Το Μαντείο των Δελφών κατά τους Περσικούς Πολέμους

του Περικλή Ροδάκη, από το περιοδικό Τότε τ. 46, Ιανουάριος – Φεβρουάριος 1994, σελ. 38-46

Το Μαντείο των Δελφών και ο Κροίσος

Το Μαντείο των Δελφών φτάνει στο απόγειο της δύναμής του τον 6ο π.Χ. αιώνα. Είναι η εποχή της μέγιστης αποικιακής εξάπλωσης του κόσμου του Αιγαίου, στην οποία σημαντικό ρόλο είχε παίξει το Μαντείο. Ταυτόχρονα όμως, έφτασε και η κρίσιμη καμπή της πολιτικής του δράσης. Οι Πέρσες, γίνονται η κυριότερη δύναμη της Μέσης Ανατολής και κατακτούν τη μια μετά την άλλη τις χώρες με τις οποίες συνδέεται ο κόσμος του Αιγαίου.

Το 524 π.Χ., οι Πέρσες στρέφονται κατά της Μικράς Ασίας, όπου η κυριότερη δύναμη ήταν η Λυδία, που διέθετε τεράστια πλούτη. Ο Κροίσος, είχε υποτάξει τις Ελληνικές πόλεις του Α. Αιγαίου και ουσιαστικά είχε ενταχθεί στον ελληνικό κόσμο. Βλέποντας την απειλή των Περσών, απευθύνθηκε και αυτός στο Μαντείο των Δελφών, αφού πρώτα του έστειλε πλούσια δώρα. Ο Ηρόδοτος διέσωσε όλα τα σχετικά με το χρησμό που ζήτησε.

Ο Κροίσος θέλησε πρώτα να δοκιμάσει την ικανότητα του Μαντείου-έστειλε λοιπόν πρεσβεία, η οποία ρώτησε αν γνώριζε το Μαντείο τί κάνει εκείνη τη στιγμή ο Κροίσος. (Ηρόδοτος Α, 47). Ο Κροίσος έκανε τότε κάτι ασυνήθιστο. Έβραζε σε χάλκινο δοχείο κομμάτια χελώνας και αρνιού. Λέει, λοιπόν, ο Ηρόδοτος ότι το Μαντείο του έδωσε τον εξής χρησμό: (Α, 47-49). «Οίδα δ’ εγώ ψάμμου τ’ αριθμόν και μέτρα θαλάσσης,

και κωφού συνϊημι και ου φωνεύντος ακούω.

Οδμή μ’ ες φρένας ήλθε κραταιρίνοιο χελώνης

εψομένης εν χαλκώ αμ’ αρνίοισι κρέεσιν,

η χαλκός μεν υπέστρωται, χαλκόν δ’ επίεσται».

Και η μετάφρασητου Χρ. Μαυρουδή.

Γνωρίζω εγώ τον αριθμό της άμμου και τα μέτρα της θάλασσας, και ο κωφός με εννοεί και ακούω τον άλαλο. Αισθάνομαι μυρωδιά σκληρόδερμης χελώνας που βράζει σε χάλκινο δοχείο με κρέατα αρνιού, από κάτω είναι χαλκός και από πάνω σκεπάζεται με χαλκό.

Ύστερα από την απάντηση αυτή, ο Κροίσος έστειλε πλούσια δώρα στο μαντείο, έκανε θυσία τριών χιλιάδων ζώων (Ηρόδοτος Α, 50) και ρώτησε τί έπρεπε να κάνει. Το Μαντείο του έδωσε την εξής απάντηση:

«Κροίσος ‘Αλυν διαβάς μεγάλην αρχήν καταλύσει

τους δε Ελλήνων δυνατοτάτους ει εξευρόντας φίλους

προσθέσθαι».

(Όταν ο Κροίσος διαβεί τον ‘Αλυ, μεγάλη αρχή θα καταλύσει, όταν προσθέσει φίλους του, τους δυνατότερους των Ελλήνων).

Για τρίτη φορά ο Κροίσος ρωτάει το Μαντείο των Δελφών (Ηρόδοτος Α, 55) το οποίο του απαντά: «Αλλ’ όταν ημίονος βασιλεύς Μήδοισι γένηται,

και τότε, Αυδέ ποδαβρέ, πολυψήφιδα παρ’όρμον

φεύγε μηδέ μένειν, μηδ’ αιδείσθαι κακός είναι».

