακηρύξει ότι: α) Το έθνος ήταν υπόδουλο στην Κωνσταντινούπολη απὀ της Εποχής του Μεγάλου Κωνσταντίνου έως του Κων/νου Παλαιολόγου, και εν συνεχεία στο οικουµενικό πατριαρχείο. β) ΄Ὄφειλε, να μεταβάλει θρήσκευμα χωρίς να αλλάξει τα δόγματα. ΄Οπερ και εγένετο. Οι ελλαδικοί πείσθηκαν ότι εἰναι αρχαίοι όλληνες ἡ καμώθηκαν πως το πιστεύουν. “Έλληνες για να ρίχνουμε στάχτη στα µάτια του κόσμου, πραγµατικά ρωμιοί”, θα γράψει ο Κωστής Παλαμάς. Και επιπλέον άλλαξαν εντελώς τη θρησκείᾶ τους χωρίς να αλλάξουν τα δόγµατά της.
Στο κράτος που προέκυψε από το κοραϊκό σχέδιο εφαρμόστηκε το γνωστὀ φραγκικό μοντέλο. Οι Βαυαροί εξάρθρωσαν τον μοναχισμό και τον απέκοψαν από τον μηχανισμό αναπαραγωγής της ελλαδικής Εκκλησίας. Η Εκκλησία κρατικοποιήθηκε. Η ακαδημαϊκή θεολογία, βασισμένη στη χρεωκοπηµένη φιλοσοφική ηθική και μεταφυσική, εκτόπισε µε τη βία την ορθόδοξη εµπειρική – ασκητική θεολογία. Η επισκοπική ιεραρχία επανδρώνεται έκτοτε από αποφοίτους θεολογικών σχολών, µια διαδικασία ιδεολογικά και πολιτικά ελεγχόμενη πλήρως από την Προστασία. Ο πιετισµός θα ολοκληρώσει την καταστροφή αλώνοντας τα µικροαστικά στρώματα (ευσεβιστικές οργανώσεις). Η ελλαδική ορθοδοξία απομακρύνεται από την πατερική παράδοση και η κρατικἠ παιδεία τίθεται υπό έµµεσο, αλλά πλήρη, φραγκικό έλεγχο.
Η ιστορία της καταστροφής της ρωµανικής ταυτότητας απεικονίζεται ανάγλυφα στην εξέλιξη των ονομάτων. Στην αρχή οι Φράγκοι εἶχαν ονομάσει τους ανατολικούς ρωμαίους «γραικούς» και «βυζαντινούς», για να ξεχαστεί το όνοµα «ρωμαίος» και να χαθεί στη λήθη η ταυτότητα των υποδούλων δυτικών ρωμαίων. Στη συνέχεια ονόµασαν τους ελλαδικούς ρωμαίους «έλληνες» και τους αντιπαρέθεσαν στους υπόλοιπους «γραικούς», σαν να επρόκειτο για διαφορετικά και μάλιστα εχθρικά έθνη. Γιατους σημερινούς δυτικούς είμαστε οι «γραικοί – έλληνες», σε αντίθεση µε τους «γραικούς-μη ἑλληνες» (π.χ. τους κύπριους), πράγµα σαφές από την εποχή του Πρωτοκόλλου του Λονδίνου (31.1.1830). Για τους τούρκους οι γραικοί είναι “”Ρουμλάρ”’, δη-λαδή Ρωμαίοι, ενώ οι Έλληνες είναι “Γιουνάν’’. Για Το διεθνές δίκαιο οι Κωνσταντινοπολίες και οι Κύπριοι είναι “Grecs-Rumlar’ ενώ εμείς “Hellenes-Yunanlar’.