(Όταν γίνει βασιλιάς των Περσών ημί-νος, τότε, ω Αυδέ αβρέ τους πόδας, φύγε στο χαλικώδη Έρμον, μη μένεις (όπου είσαι) και μην ντρέπεσαι να φανείς άνανδρος).

Ο Κροίσος πήρε τότε την απόφαση να προχωρήσει στην αναμέτρησή του με τον Κύρο, το Βασιλιά των Περσών. Ο Κροίσος ηττήθηκε και καταλύθηκε η αρχή του. Το Μαντείο, για να δικαιολογήσει την αποτυχία του, έδωσε την εξήγηση ότι ημίονος ήταν ο Κύρος. «ην γαρ ο Κύρος ημίονος· εκ γαρ δυών ουκ ομοεθνέων εγεγόνεε, μητρός αμείμονος, πατρός δε υποδεεστέρου· η μεν γαρ Μηδίς και Αστυάγεως θυγάτηρ του Μήδου βασιλέως ο δε Πέρσης τε ην και αρχόμενος υπ’ εκείνοισι και ένερθε εών τοίσι άπασα δεσποίνη τη εαυτού συνοίκεε».

Ο ημίονος ήταν αυτός ο Κύρος ο ίδιος, γιατί γεννήθηκε από γονείς όχι ομοεθνείς, από μητέρα ευγενέστερη και από πατέρα κατώτερο, εκείνη ήταν κόρη του βασιλιά των Μήδων, του Αστυάγη, και ενώ ήταν κατώτερος από εκείνη, απ’ όλες τις απόψεις, παντρεύτηκε την ηγεμονίδα του). Ηρόδ. Α. 91., Γ. 151.

Το Μαντείο οικοδομεί το αντιπερσικό μέτωπο

Το 525 π.Χ. οι Πέρσες κατέλαβαν την Αίγυπτο. Εκεί ζούσε ως ιερέας της Αιγύπτου, ο Έλληνας φιλόσοφος Πυθαγόρας. Οι Πέρσες τον έπιασαν αιχμάλωτο και τον μετέφεραν στη Βαβυλώνα. Ύστερα από λίγο τον άφησαν ελεύθερο για να γυρίσει στην Αίγυπτο, με την ελπίδα ότι θα συνεργαζόταν μαζί τους. Ο Πυθαγόρας όμως, όταν έφτασε στη Συρία, διέφυγε στο Αιγαίο και κινήθηκε να οργανώσει αντιπερσική συμμαχία της εξεγερμένης Αιγύπτου, της Κυρήνης και του Τυράννου της Σάμμου, Πολυκράτη. Ο Πολυκράτης τον εγκατέλειψε το 522 π.Χ. και πήγε στους Πέρσες, οι οποίοι τον δολοφόνησαν. Τότε ο Πυθαγόρας επισκέφθηκε πρώτα την Ελλάδα. Πέρασε από την Ελευσίνα, όπου πήρε μέρος στην τέλεση των Ελευσίνιων Μυστηρίων και στη συνέχεια μετέβη στους Δελφούς, όπου έκανε την περίφημη εκκαθάριση του Μαντείου, διορίζοντας νέα διοίκηση. Από εκείνη τη στιγμή, το Μαντείο των Δελφών γίνεται φανατικά αντιπερσικό.

Η παρέμβαση του Πυθαγόρα δείχνει τη στενή σχέση του Μαντείου με το ιερό της Αιγύπτου. Ο Πυθαγόρας λειτούργησε στην Ελευσίνα και στους Δελφούς ως Πρωθιερέας της Αιγύπτου και έγινε δεκτός στα ελληνικά ιερά μ’ αυτή του την ιδιότητα.

Η νέα Πυθία που όρισε ο Πυθαγόρας και η νέα διοίκηση του Ιερού είναι καθαρά εναντίον της Περσίας. Και θα προσπαθήσει να ετοιμάσει την αντίσταση κατά των Περσών. Ο Πυθαγόρας, διόρισε Πυθία την Πυθονίκη. Λίγο αργότερα, την Πυθονίκη την αντικατέστησε η Περίαλλα. Επικεφαλής του Ιερού τέθηκε ο Κόβωνας, ένας δυναμικός άντρας που αποφάσισε να προωθήσει την αντίσταση κατά των Περσών.

Όταν οι Πέρσες υπέταξαν τις Μικρασιατικές πόλεις, η περσική απειλή σκίασε τον ουρανό της Ελλάδας. Ο Δαρείος έστελνε πρεσβείες σ’ όλες τις πόλεις και ζητούσε «γην και ύδωρ», δηλαδή υποταγή. Ο φόβος ήταν τόσο μεγάλος, που πολλοί μήδισαν, πιστεύοντας ότι ήταν αδύνατη η αντίσταση.

Καθώς η πίεση των Περσών μεγάλωνε, στη Σπάρτη μια μερίδα κάμπτεται. Η Περίαλλα και ο Κόβωνας αντιδρούν στην κάμψη των Σπαρτιατών. Επικεφαλής των «μηδιζόντων» Σπαρτιατών είναι ο ένας απ’ τους δύο Βασιλιάδες, ο Δημάρατος. Αντίθετα, ο Κλεομένης Α’ είναι ο κύριος παράγοντας εναντίον των Περσών. Ο Κλεομένης Α’, που κινδυνεύει να παρασυρθεί από τους «μηδίζοντες», για να κόψει κάθε δρόμο υποχώρησης, κάνει δύο ενέργειες με κάλυψη του Μαντείου των Δελφών: Όταν πήγε πρεσβεία των Περσών στη Σπάρτη και ζήτησε «γην και ύδωρ», ο Κλεομένης τους σκότωσε και τους πέταξε σ’ ένα πηγάδι για να βρουν και γην και ύδωρ. Έτσι, κόβονταν κάθε δυνατότητα συνεννόησης. Ταυτόχρονα, κατηγόρησε τον άλλο βασιλιά, το Δημάρατο, που ήταν αρχηγός της ομάδας των «μηδιζόντων», ότι δεν ήταν γνήσιο παιδί του Βασιλιά Αρίστωνα και γι’ αυτό δεν μπορεί να είναι βασιλιάς. Για να στηρίξει τη θέση του ο Κλεομένης Α’ απευθύνεται στο Μαντείο των Δελφών. Και η Περίαλλα δίνει καταφατικό χρησμό στον Κλεομένη Α’. Ύστερα απ’ αυτό, καθαιρέθηκε ο Δημάρατος και ο Κλεομένης Α’ ανέβασε στον άλλο θρόνο το Λευτυχίδη, που ήταν σύμφωνος μαζί του.

Ο Ηρόδοτος λέει σχετικά (ΣΤ. 67-69, μετάφραση Ανδρέα Πουρνάρα, εκδ. «Πάπυρος»): ,

65. Και μια πούβαλε στο νου του ο I Κλεομένης να εκδικηθή, συμφώνησε με το Λευτυχίδη, το γιό του Μενάρεως του Άγιος, που ήταν απ’ την ίδια οικογένεια με το Δημάρατο, με τον όρο ότι, αν τον κάμη αυτόν βασιλιά στη θέση του Δημάρατου, θα τον ακολουθούσε κατά των Αιγινητών. Ο Λευτυχίδης είχε γίνει εχθρός άσπονδος του Δημάρατου για την εξής αιτία· αυτός είχε αρραβωνιαστή την Πέρκαλο, την κόρη του Χίλωνος του γιού του Δημαρμένου, κι ο Δημάρατος με τις μηχανορραφίες του στέρησει το Αευτυχίδη απ’ αυτό το γάμο, γιατί πρόλαβε κι άρπαξε την Πέρκαλο και την πήρε γυναίκα του. Απ’ αυτή την αιτία  είχε προέλθει η έχθρα του Λευτυχίδη με το Δημάρατο. Τότε λοιπόν, σύμφωνα με την επιθυμία του Κλεομένη, ο Λευτυχίδης ορκίζεται εναντίον του Δημάρατου, λέγοντας ότι βασίλευε στη Σπάρτη χωρίς νάχη δικαίωμα, γιατί δεν είναι γιός  του Αρίστωνος. Μετά την κατηγορία αυτή, που την επισφράγισε ο όρκος, τον κατήγγειλε στο δικαστήριο, υπενθυμίζοντας το λόγο που είπε τότε ο Αρίστων, όταν ο υπηρέτης πήγε να τον ειδοποιήση πως απόχτησε γιό, και πως εκείνος, λογαριάζοντας τους μήνες, αρνήθηκε με όρκο, λέγοντας πως δεν είναι δικός του ο γιός. Ο Λευτυχίδης στηριζόμενος σ’ αυτούς τους λόγους απόδειχνε ότι ο Δημάρατος ούτε γιός του Αρίστωνος ήταν ούτε νόμιμα βασίλευε στη Σπάρτη, κι έφερνε μάρτυρες τους εφόρους, εκείνους που έτυχε τότε να κάθονται με τον Αρίστωνα και ν’ ακούσουν αυτά απ’ το ίδιο του το στόμα.