Παρατηρήσεις
Η θεωρία του Ρωμανίδη έχει ένα πολιτικό και ένα θεολογικό επίπεδο. Το δεύτερο αποτελεί περιεχόµενο του πρώτου. Το πολιτικό πλαίσιο δεν µπορεί να κατανοηθεί αν λείπει η κατανόησητου θεολογικού. Αυτός είναι ο λόγος που η ανάγνωση της ιστορίας που προτείνει ο π. |. Ρωμανίδης μοιάζει απίστευτη και απόκρυφη: Για όποιον δεν βλέπει τη σημασία της θεολογικής διαφοράς μεταξύ ορθόδοξης και φραγκολατινικής παράδοσης, αποτελεί αποκύημα νοσηρής φαντασίας. Για όποιον όµως εἶναι σε θέση να κατανοήσει τη ριζική διαφορά ουσίας μεταξύ µιας θρησκείας που βασίζεται στη θεοποίηση της ελευθερίας και µιας θρησκείας που βασίζεται στη. θεοποίηση της εξουσίας και άρα στο φόβο, τότε και η ιστορική ερµηνεία του. Ῥωμανίδη θα του φανεί απολύτως, φυσιολογική. Η εκ µέρους του ανάλυση των χριστιανικών πηγώναποδεικνύει ότι η Ορθοδοξία είναι όντως του πρώτου τύπου, δηλαδή στους αντίποδες αυτού που γνωρίζουμε απὀ τη νεοελλαδική πραγματικότητα.
Η Ρωμανία υπάρχει. Απ᾽ αυτή προκύψαμε, τόσο ο Ηπειρώτης, όσο και ο Κύπριος απ᾿ τη Γιαλούσα και ο Πόντιος από τη Σοβιετική Ἔνωση. Είναι διαπιστώσιµη πραγματικότητα και ὀχι απλώς θεωρία. Το θεωρητικό και πρακτικό πρόβλημα βρίσκεται όχι στην ύπαρξη τηςΡωμηοσύνης αλλά στη σχέση της µε τον Ελληνισμό, σύγχρονο και διαχρονικά. Η ανάλυση του Ρωμανίδη αποτελεί καΐρια συμβολή στην Εθνική µας αὐτογνωσία, γιατί φωτίζει το περιεχόµενο.της κεντρικής παράδοσης της Ρωµῃοσύνης, αποκαλύπτει τον ρόλο του φραγκικού πολιτιστικού ιμπεριαλισμού και την κατεύθυνση προς την οποία αλλοτριώθηκε η ρωµανική ταυτότητα. Αλλά,όπως λέει κιο καθηγητής Ν. Πανταζόπουλος, οι συνέπειες των κατακτήσεων έχουν µεγαλύτερη σημασία απὀ αυτές καθ᾽ αυτὲς τις κατακτήσεις. Δημιουρ γούν νέες πραγματικότητες. Η φραγκική πολιτιστική Κατάκτηση, σε ὁποιο βαθµό υπήρξε, δεν αλλοίωσε µόνο τις αυτόχθονες παραδόσεις, αλλά δημιούργησε νέες παραδόσεις. Το ερώτημα εἴναι καίριο: ανήκουν. αυτές στο ἴδιο έθνος µε τους υποτιθέμενες «γνήσιοὐς» ρωμπούς; Και ένα βαθύτερο ερώτηµα: γιατί νίκησε η Φραγκική παράδοση; Πού βρισκόταν η υπεροχή της; Ἠταν µόνο πολιτική ή είχε και πνευματικά ερείσματα;
Το πρώτο ερώτημα µας φέρνει μπρος στο πρόβλημα που και ἀλλοτε (3) προσπάθησα να θέσω απὀ τις στήλες αυτού του περιοδικού: ότι είμαστε έθνος µε διαφορετικές πολιτιστικές συνιστώσες. Ξεφεύγουμε από τα δυτικά πρότυπα, οπότε µας χρειάζεται πλουραλιστική εθνική συνείδηση και Φυσικά µια αντίστοιχη θεωρία για το έθνος. Αλλά µια τέτοια θεωρία λείπει από την προβληματική της σχολής Ρωµανίδη. Ενώ. καταγγέλλει τον φραγκικό μονοφυσιτισµό και μανιχαῖσμό, διατηρεί την πολιτιστικά µονοδιάστατη φραγκική αντίληψη για το έθνος. Το αποτέλεσµα είναι µια. επικίνδυνη σύγχυση, στα πλαίσια της οποίας η ρωμποσύνη εµφανίζεται σαν «υπερ-εθνότητα» που έχει απορροφήσει την ελληνική εθνικότητα, τη βουλγαρική, τη σερβική κ.