66.          Τέλος, επειδή υπήρχαν αμφισβητήσεις στο ζήτημα τούτο, αποφάσισαν οι Σπαρτιάτες να ρωτήσουν το Μαντείο των Δελφών, αν ο Δημάρατος ήταν γιός του Αρίστωνος. Όταν το ζήτημά του αναφέρθηκε στην Πυθία με φροντίδα του Κλεομένη, αυτός πήρε με το μέρος του τον Κόβωνα, το γιό του Αριστοφάντου, πρόσωπο πούχε μεγάλη επιρροή στους Δελφούς. Ο Κόβων πείθει την Περίαλλα τη μάντιδα να τα πη όπως τα ήθελε ο Κλεομένης. Έτσι λοιπόν, όταν τη ρώτησαν οι απεσταλμένοι, η Πυθία αποκρίθηκε ότι ο Δημάρατος δεν ήταν γιός του Αρίστωνος. Ύστερα από καιρό όμως, όλ’ αυτά φανερώθηκαν, και ο μεν Κόβων εξορίστηκε, ενώ η μάντις Περίαλλα καθαιρέθηκε απ’ το αξίωμά της.

67.          Έτσι λοιπόν έγινε το πράγμα, κι ο Δημάρατος έχασε τη βασιλεία. Έφυγε λοιπόν ο Δημάρατος και πήγε στους Μήδους.

Το Μαντείο εξαγοράζεται!

Κι ακριβώς αυτή τη στιγμή, το Μαντείο των Δελφών μεταστρέφεται. Οι Πέρσες έστειλαν χρυσό και ανατρέπεται η ηγεσία που είχε διορίσει ο Πυθαγόρας. Η ηγεσία του Μαντείου «μηδίζει» γύρω στο 494 π.Χ. Καταγγέλλει τον Κλεομένη Α’ αποκαλύπτοντας τα σχετικά με το Δημάρατο. Ο Κλεομένης Α’ φοβήθηκε και διέφυγε στη Θεσσαλία. (Ηρόδοτος ΣΤ. 74-75 στην ίδια μετάφραση). 74. Μετά απ’ αυτά, επειδή έγινε γνωστή η επιβουλή του Κλεομένη εναντίον του Δημάρατου, εκείνος φοβήθηκε τους Σπαρτιάτες κι έφυγε κρυφά στη Θεσσαλία. Από εκεί πήγε στην Αρκαδία, όπου θέλησε να προκαλέση ταραχές, συγκεντρώνοντας τους Αρκάδες εναντίον της Σπάρτης· τους υποχρέωσε μάλιστα, για πιο σίγουρα, σ’ ένα σωρό όρκους ότι θα τον ακολουθήσουν όπου κι αν πάη, κι έφτασε και στο σημείο να θέλη να φέρη τους προεστούς των Αρκάδων στην πόλη Νώνακρι, για να τους εξορκίση στο νερό της Στυγός. Στην πόλη αυτή ισχυρίζονται οι Αρκάδες ότι είναι το νερό της Στυγός, και πράγματι εκεί βγαίνει λίγο νερό απ’ το βράχο και στάζει σ’ ένα λαγκάδι, που το περιβάλλει γύρω – γύρω σαν κύκλος ένας ξερότοιχος. Η δε Νώνακρις, όπου βρίσκονταν η πηγή αυτή, είναι πόλη της Αρκαδίας κοντά στο Φενεό.

75.          Οταν οι Σπαρτιάτες έμαθαν όσα έκαμε ο Κλεομένης, φοβήθηκαν τον ξανάφεραν λοιπόν στη Σπάρτη και τούδωσαν την αρχή που είχε πρωτύτερα. Μα αφ’ ότου γύρισε, τον έπιασε ψυχοπάθεια, γιατί και πριν είχε μια δόση τρέλλας· όποιο Σπαρτιάτη συναντούσε, τον χτυπούσε στο πρόσωπο με το σκήπτρο. Κι επειδή κάνοντας αυτά αποτρελλάθηκε, οι συγγενείς του τον έδεσαν στο φάλαγγα.

Εκεί, λέει ο Ηρόδοτος, ότι αυτοκτόνησε. Η ουσία είναι ότι τον έβγαλαν από τη μέση με εντολή της νέας ηγεσίας του Μαντείου των Δελφών.

Κλεισθένης: ο πατέρας της δημοκρατίας γίνεται δοσίλογος!

Στη νέα του κίνηση το Μαντείο των Δελφών φαίνεται να παίρνει μαζί του και τον Αθηναίο Κλεισθένη. Ο Κλεισθένης, μετά την ανατροπή των Πεισιστρατίδων, ήρθε σε ρήξη με τον Κλεομένη Α’, που είχε ουσιαστικά βοηθήσει στην ανατροπή των Πεισιστρατιδών, και με τον Ισαγόρα, που ήταν ο ηγέτης των Πεδιέων στο κίνημα κατά των Πεισιστρατίδων.

Ο Κλεομένης Α’, δυναμικός όπως ήταν, δεν ανέχτηκε τη μεταστροφή αυτή του Κλεισθένη. Για να τον πλήξει, επανέφερε το πρόσχημα του «Κυλωνίου άγους», πετυχαίνοντας την εκδίωξη των Αλκμεωνίδων από την Αθήνα. Ο Κλεισθένης αναγκάστηκε να φύγει. Λίγο μετά όμως οργανώθηκε κίνημα κατά του Κλεομένη Α’ και τον εκδίωξαν από την Αθήνα, επαναφέροντας στην πόλη τους Αλκμεωνίδες, αφού συνέλαβαν και θανάτωσαν με άγριο τρόπο όσους είχαν βοηθήσει τον Κλεομένη Α’.

Αμέσως μετά την επαναφορά του στην Αθήνα, ο Κλεισθένης, με τη συνδρομή του Μαντείου των Δελφών, πείθει τους Αθηναίους να ζητήσουν συμμαχία με το Βασιλιά των Περσών* δηλαδή να μηδίσουν. Ο Ηρόδοτος (Ε, 73) γράφει:

73. ΟΙ Αθηναίοι ύστερα απ’ όλ’ αυτά, τον Κλεισθένη και τις εφτακόσιες οικογένειες πούχαν διωχτή απ’ τον Κλεομένη έστειλαν και τις έφεραν πίσω, κι έστειλαν απεσταλμένους στις Σάρδεις, θέλοντας να κάμουν συμμαχία με τους Πέρσες, γιατί ήταν σίγουροι ότι ο Κλεισθένης κι οι Λακεδαιμόνιοι ήταν έτοιμοι να τους κηρύξουν τον πόλεμο. ‘Οταν όμως οι πρέσβεις έφτασαν στις Σάρδεις και είπαν όσα είχαν εντολή να πουν, ο Αρταφέρνης, ο γιός του Υστάσπη, που ήταν κυβερνήτης των Σάρδεων, τους ρώτησε ποιοί ήταν και σε ποιόν τόπο έμεναν που ζητούσαν να γίνουν σύμμαχοι με τους Πέρσες. Κι όταν άκουσε τις απαντήσεις των πρέσβεων, τους είπε με δυο λόγια τα εξής. Αν δίναν οι Αθηναίοι στο βασιλιά Δαρείο «γην και ύδωρ» θάκανε κι αυτός συμμαχία μαζί τους, αν όμως όχι, τους διέταζε να γυρίσουν στην πατρίδα τους. Οι πρέσβεις τότε, από δική τους πρωτοβουλία είπαν ότι δίνουν «γην και ύδωρ», γιατί ήθελαν να κάμουν τη συμμαχία. Αυτοί όμως σαν γύρισαν στην πατρίδα τους κατηγορήθηκαν με βαρειά κατηγορία.

Οι Αθηναίοι δε δέχθηκαν τελικά την υποταγή στους Πέρσες. Καταδίκασαν την επιτροπή που έστειλαν. Και από τότε ο Κλεισθένης, αυτός που τελικά θεωρείται ο θεμελιωτής της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, εξαφανίζεται. Δεν παρουσιάζεται πουθενά. Οι Αθηναίοι είχαν εκτεθεί με την προηγούμενη δράση τους, όπως και στην περίπτωση της Αίγινας, και δεν υπέκυψαν στη νέα θέση του Μαντείου των Δελφών. Ο Κλεομένης Α’ της Σπάρτης είχε αποκλείσει οριστικά το συμβιβασμό με τους Πέρσες, αφού σκότωσε την πρεσβεία τους. Το ίδιο είχαν μπλεχτεί και οι Αθηναίοι στην εξέγερση των Ιώνων και δεν ήταν δυνατό να δεχθούν τις υπαναχωρήσεις του Μαντείου των Δελφών.