λ.π. Μια ιστορική µορφή Ἑλληνικής εθνικής ταυτότητας (η ρωμανική) ανάγεται έτσιµόνο στην κεντρική της παράδοση και λησμονούνται οι άλλες συγχρονικές συστατικές της παραδόσεις. Εισαγόμενη σαν ελκτικό πρότυπο στη σύγχρονη εθνική µας συνείδηση, τείνει να αναπαραγάγει (µε τη µονοδιάστατη θρησκευτική αναφορά της) τον. νεοελλαδικό µανιχαϊσμό και καταντάει, κατά τη γνώµη µου, αδιέξοδος Φουνταμενταλισµός. Σ᾽ αυτό που δικαιολογημένα θεωρεί ως Φραγκική αλλοίωση της ορθόδοξης παράδοσης, δεν βλέπει την εγκεντρισµένη στον εθνικό κορμό δυτική παράδοση, αλλά ούτε την παράδοξη αναπαραγωγ του αρχαιοελληνικού τρόπου. στη σύγχρονη ελληνική. θρησκευτικότητα(4).
Οι εξελιγµένες θρησκευτικές παραδόσεις δημιουργούν πάντα υπερεθνικό κοινό λόγο, που ενοποιεί σε ευρύτερα πολιτιστικά σύνολα τα έθνη. Τούτο όμως δεν καταργεί την ετερότητα τωνεθνών. Δημιουργεί έναν. κοινό πνευµατικό παρονομαστή, έναν. ευρύτερο πολιτιστικό τύπο, µια «Οικογένεια» εθνών, και όχι ένα «νέο έθνος». Πιο. σωστή εἰναι, ον προκειμένω, η άποψη ορισμένων Ρώσων ορθόδοξων διανοητών (5) που, στην περίπτωση της Ρωμανίας, κάνουν λόγο γία «κοινοπολιτεία» Εθνών µε κέντρο την Κωνσταντινούπολη, παρά για υπερεθνότητα. Και χωρίς προκαταλήψεις μιλούν για Ἑλληνική πνευματική ηγεμονία σ᾿ αυτήν (οι Έλληνες ως «φωτιστές» των. σλάβων).Τοι θέµα όµως ενός πλουραλιστικού ορισμού του έθνους χρειάζεται αυτοτελή ανάπτυξη, πράγµα που θα το κάνουμε σε άλλο άρθρο.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ – Η «Ενδιάµεση Περιοχή»
ΓΙΑ ΠΕΡΑΙΤΕΡΩ ΑΝΑΓΝΩΣΗ
- Το Δυτικό Ζήτημα και οι Μεγάλες Ελληνικές Δυνάμεις
- Το Βυζάντιο, το Ελλαδικό Κράτος και εμείς
- Κατεβάστε το ΔΩΡΕΑΝ E-Book: Ελληνισμός, Ρώμη και Χριστιανισμός
- Κωστής Μοσκώφ: Ο καημός της Ρωμιοσύνης
- Γ. Παναγιωτόπουλος: Η πρώτη Βυζαντινή Αναγέννηση και η μεταφυσική της ταυτότητας
- Μετά την Άλωση, μια Μυστική Αυτοκρατορία των Ρωμαίων
- ΒΙΝΤΕΟ – Πολιτικές προοπτικές της βυζαντινής μας ταυτότητος – Καθηγητής φιλοσοφίας Κωνσταντίνος Ρωμανός
- Ίων Δραγούμης: “Βυζάντιο”, αρχαιότητα και ελληνική ταυτότητα
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
- Υπάρχουν ασφαλώς και ἄλλες μορφές «υπερεθνικής» ταυτότητας, όπως π.χ. αυτή που εισηγούνταν ως πρόσφατα η κοµµουνιστική αριστερά. Τώρα που η κομμουνιστική στρατηγική ανήκει στο παρελθόν, µπορεί να µελετηθεί απροκατάληπτα κα να ερεύνηθούν οι σχέσεις της µε τις άλλες εκδοχές.