Το Μαντείο των Δελφών έμεινε πιστό στον «μηδισμό» του. Οι Αθηναίοι, αφού καταδίκασαν τις ενέργειες του αποστάτη Κλεισθένη, αρνήθηκαν κάθε σχέση με τους Πέρσες. Ο Ηρόδοτος (Ζ’ 139) παρατηρεί.

Τώρα λοιπόν, όποιος ομολογήση ότι οι Αθηναίοι έγιναν οι σωτήρες της Ελλάδος, δε λέει καθόλου ψέμματα, γιατί, σ’ οποιοδήποτε μέρος επρόκειτο αυτοί να στραφούν, εκεί θα έκλινε η πλάστιγγα. Με το να προτιμήσουν λοιπόν την ελευθερία της Ελλάδος, δώσανε θάρρος και σ’ όλους τους άλλους Έλληνες, όσοι δεν είχαν πάει με τους Μήδους, και με τη βοήθεια των θεών έδιωξαν το βασιλιά. Δεν τους εφόβισε τίποτα· ούτε και οι φοβεροί χρησμοί πούρθαν απ’ το Μαντείο των Δελφών, κι εσκόρπιζαν τρόμο, τους έπεισαν ν’ αφήσουν την Ελλάδα, αλλά μένοντας εκεί δέχτηκαν να πολεμήσουν τον εχθρό που ερχόταν στη χώρα τους.

Το Μαντείο υπονομεύει την αντίσταση των Αθηναίων

‘Οταν το 480 π.Χ. ο ίδιος ο Ξέρξης εκστρατεύει στην Ελλάδα, οι Αθηναίοι αποφάσισαν να ζητήσουν χρησμό από το Μαντείο των Δελφών. Ο Ηρόδοτος (Ζ’ 140) γράφει χαρακτηριστικά:

140. Πράγματι οι Αθηναίοι έστειλαν στους Δελφούς να ζητήσουν χρησμό· κι όταν οι απεσταλμένοι εκτέλεσαν τα καθιερωμένα στο ναό, μπήκαν στο μέγαρο και κάθησαν τότε η Πυθία, που τ’ όνομά της ήταν Αριστονίκη χρησμοδότησε τα εξής:

Δυστυχείς γιατί κάθεστε; αφήσετε τις κατοικίες σας και τις ψηλές κορφές της στρογγυλής πόλης σας· φύγετε στα άκρα της γης γιατί ούτε το κεφάλι μένει πλέον στερεό, ούτε το σώμα, ούτε τα κατώτατα αυτού άκρα, τα πόδια, ούτε τα χέρια, ούτε τίποτα από όσα είναι στο μέσον, αλλά όλα είναι αξιοθρήνητα. Γιατί κατεδαφίζει αυτά η φωτιά και ορμητικός Αρης καβάλλα πάνω στο άρμα από τη Συρία· αυτός θα καταστρέψει και άλλα πολλά τείχη, όχι μόνο τα δικά σας. Θα παραδώσει στην καταστρεπτική φωτιά πολλούς ναούς των αθανάτων, των οποίων τα αγάλματα όρθια είναι περιχυμένα από ιδρώτα και κλονίζονται από το φόβο· πάνω δε από τη στέγη τρέχει μαύρο αίμα που προμηνύει τις άφευκτες δυστυχίες. Αλλά αναχωρήσατε από το άδυτό μου και αντιτάξατε στις δυστυχίες σας θάρρος.

Ο χρησμός είναι τρομερός. Το Μαντείο των Δελφών προδικάζει την καταστροφή των Ελλήνων. Κι ήταν ακριβώς αυτή η στιγμή που το Μαντείο των Δελφών έχασε το κύρος του. Σ’ όλους τους παλιούς χρησμούς, το Μαντείο είχε τη δυνατότητα να ερμηνεύσει και διαφορετικά το χρησμό. Εδώ δεν υπάρχει διφορούμενο. Το Μαντείο ήταν ωμό.

Τα «ξύλινα τείχη»

Όπως λέει ο Ηρόδοτος (Ζ’ 140) ένας από τους αξιωματούχους του Μαντείου, ο Τίμωνας του Ανδρόβουλου, συμβούλεψε τους Αθηναίους να ζητήσουν νέο χρησμό:

141. Σαν τ’ άκουσαν αυτά οι θεοπρόποι των Αθηναίων, νοιώσανε αφάνταστη θλίψη. Εκεί όμως που ήταν απελπισμένοι για τους δυσάρεστους χρησμούς του μαντείου, ο Τίμων του Ανδροβούλου, ένας απ’ τους πιο σημαίνοντες στους Δελφούς, τους συμβούλεψε να πάρουν κλαδιά ελιάς, και γυρνώντας στο ναό σαν ικέτες να ρωτήσουν άλλη μια φορά το μαντείο. Οι Αθηναίοι, λοιπόν, επείστηκαν και είπαν: «Ω βασιλιά, δος μας καλύτερο χρησμό για την πατρίδα μας, σύμφωνο με τα ικετήρια κλαδιά που ήρθαμε φέρνοντάς σου· αλλοιώς δεν θα βγούμε απ’ το άδυτο, αλλά θα μείνουμε εδώ, ώσπου να πεθάνουμε»· σ’ αυτούς λοιπόν η προμάντις έδωσε δεύτερο χρησμό, τον εξής:

Δεν μπορεί η Παλλάδα να εξιλεώσει τον Ολύμπιο Δία με το να παρακαλέσει αυτόν με πολλά λόγια και βαθιά φρόνηση. Και θα σου πω τη δεύτερη αυτή απόκριση, η οποία θα είναι στερεή σαν διαμάντι. Όταν θα κυριεύονται όλα τα άλλα μέρη, όσα θα είναι μέσα στα όρια της γης του Κέκροπα και του σπήλαιου του ιερού Κιθαιρώνα, ο Ζευς που βλέπει μακριά χαρίζει στην Αθηνά να μείνει ακυρίευτο μόνο το ξύλινο τείχος, το οποίο θα ωφελήσει σένα και τα παιδιά σου. Συ δε μην περιμένεις ήσυχος το ιππικό και πεζικό στράτευμα, το οποίο έρχεται από την ξηρά, αλλά να υποχωρήσεις προς τα πίσω. Θα έρθει κάποτε καιρός να αντισταθείς. Ω θεία Σαλαμίνα θα χάσεις και συ παιδιά γυναικών, είτε όταν σπείρεται ο καρπός της Δήμητρας είτε όταν συνάζεται.

Η ερμηνεία του χρησμού αποτέλεσε μεγάλο πρόβλημα για τους Αθηναίους. Ο Θεμιστοκλής έδωσε τη σωστή ερμηνεία: Με τον όρο «ξύλινα τείχη», το μαντείο εννοούσε το στόλο. Κάποιοι άλλοι Αθηναίοι υποστήριξαν ότι εννοούσε τα ξύλινα τείχη της Ακρόπολης και κλείστηκαν εκεί για να βρουν τραγικό θάνατο από τον Ξέρξη.

Φυσικά, οι χρησμοί του Μαντείου διαψεύστηκαν. Μια χούφτα Έλληνες νίκησαν τις τρομερές στρατιές του Ξέρξη. Και όταν λέμε Έλληνες, για κείνη τη στιγμή, εννοούμε τους Αθηναίους και τους Πλαταιείς από την Αττική, τους Σπαρτιάτες, τους Κορίνθιους και, μερικώς, τους Αρκάδες και τους Ηλείους. Όλες οι άλλες πόλεις, από τη Θράκη, τη Μακεδονία, τη Θεσσαλία και τη Θήβα, μαζί με όλα τα νησιά του Αιγαίου, συνεξεστράτευσαν μαζί με τον Ξέρξη εναντίον των Ελλήνων που προαναφέραμε.

Το Μαντείο των Δελφών ουσιαστικά είχε χάσει το μεγάλο κύρος του και δεν θα το ανακτήσει ποτέ πια, παρόλο που θα συνεχίσει να λειτουγεί.

Όπως ήταν φυσικό, ο Ξέρξης που ερήμωνε τα πάντα στο πέρασμά του, δεν έθιξε το Ιερό του Απόλλωνα. Το ίδιο το Μαντείο επέμεινε στη θέση ότι δεν έπρεπε να πολεμήσουν τους Πέρσες. Όταν ο Θεμιστοκλής, μετά τη νίκη του στη Σαλαμίνα (480 π.Χ.), πήγε στο Μαντείο των Δελφών για να προσφέρει στον Απόλλωνα, ως προσωπικό του δώρο, μέρος από τα λάφυρα που πήραν από τους Πέρσες, η Πυθία τα αρνήθηκε: «Μη μοι Περσήος Σκύλλων περικαλλέα κόσμον νηώ εγκαταθής οίκον δ’ απόπεμπε τάχιστα».

(Τα όμορφα στολίδια των Περσικών λαφύρων μην τα αφήσεις μέσα στο ναό μου, αλλά στείλε τα το γρηγορότερο πίσω στο σπίτι στην Πατρίδα).