- Δ. Πετροπούλου, Ἑλληνικά Δημοτικά Τραγούδια, τ. Α΄, Αθήνα. 1958, σ. 154
- Εθνισµός και Θρησκεία, Ελλοπία τ. 4.
- Η νεοελλαδική Κρατική θρησκεία έχει εκπληκτικές ομοιότητες µε την εξ ίσου κρατική θρησκεία των αρχαίων. Είναι ειδωλολατρική και στηρίζεται στο φόβο. Ο Θεός ζητάει εκδίκηση για τις προσβολές που του κάνουµε και επιδέχεται εξυμενισμό µε παρακλήσεις και μαγικά τερτίπια. Οι παπάδες εἷναι τελετουργοί, δημόσιοι υπάλληλοι. Όπως πάνω κάτω συνέβαινε και στην αρχαιότητα, Αυτά εἶναι γνωστά, Αυτό που εἶναι ελάχιστα γνωστό και ενοχλεί όσους βολεύτηκαν ιδεο-λογικά µα µια «απόρριψη» της ορθόδοξης παράδοσης, βασισµένη στη δικαιολογημένη άρνηση του κρατούντος, θρησκευτικού φρονήματος, είναι ὁτι η Ορθοδοξία ήταν «άλλο πράγμα».
- Βλ. Ι. Μέγεντορφ, Βυζάντιο και Ρωσία, Δόμος, Αθήνα 1989.
Η επιλογή της ρωμανικής ταυτότητας εκεί στο μακρινό 4ο αιώνα, στα χρόνια δηλαδή των μεγάλων ανακατατάξεων και αλλαγών που έφεραν ο Μεγάλος Κωνσταντίνος και οι Οικουμενικοί Διδάσκαλοι της Εκκλησίας, δεν έγινε αυτόματα, ούτε εστιάστηκε μόνο στην απόρριψη των Ελλήνων ως εθνικών και άρα ειδωλολατρών. Η διαδικασία απόρριψης του Ελληνισμού είχε ξεκινήσει από την περίοδο του αλληλοσπαραγμού των διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, την περίοδο της Αχαϊκής, της Αιτωλικής, της Θηβαϊκής κλπ. Συμπολιτειών όπου κυριαρχούσαν οι εμφύλιοι πόλεμοι στη Νότια Ελλάδα. Τελικά, οι συνεχείς αλληλοσπαραγμοί οδήγησαν στην προδοσία των Μακεδόνων από τους υπόλοιπους δήθεν δημοκρατικούς Νότιους Έλληνες στη διαμάχη τους με το Ρωμαίο εισβολέα. Οι πολίτες της κάθε πόλης- κράτους είχαν βαρεθεί με όλη αυτή την ανασφάλεια, τους συχνούς εμφύλιους πολέμους και αγαναχτήσει με το χύσιμο ποταμιών αδελφικού αίματος. Έτσι, με ευκολία αποδέχτηκαν αρχικά το χριστιανισμό ως λύτρωση και στη συνέχεια, αφού μέσα τους είχε αδειάσει η ελληνική καταγωγή γιά την οποία δεν αισθάνονταν τίποτα, ήταν εύκολο να δεχτούν και τη ρωμανική ταυτότητα, όσοι δεν είχαν ήδη αποδεχτεί τη ρωμαϊκή. Η διατήρηση της ελληνιστικής γλώσσας ήταν αρκετή να τους θυμίζει την καταγωγή τους. Εξάλλου σ’ αυτό η Εκκλησία δεν είχε αντιρρήσεις. Μάλλον αποδυνάμωσε και τις οποιεσδήποτε τάσεις που υπήρχαν προς άλλες γλώσσες, ακόμα και προς την κυρίαρχη που ήταν ως τον 6ο αιώνα η λατινική. Όσοι πάλι είχαν ήδη αποδεχτεί πλήρως τη ρωμαϊκή ταυτότητα χωρίς να αμφισβητούν την κυριαρχία της γλώσσας, παρέμειναν ή μετασχηματίστηκαν σε λατινόφωνους, όπως στη χώρα μας είναι οι Αρωμούνοι Βλάχοι.
Έχω κάποιες διαφωνίες γιά το ρόλο του Μεγάλου Ναπολέοντα στην τελική ήττα των Δημοκρατικών και την προδοσία της ιδέας της Δημοκρατίας, επειδή γνωρίζουμε ότι οι Γιακωβίνοι προέβησαν σε μαζικές τιμωρίες των αντιφρονούντων, στη γνωστή μας τρομοκρατία, την οποία δεν έζησε ο Ρήγας Βελεστινλής. Μία δηλαδή κατάσταση που έμοιαζε με το σκοτεινό καθεστώς του Στάλιν ο οποίος καθάρισε όχι μόνο χριστιανούς και δεξιούς, αλλά και μέλη και στελέχη του κόμματός του και άλλους αριστερούς αδιακρίτως.
Επίσης, ο ίδιος ο Ναπολέοντας δεν ήταν γνήσιος Γάλλος, αλλά Κορσικανός, δηλαδή Ιταλός. Στην ίδια λογική, πολλοί επαναστάτες στη Γαλλική Επανάσταση, όπως κι άλλοι που ανέβηκαν σε ψηλά κλιμάκια στο στρατό, τη διοίκηση, τα δικαστήρια και την πολιτική, δεν ήταν καθαρόαιμοι Γάλλοι, αλλά Αλσατοί, Κορσικανοί, Βρετόνοι, Λωρραίνιοι και Πολωνοί. Επίσης σήμερα είναι πολύ εύκολο να αναρριχηθεί σε ψηλά αξιώματα της Γαλλίας κάποιος Ευρωπαίος ή ακόμα και Αφροαμερικάνος. Αυτό, θυμίζει την κατάσταση της Ρωμανίας όπου ακόμα και εχθροί που πολέμησαν τη Βυζαντινή αυτοκρατορία, αναρριχούνταν σε ψηλά κλιμάκια, όπως ο Αέτιος κλπ.
Πολλοί ξεχνούν ότι πριν από τον εκχριστιανισμό των Σλάβων από τους Ρωμαίους, είχε ήδη συμβεί ο εκχριστιανισμός των Φράγκων επί Χλωδοβίκου τον 5ο αιώνα. Κανείς δε γνωρίζει τί ακριβώς έγινε πριν από τον Καρλομάγνο και κατά τη θητεία του έτσι ώστε οι Φράγκοι να γίνουν φανατικοί αντορθόδοξοι και αντιβυζαντινοί , ή μάλλον γνωρίζουν και δεν το λένε. Αυτό επιβεβαιώνει τη θεωρία του Ρωμανίδη ότι η πλειονοψηφία του γαλλικού κι όχι φράγκικου λαού ήταν κοντά στην ορθόδοξη θρησκεία.
Τέλος, μη συγχέουμε τους Φράγκους με ένα συγκεκριμένο λαό. Φράγκους έλεγαν οι Βυζαντινοί και τους Αγγλοσάξονες, οι οποίοι έκαναν στη Βρετανία μεγαλύτερη καταστροφή από ό,τι οι Φράγκοι στη Γαλλία. Ποταμοί ορθοδόξων μαρτύρων κυρίως μοναχών χύθηκαν στις σημερινές δημοκρατίες της Ουαλλίας, της Ιρλανδίας και τη Σκοτίας που κατοικούνταν από τον εγχώριο αρχαίο λαό, τους Κέλτες σ’ όλη τη διάρκεια του μεσαίωνα. Μην ξεχνούμε επίσης ότι η Μαρία Στούαρτ των Σκοτσέζων ήταν ρωμαιοκαθολική και γι’ αυτό τη μισούσε η εξίσου ανήθικη ξαδέρφη της Ελισάβετ της Αγγλίας, η οποία και τελικά την τιμώρησε με αποκεφαλισμό.