Το Μαντείο σε παρακμή

Ύστερα από τους Περσικούς Πολέμους το Μαντείο των Δελφών δεν παίζει πια κυρίαρχο πολιτικό ρόλο στα ελληνικά πράγματα. Οι Ελληνικές Πόλεις, που σε αντίθεση με το Μαντείο των Δελφών, πολέμησαν και νίκησαν την τρομερότερη δύναμη εκείνης της εποχής, απέκτησαν αυτοπεποίθηση και πολιτικό θάρρος. Από εδώ και πέρα έπαιρναν μόνες τους τις αποφάσεις και ενεργούσαν ως πολίτες και άνθρωποι. Στα κατοπινά λοιπόν χρόνια, δε ρωτάνε το Μαντείο για τα σημαντικά θέματα, όπως παλιότερα. Στον μεγάλης διάρκειας Πελοποννησιακό πόλεμο δεν έχουμε κανέναν αξιόλογο χρησμό για πολιτικά θέματα.

Οι Έλληνες θα εξακολουθήσουν να σέβονται αυτό το τόσο σημαντικό Ιερό, αλλά όχι όπως παλιότερα. Μετά τους Περσικούς πολέμους, το Μαντείο των Δελφών φαίνεται να παραιτείται από τον πολιτικό του ρόλο. Καθώς ο Ελληνισμός, που αντικειμενικά διαμορφώθηκε υπό την καθοδήγηση του Μαντείου (με τον αποικισμό), θα πάρει νέα διάσταση με την κατάλυση της Περσικής Αυτοκρατορίας από τον Μέγα Αλέξανδρο, που ήταν επικεφαλής του ελληνικού κόσμου, του κόσμου του Αιγαίου, το Μαντείο των Δελφών περιορίζεται στα πολύ τυπικά θέματα και η Αμφικτιονία θα έχει σχέση μόνο με τους Πανελλήνιους αγώνες. Στον Ελληνιστικό κόσμο (από τις κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου ως τη Ρωμαϊκή κατάκτηση του Ελληνιστικού κόσμου) ελάχιστος είναι ο πολιτικός του ρόλος.

Το Μαντείο άταφος νεκρός επί αιώνες

Οι Ρωμαίοι, και ιδιαίτερα ο Νέρωνας, θα προσπαθήσει να αναζωογονήσει το Ιερό και το Μαντείο, αλλά δεν ήταν δυνατό να γίνει αυτό. Η Ρώμη κυριαρχούσε. Και στα πλαίσια αυτά δεν χωρούσε άλλη εξουσία.

Το Μαντείο των Δελφών διατηρήθηκε περισσότερο ως Ιερό. Αλλά, και ως τέτοιο η δύναμή του συνεχώς θα εξασθενεί. Νέες πίστεις θα υποσκάπτουν για κάμποσους αιώνες το κύρος του. Όταν απλώνεται ο Χριστιανισμός, το Μαντείο των Δελφών δεν έχει δύναμη να αντισταθεί. Είναι ουσιαστικά ένας άταφος νεκρός για αρκετούς αιώνες. Και γι’ αυτό, όταν ο Ιουλιανός ο Παραβάτης θα προσπαθήσει να αναστυλώσει την αρχαία πίστη και θα στείλει στο Μαντείο των Δελφών το στενό του φίλο, γιατρό Ορειβάσιο, το Μαντείο είναι πια ερημωμένο. Λέγεται, ότι στον Ιουλιανό δόθηκε ο τελευταίος χρησμός. Δεν είμαστε σίγουροι ότι δόθηκε πράγματι τέτοιος χρησμός. Θεωρείται μάλλον κατασκεύασμα των Χριστιανών. Οπωσδήποτε όμως, ο χρησμός αυτός εκφράζει πραγματικά την κατάσταση του Μαντείου:

«»Είπατε τω βασιλήι χαμαί πέσε δαίδαλος αυλά

ουκέτι Φοίβος έχει καλύβαν, ου μάντιδα δάφνην

ου παγάν λαλέουσαν, απέσβεστο και λάλον ύδωρ».

(Πέστε στο βασιλιά πως έπεσε κάτω η αυλή που βρισκόταν το ξόανο, δεν έχει πια σπίτι ούτε μαντική δάφνη, ούτε πηγή να μιλάει, χάθηκε και το νερό που μιλούσε).

(Μετάφραση Χρ. Μαυρουδή, στο βιβλίο «Δελφικά μυστήρια»).

, , , , , ,

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *