
Ξαναδιαβάζοντας τόν Daniel–Johann Elster καί τίς ἄλλες πηγές
Πηγή: chilonas.com
Νίκος Κανελλόπουλος
Εἰδικός Ἐπιστήμονας Στρατιωτικῆς Ἱστορίας Στρατιωτικῆς Σχολῆς Εὐελπίδων
Νίκος Τόμπρος
Λέκτορας Πολιτικῆς Ἱστορίας Στρατιωτικῆς Σχολῆς Εὐελπίδων

επιμέλεια-παρουσίαση, Πυθεύς
Εἰσαγωγή
Ἡ προετοιμασία τῶν Ἑλλήνων γιά τή διεκδίκηση τῆς ἀνεξαρτησίας τους ἀπό τήν ὀθωμανική ἐξουσία καί ὁ ἔνοπλος ἀγώνας πού τήν ἀκολούθησε, συγκέντρωσαν τή στήριξη Εὐρωπαίων καί Ἀμερικάνων, ἡ ὁποία σταδιακά μορφοποιήθηκε στό πολιτικοϊδεολογικό κίνημα πού εἶναι γνωστό βιβλιογραφικά ὡς Φιλελληνισμός. Τό ἐν λόγῳ κίνημα, πού ἔλαβε ποικίλες ἐκφράσεις, συνέδραμε ἠθικά, ὑλικά καί πολιτικά τούς ἐπαναστατημένους Ἕλληνες. Προφανῶς ἡ ἀμεσότερη ἔκφραση τοῦ Φιλελληνισμοῦ ὑπῆρξε ἡ πολεμική δράση πού ἀνέπτυξαν στό πλευρό τῶν Ἑλλήνων —κατά τή διάρκεια τοῦ ἀπελευθερωτικοῦ ἀγώνα (1821-1829)1— ξένοι ἐθελοντές, κυρίως ἀξιωματικοί. Μπορεῖ τά κίνητρα τῶν ἐθελοντῶν, ὅσον ἀφορᾶ τήν προσέλευσή τους στόν ἑλλαδικό χῶρο, νά ἦταν πολλά καί ποικίλα —καί σέ ὁρισμένες περιπτώσεις ἰδιοτελῆ—, ἡ πολεμική τους συμμετοχή στήν Ἐπανάσταση —ὑπό συνθῆκες μάλιστα ἰδιάζουσες καί πολύ δυσκολοτέρες ἀπό τίς ἀντίστοιχες στά εὐρωπαϊκά πεδία μαχῶν— δέν μπορεῖ νά ἀμφισβητηθεῖ. Οἱ Φιλέλληνες ἐπίσης πού ἦσαν στρατιωτικοί —καί συνεπῶς διέθεταν σημαντική πολεμική ἐμπειρία— ἀποτέλεσαν φορεῖς μετάγγισης τοῦ εὐρωπαϊκοῦ-δυτικοῦ τρόπου πολέμου στούς ἐπαναστατημένους Ἕλληνες καί συντέλεσαν στήν ὀργάνωση καί δημιουργία τακτικῶν στρατευμάτων.

Στό πλαίσιο τῆς πολεμικῆς προσφορᾶς τῶν Φιλελλήνων στήν Ἑλληνική Ἐπανάσταση ἐντάσσεται καί ἡ συγκρότηση τοῦ Τάγματος τῶν Φιλελλήνων, πού ἀκολούθησε —τόν Ἰούνιο τοῦ 1822— τόν Ἀλέξανδρο Μαυροκορδάτο στήν ἐκστρατεία του στήν Ἤπειρο πρός ἀνακούφιση τῶν Σουλιωτῶν2, ἡ ὁποία καί κατέληξε στήν ὀδυνηρή ἥττα στοῦ Πέτα. Στόχος τῆς συγκεκριμένης πολεμικῆς ἐπιχείρησης ἦταν ἡ κατάληψη τῆς Ἄρτας, καθώς ἀπό τό συγκεκριμένο ἰσχυρό στρατιωτικό κέντρο ὀργανώνονταν ὅλες οἱ ἐπιθετικές κινήσεις τῶν Ὀθωμανῶν πρός τά βόρεια καί τά νότια3. Ἡ ἐκστρατεία ἔχει καταστεῖ ἀντικείμενο περιγραφῆς καί σχολιασμοῦ ἀπό ἀρκετούς Ἕλληνες, οἱ ὁποῖοι εἴτε συμμετεῖχαν σ’ αὐτή, εἴτε ἔγραψαν γι’ αὐτή μέ βάση μαρτυρίες συμμετεχόντων. Ἐξίσου σημαντική πηγή ἀποτελοῦν τά ἀπομνημονεύματα Φιλελλήνων, ἡ ἀνάγνωση τῶν ὁποίων συμπληρώνει καί ἀποδίδει ὁλοκληρωμένη τήν εἰκόνα τῆς ἐκστρατείας στήν Ἤπειρο, καθώς καί τῶν γεγονότων πού ὁδήγησαν στήν ἥττα στοῦ Πέτα, πού οὐσιαστικά σήμανε καί τόν τερματισμό τῆς ἐκστρατείας. Τό ὅτι οἱ Φιλέλληνες ἦσαν, στή συντριπτική τους πλειονότητα ἐπαγγελματίες στρατιωτικοί συντελεῖ στό νά περιγράφουν στά ἀπομνημονεύματά τους τίς πολεμικές συγκρούσεις πού ἔλαβαν μέρος μέ περισσότερες λεπτομέρειες, παρέχοντάς μας συνεπῶς σημαντικές πληροφορίες, κυρίως γιά τή δράση τῶν τακτικῶν στρατευμάτων.
Πηγές
Ἀπό τό πλῆθος τῶν ἄμεσων καί ἔμμεσων πηγῶν πού διαθέτουμε γιά τήν ἐκστρατεία στήν Ἤπειρο γενικότερα καί τή μάχη τοῦ Πέτα εἰδικότερα, θά χρησιμοποιήσουμε ὡς βασικές ἐκεῖνες πού γράφτηκαν ἀποκλειστικά καί μόνο ἀπό ἄτομα πού ἔλαβαν ἐνεργό μέρος στά γεγονότα. Οἱ ὑπόλοιπες χρησιμοποιοῦνται συμπληρωματικά καί κυρίως κριτικά, σέ μία προσπάθεια ἀποδόμησης τυχόν λαθῶν, παρανοήσεων ἤ καί παραπληροφόρησης, ἀκόμα καί ἀποκατάστασης, τῆς ἱστορικῆς ἀλήθειας4.
Ὁ κεντρικός κορμός τῆς παρούσας μελέτης βασίζεται στά ἀπομνημονεύματα τοῦ Πρώσου ἰατροῦ Johann Daniel Elster, καθώς τό κείμενό του εἶναι ἀφ᾽ ἑνός ἐλάχιστα μελετημένο καί ἀφ᾽ ἑτέρου τό πιό πλούσιο καί ἀξιόπιστο σέ πληροφορίες γιά τά ὑπό ἐξέταση θέματα. Ὁ Elster, αὐτόπτης μάρτυρας τῶν γεγονότων τῆς ἐκστρατείας5, μᾶς παρέχει πληθώρα στοιχείων γιά ὅλες τίς φάσεις της. Τό γεγονός αὐτό καθιστᾶ τό κείμενό του πηγή ἄντλησης ἐνδιαφερουσῶν πληροφοριῶν τόσο γιά τή στρατιωτική ὀργάνωση καί δράση τῶν Φιλελλήνων, ὅσο καί τῶν ἑλληνικῶν ἀτάκτων σωμάτων. Ἀπό τούς ὑπόλοιπους Φιλέλληνες πού ἔγραψαν ἀντίστοιχα κείμενα, παρόντες στοῦ Πέτα ἦταν οἱ Adolph von Lübtow, Ferdinand von Kiesewetter7, Olivier Voutier8, Brengeri9, Erik (Ἐρρίκος) Treiber10. Τό κείμενο τοῦ Voutier δέν εἶναι ὅμως ἀξιόπιστο, ἐνῶ ἐκεῖνο τοῦ Treiber εἶναι πολύ περιληπτικό. Ὁ Βrengeri παραθέτει πολλά ἐνδιαφέροντα στοιχεῖα, ἄν καί ἀντιγράφει σέ σημαντικό βαθμό τόν Voutier. Γιά τήν ἐκστρατεία ἔγραψε ἀναλυτικά καί ὁ Maxime Raybaud πού ὅμως δέν ἦταν παρών στή μάχη, ἀλλά τό κείμενό του, στηριζόμενο σέ μαρτυρίες ἄλλων, εἶναι ἐξίσου ἀξιόπιστο μέ αὐτό τοῦ Elster11. Ὅσον ἀφορᾶ τούς Ἕλληνες ὁπλαρχηγούς πού συμμετεῖχαν στήν ἐκστρατεία καί ἔγραψαν ἀπομνημονεύματα, μόνο ὁ Κανέλλος Δεληγιάννης ἦταν παρών στοῦ Πέτα12, ἐνῶ ὁ Γενναῖος Κολοκοτρώνης13 συμμετεῖχε μέν στήν ἐκστρατεία ἀλλά ἀποχώρησε γιά τήν Πελοπόννησο λίγες ἡμέρες πρίν ἀπό τή μάχη14. Ὁρισμένες ἐνδιαφέρουσες πληροφορίες διασώζει καί ὁ Πέτρος Μέγγος, Ἕλληνας ἐθελοντής ἀπό τή Σμύρνη, πού πολέμησε στοῦ Πέτα μέ τούς τακτικούς ὡς ἁπλός στρατιώτης15. Τήν ἐκστρατεία θά περιγράψουν ἀργότερα ἕνα πλῆθος ἱστορικῶν καί ἱστοριοδιφῶν βασιζόμενοι σέ πληροφορίες καί μαρτυρίες συμμετεχόντων. Πρόκειται γιά τούς Μιχαήλ Οἰκονόμου16, Π. Πατρῶν Γερμανό17, Νικόλαο Σπηλιάδη18, Thomas Gordon19, George Gervinus20, Σπυρίδωνα Τρικούπη21, George Finlay22, Χρίστο Βυζάντιο23, Λ. Κουτσονίκα24, Charles Douglas Chambers25.
Μέ ἄξονα, λοιπόν, τά ἀνωτέρω κείμενα καί τόν ἐπανέλεγχο τῶν ὑπολοίπων πηγῶν καί τῆς δευτερογενοῦς βιβλιογραφίας26, διερευνοῦμε καί ἀναλύουμε τά στρατιωτικά χαρακτηριστικά της δράσης τῶν Φιλελλήνων στήν ἐν λόγῳ ἐκστρατεία καί ἐπιχειροῦμε νά ἐπαναπροσδιορίσουμε τά αἴτια πού συντέλεσαν στήν ἥττα τῶν ἐπαναστατικῶν δυνάμεων στοῦ Πέτα27.
Τό ἐκστρατευτικό σῶμα καί ἡ ὀργάνωση τοῦ Τάγματος
Τόν Μάιο τοῦ 1822 συγκροτήθηκε στήν Κόρινθο ἐκστρατευτικό σῶμα γιά τήν πραγματοποίηση, ὅπως προαναφέρθηκε, ἐκστρατείας στήν Ἤπειρο28. Οἱ ἐν λόγῳ στρατιωτικές δυνάμεις ἀποτελοῦνταν ἀπό ἕνα Σύνταγμα ἑλληνικῶν τακτικῶν δυνάμεων, ὑπό τή διοίκηση τοῦ Petro Tarella29, ἕνα ἐπίσης τακτικό στράτευμα, τό Τάγμα τῶν Φιλελλήνων, ὑπό τή διοίκηση τοῦ Andrea Dania30, ἕνα ὀλιγάριθμο τμῆμα τακτικοῦ στρατεύματος ἀποτελούμενο ἀπό Ἑπτανήσιους (Κεφαλλῆνες, Ζακυνθίους) ὑπό τόν Σπυρίδωνα Πανᾶ31 καί ἀπό ἑλληνικά ἄτακτα τμήματα ὑπό τούς Μάρκο Μπότσαρη, Καν. Δεληγιάννη, Παναγιώτη Γιατράκο, Κυριακούλη Μαυρομιχάλη, Γῶγο Μπακόλα κ.ἄ. Ὁ Ἀλ. Μαυροκορδάτος ὑπῆρξε ὁ γενικός ἀρχηγός τῆς ἐκστρατείας, ἄν καί τή διοίκηση τοῦ τακτικοῦ στρατεύματος (Σύνταγμα, Τάγμα Φιλελλήνων, Ἑπτανήσιοι) ἀσκοῦσε ὁ στρατηγός Normann (Karl-Friedrich Leberecht Graf von Normann-Ehrenfels)32.
Τό Τάγμα τῶν Φιλελλήνων, ὑπό τόν Dania μέ ὑπασπιστή τόν Raybaud, διαιρέθηκε σέ δύο λόχους. Ὁ πρῶτος εἶχε ἐπικεφαλῆς τούς Huissmans καί Mizewsky, ἐνῶ ὁ δεύτερος τόν Λουδοβίκο Chevalier33. Τό πυροβολικό ἦταν ἀνεξάρτητο τῶν ὑπολοίπων μονάδων καί διέθετε τόν δικό του διοικητῆ, τόν ταγματάρχη Κάρολο (Carl) von Stietz. Ἐπιπρόσθετα τό Τάγμα διέθετε δύο ἰατρούς, καθώς καί μικρό τμῆμα στρατιωτικῆς μουσικῆς. Ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον παρουσιάζει τό γεγονός ὅτι γιά τήν πραγματοποίηση τῆς ἐκστρατείας συγκροτήθηκε γενικό ἐπιτελεῖο ὑπό τόν στρατηγό Normann, ἐνῶ καί ὁ Μαυροκορδάτος πλαισιωνόταν ἀπό σημαντικό ἀριθμό ὑπασπιστῶν-ἐπιτελῶν, στοιχεῖο πού ὑποδηλώνει τήν προσπάθεια διατήρησης καί ἐπιβολῆς ἑνός —ἔστω καί ὑποτυπώδους— δυτικῆς μορφῆς συστήματος διοίκησης καί ἐλέγχου34. Ἡ ἄποψη αὐτή ἐνισχύεται καί ἀπό τή χρήση χαρτῶν ἀπό τό ἐπιτελεῖο τοῦ Μαυροκορδάτου, προκειμένου νά χαραχθεῖ ἡ πορεία πρός τά βορειοδυτικά35. Ἀξίζει νά σημειωθεῖ λοιπόν ὅτι ἡ χρήση χαρτῶν καί ἡ δημιουργία ἐπιτελείου καταδεικνύει τίς —ἔστω καί περιορισμένες— ἐπιρροές τῶν Φιλελλήνων στόν τρόπο πού πολεμοῦσαν οἱ ἐπαναστατημένοι Ἕλληνες. Κατά τή διάρκεια τῆς πορείας πρός τήν Ἤπειρο, οἱ ἀξιωματοῦχοι τοῦ ἐπιτελείου αὐξήθηκαν σημαντικά, γεγονός πού δημιουργοῦσε «ἕνα τέτοιο πλῆθος περιττῶν ἀνθρώπων», σύμφωνα μέ τόν Normann, «ἐμπόδια»36.
Σχετικά μέ τόν ἐξοπλισμό τοῦ Τάγματος οἱ πηγές ἀναφέρουν μία μεγάλη ἀνομοιομορφία στήν ἐμφάνιση τῶν στρατιωτικῶν δυνάμεων, πού ἐπηρέαζε ἀρνητικά τό ἠθικό τους. Καθώς λοιπόν δέν ὑπῆρχε τυποποιημένη στολή, καθένας ἔφερε ἕνα μεῖγμα ἀπό ἐθνικές ἐνδυμασίες37. Ἄν καί οἱ στρατιῶτες δέν διέθεταν σακίδια, εἶχαν καλό καί ἄριστης κατάστασης ὁπλισμό, ἐνῶ εἶχε προηγηθεῖ καί ἀρκετή ἐξάσκηση στή χρήση του38. Τά τυφέκια —εὐρωπαϊκοῦ τύπου— ἔφεραν ξιφολόγχη, ἐν ἀντιθέσει μέ τά τυφέκια τῶν Ἑλλήνων καί τῶν Ὀθωμανῶν39. Ὅσο γιά τά πυροβόλα, εἶχαν τή δυνατότητα ἀποσυναρμολόγησης, οὕτως ὥστε νά μποροῦν νά μεταφέρονται μέ μουλάρια40. Τό Τάγμα διέθετε, ὅπως προαναφέρθηκε, καί στρατιωτική μουσική, ἀποτελούμενη ἀπό δύο τύμπανα καί δύο σάλπιγγες, πού ἔδιναν ρυθμό κατά τή διάρκεια τῆς πορείας41. Ἡ γενική εἰκόνα, πάντως, πού ἀποδίδουν οἱ πηγές —καί ἰδίως ὁ Elster— εἶναι ἡ προσπάθεια ὀργάνωσης μιᾶς μονάδας στά πρότυπα τῶν εὐρωπαϊκῶν στρατῶν, ὅπως αὐτοί διαμορφώθηκαν ὕστερα ἀπό τήν ἐμπειρία τῶν ναπολεόντειων πολέμων καί μάλιστα μέ τήν ἐφαρμογή καινοτομιῶν (συγκρότηση ἐπιτελείου, χρήση χαρτῶν). Στά μέσα Μαΐου (1822) ἡ ἐκστρατεία ξεκίνησε ἀπό τήν Κόρινθο σέ κλίμα ἐνθουσιασμοῦ. Στήν Πάτρα τό ἐκστρατευτικό σῶμα ἐνισχύθηκε ἀπό τά ἄτακτα στρατιωτικά σώματα τῶν Καν. Δεληγιάννη, Γ. Κολοκοτρώνη, Π. Γιατράκου, ἐνῶ στό Μεσολόγγι προστέθηκαν οἱ δυνάμεις τῶν Γάτσου καί Καρατάσου. Ἡ διέλευση τοῦ ἐκστρατευτικοῦ σώματος ἀπό τήν πολιορκούμενη Πάτρα ἔδωσε τή δυνατότητα στό ἐκστρατευτικό σῶμα νά παρατηρήσει τήν πολεμική τακτική τῶν ἑλληνικῶν στρατευμάτων. Ὁ Elster μάλιστα περιγράφει λεπτομερῶς τά ἑλληνικά ὀχυρώματα («ταμπούρια»)42 πού ἔδιναν στούς ἐπιτιθέμενους Ἕλληνες ἄριστη κάλυψη ἀπό τήν ἐχθρική παρατήρηση. Ἀναφέρει ἐπίσης ὅτι, ὅταν τά τυφέκια τῶν Ἑλλήνων ἀχρηστεύονταν ἀπό τή βροχή —λόγῳ ὕγρανσης τῆς πυρίτιδας—, οἱ μαχητές ἀναγκάζονταν νά ἀποτραβιοῦνται στά ὀρεινά γιά ἀσφάλεια προκειμένου νά ἀποφύγουν τό ἱππικό τῶν Ὀθωμανῶν. Ὅταν ἡ βροχή ὅμως σταματοῦσε καί οἱ Ὀθωμανοί κινοῦνταν στήν πεδιάδα ἀναζητώντας τόν ἐχθρό, οἱ Ἕλληνες ἐπιτίθεντο αἰφνιδιαστικά προξενώντας πολλές ἀπώλειες. Ἡ τακτική τους ἄλλωστε στηριζόταν στόν αἰφνιδιασμό καί τήν παγίδευση τοῦ ἀντιπάλου43.
Τό ἐκστρατευτικό σῶμα ἀποχώρησε ἀπό τήν Πάτρα (19.5.1822) καί ὕστερα ἀπό πέντε ἡμέρες ἀφίχθηκε στό Μεσολόγγι. Ἡ παραμονή του στήν πόλη ὑπῆρξε ὀλιγοήμερη, ἀφοῦ στίς 4 Ἰουνίου ἀναχώρησε καί πάλι, αὐτή τή φορά γιά τόν Κραβασαρά (Ἀμφιλοχία). Στήν περιοχή Λάσπη τοῦ Κραβασαρᾶ οἱ ἑλληνικές δυνάμεις ἑνώθηκαν μέ ἄλλα σώματα ἁρματολῶν «συγκροτώντας ἕνα στρατό συνολικῆς δύναμης τριῶν-τεσσάρων χιλιάδων ἐνόπλων, ἀριθμό ἀρκετά μικρότερο ἀπό τίς προσδοκίες τοῦ Μαυροκορδάτου44 καί, βέβαια, ἀνεπαρκῆ γιά νά καλύψει τίς ἀνάγκες μίας τέτοιας κλίμακας ἐπιχείρησης»45.

Ἡ μάχη στό Κομπότι
Ἡ πρώτη σύγκρουση τοῦ ἐκστρατευτικοῦ σώματος μέ τμῆμα τοῦ ὀθωμανικοῦ ἱππικοῦ ἔλαβε χώρα στό Κομπότι (10/22 Ἰουνίου 1822), πού ἦταν χτισμένο στήν πλαγιά ὑψώματος. Ὁ Elster —συγκριτικά μέ τίς ἄλλες πηγές— περιγράφει διεξοδικότερα τή μάχη, μέ ἀποτέλεσμα νά εἶναι δυνατή ἡ κατά προσέγγιση ἀνασύνθεσή της.46 Σύμφωνα λοιπόν μέ τόν Πρῶσο ἰατρό, πρίν ἀπό τή μάχη ὁ στρατηγός Normann διατύπωσε τίς ἀπόψεις του γιά τήν τακτική χρήση τῶν Φιλελλήνων, βάσει τῶν ὁποίων οἱ τελευταῖοι δέν θά ἔπρεπε νά ἀναζητήσουν «τίς κορυφές τῶν βουνῶν, γιά νά μποροῦν ἀπό ἐκεῖ ψηλά νά ἀμύνονται ἄνετα» καί θά ἔπρεπε νά μένουν «στά πιό σπουδαῖα καί ἐπικίνδυνα σημεῖα καί νά μήν παραλείπουν εὐκαιρία νά ἀναμετρηθοῦν μέ τόν ἐχθρό». 47 Ἡ συγκεκριμένη ἀντίληψη δημιούργησε σοβαρά προβλήματα κατά τή διάρκεια τῶν ἐπιχειρήσεων καί ἀποτέλεσε μία ἀπό τίς αἰτίες γιά ἀρκετές ἀπό τίς ἧττες τῶν τακτικῶν στρατευμάτων. Ὑλοποιώντας αὐτό τό δόγμα, ὁ Normann παρέταξε τό Σύνταγμα καί τό Τάγμα τῶν Φιλελλήνων στούς πρόποδες τοῦ ὑψώματος, καλύπτοντας τήν ὁδό πρός τήν Ἄρτα, ἐνῶ οἱ Σουλιῶτες ὀχυρώθηκαν σέ ἐρειπωμένο κτίσμα τῆς περιοχῆς. Τό Σύνταγμα μέ τούς Σουλιῶτες κάλυψε τή δεξιά πλευρά καί τήν ἀριστερή τό Τάγμα, ὅπου καί βρισκόταν ὁ Normann, καθώς στό σημεῖο αὐτό ἀναμένονταν νά δεχθοῦν τήν κύρια ἐπίθεση τοῦ ἐχθροῦ. Καί πράγματι ἐκεῖ ἐπικέντρωσε τίς ἀρχικές του προσπάθειες τό ὀθωμανικό ἱππικό. Οἱ ὁμοβροντίες τῶν Φιλελλήνων —σέ συνδυασμό μέ τό ἀνωφερές τοῦ ἐδάφους— δυσκόλευσαν τήν ἐπίθεση καί αὔξησαν τίς ἀπώλειες τοῦ ἐχθροῦ. Ἐντούτοις, οἱ περίπου 600 ἱππεῖς κατόρθωσαν νά διασπάσουν τή γραμμή, ἀναγκάζοντας τούς Φιλέλληνες νά σχηματίσουν τετράγωνο γιά νά προφυλαχθοῦν. Στή συνέχεια ὁ ἐχθρός ἔστρεψε τήν ἐπίθεση πρός τά δεξιά, ἐναντίον δηλαδή τοῦ Συντάγματος, χωρίς σημαντικά ἀποτελέσματα. Τό Τάγμα κινήθηκε ἐναντίον τοῦ δεξιοῦ πλευροῦ τῶν Ὀθωμανῶν, ἐπιτυγχάνοντας τήν ὑπερκέρασή του, ἐνῶ οἱ Σουλιῶτες ἐφόρμησαν ἐναντίον τοῦ ἀριστεροῦ μέ συνέπεια οἱ ἐχθρικές δυνάμεις νά ὑποχωρήσουν πρός τήν Ἄρτα —ὑπό τόν κίνδυνο κύκλωσής τους— προτοῦ οἱ Σουλιῶτες προλάβουν νά ἀποκόψουν τήν ὁδό διαφυγῆς τους. Τό Σύνταγμα καί τό Τάγμα τῶν Φιλελλήνων, σέ μία μᾶλλον παράτολμη κίνηση48, καταδίωξαν χωρίς ἀποτέλεσμα τούς Ὀθωμανούς ἕως τήν Ἄρτα. Σύμφωνα μέ τόν Κ. Mendelssohn-Bartholdy: «Ἡ πρώτη αὕτη λαμπρά ἐπιτυχία ἀνεπτέρωσε πάντων τάς καρδίας»49.
Ὁ Μαυροκορδάτος καί τό ἐπιτελεῖο του, πού εἶχαν ἐγκατασταθεῖ στήν κορυφή τοῦ βουνοῦ, φαίνεται —σύμφωνα μέ τίς πηγές— ὅτι δέν ἄσκησε κανέναν ἔλεγχο ἤ διοίκηση κατά τή διάρκεια τῆς μάχης. Πιθανότατα μόνο ὁ Normann ἄσκησε ἐν μέρει διοίκηση σέ τμῆμα τῶν στρατευμάτων, ἄν καί αὐτό κρίνεται ἀμφίβολο λόγῳ τῆς παρουσίας του στήν πρώτη γραμμή τῆς μάχης. Ἐπιπρόσθετα, οἱ κινήσεις τῶν ἑλληνικῶν δυνάμεων στή μάχη φαίνεται ὅτι ἦταν κυρίως ἀποτέλεσμα τῶν πρωτοβουλιῶν πού λάμβαναν οἱ διοικητές τοῦ Συντάγματος, τοῦ Τάγματος καί τῶν ἀτάκτων.
Ὁρισμένες ἀπό τίς πηγές ἀμφισβήτησαν τήν ἱκανότητα τοῦ Μαυροκορδάτου νά καθοδηγήσει μία πολεμική ἐπιχείρηση. Ὁ Elster, γιά παράδειγμα, χρεώνει στόν Μαυροκορδάτο καί τό ἐπιτελεῖο τοῦ ὀλιγωρία καί ἀδράνεια, θεωρώντας ὅτι ὅταν ἦταν εὐνοϊκή ἡ κατάσταση, δέν πραγματοποιήθηκε ἐγκαίρως ἡ ἐπιχείρηση γιά τήν κατάληψη τῆς Ἄρτας50. Ἀργότερα, ὅταν ἡ φρουρά τῆς πόλης ἐνισχύθηκε, ἡ ἐκτέλεση τῆς ἐπιχείρησης κατέστη ἀπαγορευτική51. Στόν Μαυροκορδάτο χρεώνει ὁ Elster —σέ μεγάλο βαθμό— καί τήν ἀπόφαση νά καταληφθεῖ τοῦ Πέτα, παρά τίς ἀντιρρήσεις πού διατυπώθηκαν στό πολεμικό συμβούλιο52. Ὁ Μάρκος Μπότσαρης ἐπίσης προσπάθησε νά ἐνισχύσει τούς συμπατριῶτες του μέ μία ἐπιχείρηση πρός τά Πέντε Πηγάδια, χωρίς ἐπιτυχία, καί ἐπειδή ἡ ἐπικοινωνία μαζί του εἶχε διακοπεῖ, τό Τάγμα τῶν Φιλελλήνων ἔσπευσε πρός ἀναζήτησή του. Ὁ Elster περιγράφει ἀρκετές μικροσυμπλοκές μέ τμήματα Τουρκαλβανῶν, στίς ὁποῖες οἱ Φιλέλληνες ἐπικράτησαν. Πολύ δύσκολη, πάντως, καί κοπιώδης ὑπῆρξε ἡ διαφυγή τοῦ Τάγματος μέ νυχτερινή πορεία, ὅταν πληροφορήθηκαν ὅτι κινδύνευαν νά ἀποκοποῦν ἀπό τίς ἐχθρικές δυνάμεις πού προωθοῦνταν στοῦ Πέτα53. Ἡ ἀνούσια αὐτή ἐπιχείρηση καταπόνησε τούς Φιλέλληνες. Τό γεγονός αὐτό, σέ συνδυασμό μέ τήν ἔλλειψη τροφίμων, ἐνδεχομένως μείωσε σέ κάποιο βαθμό τή μαχητικότητά τους στή μάχη πού ἀκολούθησε στοῦ Πέτα. Τά ἤδη σοβαρά προβλήματα ἀνεφοδιασμοῦ ἐπιδεινώθηκαν, ὅταν οἱ Ὀθωμανοί πέτυχαν νά ἐξουδετερώσουν τόν μικρό στολίσκο ὑπό τόν Antonio Bassano (ἤ Passano), πού δροῦσε στόν Ἀμβρακικό κόλπο καί συντηροῦσε ἀνοικτή τή γραμμή ἐπικοινωνιῶν καί ἀνεφοδιασμοῦ54. Ἐπιπλέον, οἱ Ὀθωμανοί συνέλαβαν ἕναν φιλέλληνα, τόν Ἰταλό Monaldi, ὁ ὁποῖος —πρίν τόν θανατώσουν— τούς παρεῖχε ἀκριβεῖς πληροφορίες γιά τήν ἀριθμητική δύναμη τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοπέδου καί τίς δυσχέρειες πού ἀντιμετώπιζε55.
Ἡ μάχη στοῦ Πέτα
Ὕστερα ἀπό τή νίκη τους στό Κομπότι οἱ ἑλληνικές δυνάμεις μετακινήθηκαν στοῦ Πέτα, καθώς ὁ τόπος κρίθηκε καταλληλότερος γιά στρατοπέδευση, ἐξαιτίας τῆς ἐγγύτητάς του μέ τήν Ἄρτα, στήν ὁποία βρίσκονταν τά ὀθωμανικά στρατεύματα, καί τῆς δυνατότητας ἐλέγχου —ἀπό τά ὑψώματα τοῦ Πέτα— ὅλης τῆς περιοχῆς56. Οἱ Ὀθωμανοί εἶχαν συγκεντρώσει σταδιακά στήν Ἄρτα —ἀπό ὁλόκληρη τήν Ἤπειρο—ἰσχυρές δυνάμεις πεζικοῦ καί ἱππικοῦ —κυρίως Τουρκαλβανῶν—, οἱ ὁποῖες ὑπολογίζονταν σέ 6.000-8.000 ὑπό τούς Ἰσμαήλ πασά Πλιάσα καί Μεχμέτ Ρεσίτ πασά (Κιουταχή). Σκοπός τοῦ ἐχθροῦ ἦταν νά ἐξουδετερώσει τό ἑλληνικό στράτευμα πού εἶχε μεταφερθεῖ πλέον στοῦ Πέτα.
Τό ἐν λόγῳ σημεῖο βρίσκεται ἀνατολικά τῆς Ἄρτας χτισμένο ἀμφιθεατρικά ἐπί ὑψώματος. Μπροστά ἀπό τό χωριό (δυτικά) ὑπῆρχε χαμηλότερο ἐπιμῆκες ὕψωμα (ὀροπέδιο)57, ἐπί τοῦ ὁποίου ἔλαβαν θέση τά τακτικά στρατεύματα. Ἡ διάταξή τους —κατά τόν Elster— ἦταν ἡ ἀκόλουθη: ἕνα τμῆμα τοῦ Τάγματος ὀχυρώθηκε ἀριστερά ἐπί τοῦ ὑψώματος σέ «ταμπούρια», κατά τρόπο ὥστε νά μπορεῖ νά βάλλει διασταυρούμενα πυρά, πίσω του τοποθετήθηκε τό ὑπόλοιπο Τάγμα μέ ἐπικεφαλῆς τόν Dania, ἐνῶ τό Σύνταγμα κατεῖχε τή δεξιά πλευρά. Οἱ Ἕλληνες ἄτακτοι, σέ δεύτερη γραμμή, κατέλαβαν τά γύρω ὑψώματα καί τίς διαβάσεις πρός τό Πέτα. Ἀριστερά τοῦ Συντάγματος τοποθετήθηκαν τά δύο πυροβόλα. Στό σημεῖο αὐτό ὁ Elster ἀποκλίνει ἀπό τόν Raybaud, ἀλλά καί τίς ὑπόλοιπες πηγές (Gordon, Σπηλιάδης, Δεληγιάννης58), οἱ ὁποῖες τοποθετοῦν τά πυροβόλα στό δεξιό τοῦ Συντάγματος59. Ἡ συνολική δύναμη τοῦ ἑλληνικοῦ στρατεύματος δέν πρέπει νά ὑπερέβαινε τούς 1.500-2.000 ἀνδρες60.
Ἡ πληροφόρηση τοῦ Elster γιά τήν ὀχύρωση ἑνός τμήματος τοῦ Τάγματος κατά τήν ἑλληνική τακτική, τή χρησιμοποίηση δηλαδή πρόχειρων ὀχυρωμάτων («ταμπούρια») γιά νά προστατευθοῦν, ἐπιβεβαιώνεται σχεδόν ἀπό ὅλους ὅσοι ἔγραψαν γιά τή μάχη καί ἦσαν παρόντες. Πρόκειται γιά τούς Φιλέλληνες von Kiesewetter61 καί von Lubtow —μέ τή διαφορά ὅτι ὁ τελευταῖος ἀναφέρεται στό Σύνταγμα—62 καί τόν ὁπλαρχηγό Καν. Δεληγιάννη63. O Ἕλληνας ἐθελοντής ἀπό τή Σμύρνη Πέτρος Μέγγος κάνει ὁμοίως λόγο γιά «ταμπούρια», ἀλλά ὅτι χρησιμοποιήθηκαν κατά κύριο λόγο ἀπό τό Σύνταγμα64. Ἀκόμη, ἕνας ἀνώνυμος Γερμανός ἐθελοντής, μέλος τοῦ Τάγματος τῶν Φιλελλήνων, ἀναφέρεται στή χρήση ὀχυρωμάτων ἀπό τά τακτικά σώματα65. Ὁ Χρίστος Βυζάντιος —στήν πρώτη ἔκδοση τῆς ἱστορίας τοῦ τακτικοῦ στρατοῦ (1837)— ἀναφέρει ρητά ὅτι: «Τό μέν τακτικόν σῶμα παρετάχθη ὄπισθεν παλαιῶν χαρακωμάτων τινῶν, ὀνομαζομένων Ταμπούρια τοῦ Γκόγκου…». Ἐπιπρόσθετα σέ πολυσέλιδη, ἀνώνυμη —καί ἀχρονολόγητη— ἐπιστολή γιά τή δράση τοῦ Γεωργίου Βαρνακιώτη ἤ Νικολοῦ στήν Ἑλληνική Ἐπανάσταση γίνεται λόγος ὅτι κατά τή διάρκεια τῆς μάχης στοῦ Πέτα «ἡ φιλοέλινες ἐσικόθηκαν ἀπό τά ταμπόρια τους»67, ἐνῶ στό ἴδιο κείμενο ὁ Βαρνακιώτης ἐμφανίζεται νά συμβουλεύει πρίν ἀπό τή μάχη τούς ἐπικεφαλῆς τῶν Φιλελλήνων νά κατασκευάσουν «ταμπούρια», χωρίς οἱ τελευταῖοι νά παρουσιάζονται ἄν τελικά ἔφεραν ἀντίρρηση68.

Ἡ χρησιμοποίηση «ταμπουριῶν» ἀπό τακτικό στράτευμα ἀποτελεῖ μία σπάνια, ἴσως καί μοναδική, περίπτωση στίς πολεμικές ἐπιχειρήσεις πού πραγματοποιήθηκαν στή διάρκεια τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης, ὅπου στράτευμα ἀποτελούμενο ἀπό Εὐρωπαίους ὀχυρώνεται καί πολεμᾶ μέ τόν «ἑλληνικόν τρόπον μάχης» τίς μεθόδους δηλαδή τῶν ἀτάκτων, τίς ὁποῖες καί κατηγοροῦσαν69. Ὑπό αὐτές λοιπόν τίς συνθῆκες δέν μπορεῖ νά εἰπώθηκε στοῦ Πέτα ἡ πολύ γνωστή φράση τοῦ Dannia πρός τόν Γῶγο: «Ἡμεῖς ἔχομεν τά στήθη μας προμαχώνα»70, ἀλλά, ὅπως σωστά ἐπισημαίνει ὁ Κ. Σιμόπουλος, στό Κομπότι71.
Οἱ Ὀθωμανοί σχημάτισαν μισοφέγγαρο (λαβίδα) γιά νά κυκλώσουν/ὑπερκεράσουν τούς ὀχυρωμένους στοῦ Πέτα. Ἡ ἐπίθεση ξεκίνησε ἀπό τό ὀθωμανικό πεζικό πού ἐπιτέθηκε στήν ἐμπροσθοφυλακή τοῦ Τάγματος. Τά μακρύκαννα τυφέκιά τους («καρυοφίλια») εἶχαν μεγαλύτερο βεληνεκές ἀπό ἐκεῖνα τῶν Φιλελλήνων, μέ ἀποτέλεσμα οἱ πρῶτες βολές τῶν ἐχθρικῶν δυνάμεων νά μείνουν ἀναπάντητες. Ἐνδεχομένως οἱ Τουρκαλβανοί, ἐπειδή ἀρχικά δέν δέχθηκαν πυρά, πίστεψαν ὅτι τά ἑλληνικά στρατεύματα δέν εἶχαν καταλάβει τούς πρόποδες τοῦ ὑψώματος, μέ συνέπεια νά συνεχίσουν τήν προώθησή τους. Σέ ἀπόσταση 100 βημάτων —περίπου 30 μέτρα— δέχθηκαν διασταυρούμενα πυρά ἀπό τά «ταμπούρια» τῶν Φιλελλήνων. Οἱ Ὀθωμανοί ἀνασυντάχτηκαν καί ἐπιτέθηκαν —μέ περισσότερες αὐτή τή φορά— δυνάμεις, ὑποχρεώνοντας τούς Φιλέλληνες σέ σύμπτυξη. Ἑρμηνεύοντας τήν περιγρα- φή τοῦ Elster, ὁ κύριος ὄγκος τοῦ ἐχθρικοῦ πεζικοῦ συγκρούστηκε μέ τίς δυνάμεις τοῦ Τάγματος στό ὕψωμα, ἐπιχειρώντας μάλιστα νά τίς ὑπερκεράσει. Ἡ σύγκρουση πού ἀκολούθησε περιγράφεται ὡς ἐπική. Οἱ Τουρκαλβανοί κατόρθωσαν νά ἀνέλθουν δύο φορές στό ὕψωμα καί οἱ Φιλέλληνες τούς ἀπώθησαν μέ τίς ξιφολόγχες τους72.
Ἡ ἐπέμβαση τοῦ Συντάγματος καί οἱ βολές τῶν πυροβόλων προκάλεσαν κάμψη τοῦ ἀριστεροῦ τῶν ὀθωμανικῶν δυνάμεων. Σύμφωνα μάλιστα μέ τή λεπτομερῆ περιγραφή τοῦ Elster, τά δύο πυροβόλα τῶν Φιλελλήνων ἔβαλλαν θραυσματοφόρα βλήματα [Kartatschen (γερμανικό πρωτότυπο)], ἀποδεκατίζοντας ὁλόκληρες σειρές ἀντιπάλων73. Σύντομα ἡ ἄμυνα ἄρχισε νά μετατρέπεται σέ ἐπίθεση καί οἱ Φιλέλληνες μέ «ἐφ’ ὅπλου λόγχη» προέλασαν ἐναντίον τοῦ ἀριστεροῦ τῶν ἐχθρικῶν δυνάμεων. Τότε συνέβη ἡ γνωστή —καί μοιραία γιά τήν ἔκβαση τῆς μάχης— εἰσχώρηση ὀθωμανικῶν τμημάτων στά νῶτα τοῦ Συντάγματος καί τῶν Φιλελλήνων μέ ἀποτέλεσμα νά ἀποκοποῦν μεταξύ τους ἀλλά καί ἀπό τά ἄτακτα σώματα, τά ὁποῖα ἀποχώρησαν γιά νά μήν ἐγκλωβιστοῦν. Ὁ Elster, ὅπως καί ἡ πλειονότητα τῶν πηγῶν74, ἀποδίδει τό γεγονός αὐτό σέ προδοσία καί ἐγκατάλειψη θέσης τοῦ ὁπλαρχηγοῦ Γώγου Μπακόλα. Δύο προσπάθειες πραγματοποιήθηκαν ἀπό τό Σύνταγμα γιά νά ἑνωθεῖ μέ τούς Φιλέλληνες, χωρίς ὅμως ἀποτέλεσμα, καθώς στήν πρώτη σκοτώθηκε ὁ διοικητής του Tarella καί στή δεύτερη τραυματίστηκε ὁ στρατηγός Normann. Οἱ βολές τῶν πυροβόλων ἔδωσαν τήν εὐκαιρία σέ λίγους Φιλέλληνες —μέχρι νά τά ἐξουδετερώσουν οἱ Ὀθωμανοί— νά καταφύγουν στοῦ Πέτα. Ἀπό τό σημεῖο αὐτό καί ἔπειτα ὁ Πρῶσος ἰατρός περιγράφει πράξεις ἡρωισμοῦ καί αὐτοθυσίας τῶν Φιλελλήνων, ἐλάχιστοι ἐκ τῶν ὁποίων κατόρθωσαν νά διαφύγουν75.
Συμπεράσματα
Σύμφωνα μέ τήν ἔρευνα στίς πηγές, ἡ ἐκστρατεία στήν Ἤπειρο θά εἶχε αἴσιο ἀποτέλεσμα, ἄν ἦταν δυνατόν νά ἐξασφαλιστοῦν καί νά διατηρηθοῦν ἐπαρκέστερες ἀριθμητικά δυνάμεις καί παράλληλα ἐπικρατοῦσε περισσότερο ἐπιθετικό πνεῦμα. Ἀντίθετα ἡ ἐκστρατεία κρίθηκε ἀπό ἀμυντικές μάχες, οἱ ὁποῖες δύσκολα θά ἐκπλήρωναν τόν στόχο τῆς ὅλης ἐπιχείρησης76. Ὁ Elster, ὀρθά κατά τή γνώμη μας, ἐπικρίνει τήν ἑλληνική διοίκηση γιά ἀναποφασιστικότητα ὡς πρός τό ἐγχείρημα κατάληψης τῆς Ἄρτας. Ἡ ὑλοποίηση τοῦ ἐν λόγῳ στόχου θά στεροῦσε ἀπό τούς Ὀθωμανούς ἕνα σημαντικό διοικητικό καί στρατιωτικό κέντρο καί θά ἀποσποῦσε τήν προσοχή τους ἀπό τίς ἐπιχειρήσεις ἐναντίον τοῦ Σουλίου77.
Ὅσον ἀφορᾶ τίς πολεμικές ἐπιχειρήσεις πού ἔλαβαν χώρα κατά τή διάρκεια τῆς ἐκστρατείας στήν Ἤπειρο, αὐτές ἀποτελοῦν ἕνα σχετικά σπάνιο παράδειγμα στή στρατιωτική ἱστορία «συνέργειας» τακτικῶν καί ἀτάκτων δυνάμεων. Καθώς ὅμως δέν ὑπῆρχε ἰσχυρή κεντρική διοίκηση καί ὁ τρόπος τακτικῆς χρήσης τῶν δύο τύπων στρατευμάτων δέν ἦταν σαφής, δέν κατέστη δυνατή ἡ πλήρης ἐκμετάλλευση τῶν πλεονεκτημάτων τῆς συγκεκριμένης «συνεργασίας»78. Τό μεγάλο μειονέκτημα τοῦ ἑλληνικοῦ στρατεύματος ἦταν ὅτι δέν μποροῦσε νά ἐξασφαλίσει ἑνότητα διοίκησης. Τό κάθε σῶμα ἀτάκτων ὑπάκουε μόνο στόν ἀρχηγό του. Ὁ Normann διοικοῦσε, στόν βαθμό πού αὐτό ἦταν ἐφικτό, μόνο τά τακτικά στρατεύματα, ἐνῶ καί ὁ Μαυροκορδάτος δέν ἀσκοῦσε καμία μορφή διοίκησης καί ἐλέγχου στό σύνολο τοῦ στρατεύματος κατά τή διάρκεια τῶν συγκρούσεων. Στοῦ Πέτα ἄλλωστε ὁ τελευταῖος βρισκόταν ἀρκετά μακριά ἀπό τό πεδίο τῆς μάχης. Ἡ ἔλλειψη στιβαρῆς διοίκησης φαίνεται καί στό πολεμικό συμβούλιο πού προηγήθηκε τῆς πολεμικῆς σύγκρουσης, ὅπου ἐκφράστηκαν ἀντικρουόμενες ἀπόψεις γιά τή θέση τοῦ τακτικοῦ στρατεύματος σέ σχέση μέ τούς ἀτάκτους καί τήν κατασκευή ἤ μή πρόχειρων ὀχυρωμάτων («ταμπούρια»)79.
Ἡ ἐπιμονή τῶν Εὐρωπαίων νά μάχονται σέ παράταξη σέ ἀνοικτό ἔδαφος80, ἀλλά καί ἡ ἐπιφυλακτικότητα τῶν Ἑλλήνων ἀτάκτων νά συνεργαστοῦν μαζί τους, ὁδήγησε στή διαμόρφωση ἀνταγωνιστικῶν σχέσεων, ἐνῶ συχνά ἐπικράτησε ἀμοιβαία καχυποψία καί ἔλλειψη συνεργασίας, καταστάσεις δηλαδή πού ὁδήγησαν τά ἐπαναστατικά στρατεύματα σέ ἧττες, ὅπως στοῦ Πέτα καί ἀργότερα στόν Ἀνάλατο. Τά προβλήματα πού ἀνέκυπταν ἀπό τή συνδυασμένη χρήση τακτικῶν καί ἀτάκτων σωμάτων φαίνεται ὅτι εἶχαν ἀπασχολήσει τούς ἐπικεφαλῆς τῶν ἑλληνικῶν δυνάμεων. Σύμφωνα μέ τόν Χρ. Βυζάντιο: «Ὁ Καραϊσκάκης, ὡς στρατιωτικός πεπειραμένος, καίτοι μηδεμίαν παιδείαν ἤ στρατιωτικάς γνώσεις κατέχων, ἀλλ’ ὡς φύσει ὀξύνους ἀντελήφθη ἐν τῷ ἅμα, ὅτι ἐν μάχῃ συναπτομένῃ ἐκ τακτικοῦ μετ’ ἀτάκτου στρατοῦ, οἱ μέν πρῶτοι πρέπει νά μένωσιν ἐν ἐφεδρείᾳ ἤ ἐπικουρίᾳ, οἱ δέ δεύτεροι νά μάχωνται, καί ὅτι οὕτως ἡ μέν νίκη ἀσφαλίζεται, ἕκαστος δ’εὑρίσκεται εἰς τό φυσικόν στοιχεῖον αὐτοῦ»81. Ὁ Καραϊσκάκης ἀνέφερε ἐπίσης στόν Φαβιέρο πρίν ἀπό τή μάχη στό Χαϊδάρι (Αὔγουστος 1826): «Κολονέλο μου, δέν θέλω οἱ ἀνδρεῖοι τακτικοί σου τουφέκι νά ρίξουν, νά κάθουνται ἥσυχοι καί ἕτοιμοι, καί ἅμα σέ εἴπω, νά τούς διατάξης νά τρέξουν πρός βοήθειαν τῶν δικῶν μου»82. Στοῦ Πέτα, ὅταν τέθηκε τό δίλημμα ἄν πρέπει νά ἀποτελέσουν ἐμπροσθοφυλακή οἱ ἄτακτοι ἤ οἱ τακτικοί, φαίνεται ὅτι ἀντέδρασαν οἱ Εὐρωπαῖοι ἐπικεφαλῆς τῶν τακτικῶν στρατευμάτων καί ἐπέβαλαν τήν ἄποψη νά εἶναι ἐκεῖνοι πού θά πολεμήσουν στήν πρώτη γραμμή.
Παρά ταῦτα, ἕνα σημαντικό τμῆμα τῶν τακτικῶν στρατευμάτων πολέμησε στοῦ Πέτα κάνοντας χρήση ὀχυρωμάτων («ταμπούρια»), γεγονός πού ἀποτελεῖ ἐξαίρεση στίς πολεμικές συγκρούσεις τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπανάστασης. Τό στοιχεῖο αὐτό δέν ἔχει ἀκόμα ἐπισημανθεῖ ἀπό τήν ὑπάρχουσα ἱστοριογραφία. Ὁ Γενναῖος Κολοκοτρώνης, πού ἀναφέρει στά ἀπομνημονεύματά του ὅτι μαζί μέ τόν Γῶγο Μπακόλα ἔθεταν μέ ἐπιμονή στούς τακτικούς τό ζήτημα κατασκευῆς πρόχειρων ὀχυρωμάτων83, δέν ἦταν τελικά παρών στή μάχη. Ὁ Σπυρίδων Τρικούπης —μέ τή γνωστή ἀναφορά του στά λόγια τοῦ Dania— ὁδήγησε τή νεώτερη ἔρευνα νά υἱοθετήσει τήν ἄποψη ὅτι ἡ ἥττα στοῦ Πέτα ὀφείλεται στήν ἐμμονή τῶν τακτικῶν στρατευμάτων νά μάχονται σέ ἀνοικτό πεδίο. Ὁ Χρίστος Βυζάντιος, ἐνῶ στήν πρώτη ἔκδοση τῆς ἱστορίας του (1837) ἀναφέρει ρητά περί χαρακωμάτων, στή δεύτερη ἔκδοση (1874) ἐπαναλαμβάνει περίπου ὅ,τι μνημονεύει καί ὁ Τρικούπης84. Βιβλιογραφική ἐξαίρεση ἀποτελεῖ ὁ Σιμόπουλος, πού ἐντοπίζει τήν ἀνακρίβεια τοῦ Τρικούπη, ἀλλά χωρίς περαιτέρω ἀνάλυση85. Μέ βάση τήν ἀνάλυση καί τίς μαρτυρίες πού παραθέσαμε, ἡ χρήση ὀχυρωμάτων ἀπό τό Τάγμα τῶν Φιλελλήνων ἤ/καί τό Σύνταγμα, ἔστω καί ἀπό τμήματα αὐτῶν, πρέπει νά θεωρηθεῖ βέβαιη καί ἡ μαρτυρία τοῦ Elster ἀξιόπιστη. Εἶναι σημαντικό ἐπίσης νά τονιστεῖ ὅτι τά τακτικά στρατεύματα καί τά πυροβόλα τους διατάχθηκαν σέ ὕψωμα καί ὄχι σέ ἀπολύτως ἀνοικτό πεδίο. Παρά τίς τακτικές ἀντιλήψεις τῶν Εὐρωπαίων ἐθελοντῶν καί τίς ἀπόψεις τοῦ Normann καί τοῦ Dania, στοῦ Πέτα ἡ στρατιωτική ἀναγκαιότητα ἐπικράτησε.
Τό κλειδί συνεπῶς τῆς ἥττας στοῦ Πέτα καί σκοτεινό σημεῖο τῆς καταστροφῆς, ἀποτελεῖ ἡ εἰσχώρηση τῶν Ὀθωμανῶν στά νῶτα τῶν ἑλληνικῶν δυνάμεων. Στό κατά πόσο ἡ παρουσία τοῦ ἐχθροῦ ὀφείλεται σέ προδοσία τοῦ Γώγου Μπακόλα ἤ ὄχι, δέν μπορεῖ νά δοθεῖ ὁριστική ἀπάντηση ἀπό τά ἀπομνημονεύματα τοῦ Elster ἤ τίς ἄλλες πηγές86. Ἡ ἀντίληψη ὅμως τῶν ἀτάκτων στρατευμάτων περί τοῦ τρόπου διεξαγωγῆς τῶν πολεμικῶν ἐπιχειρήσεων, μπορεῖ ἐνδεχομένως νά μᾶς παράσχει μία ἑρμηνεία γιά τήν εὐθύνη ἤ μή τοῦ Γώγου. Οἱ ἄτακτοι ἦταν συνηθισμένοι σέ πόλεμο φθορᾶς —σέ εὐνοϊκό γιά αὐτούς ἔδαφος— μέ σκοπό τήν ἐξουδετέρωση τῆς ἀριθμητικῆς ὑπεροχῆς τοῦ ἀντιπάλου, τόν αἰφνιδιασμό καί τήν καταστροφή του. Κατά συνέπεια, ὅταν γιά ὁποιοδήποτε λόγο ὁ ἀντίπαλος εἰσχωροῦσε στίς θέσεις τους, ἀπέφευγαν, ἐφόσον οἱ συνθῆκες τό ἐπέτρεπαν, τή συνέχιση τῆς σύγκρουσης, ἐπιλέγοντας νά ἀναδιπλωθοῦν ὥστε νά ἀποφύγουν ἀρχικά τήν κύκλωση καί δευτερευόντως τήν καταστροφή τους. Ὑπό αὐτό τό πρίσμα θά μποροῦσε νά ἑρμηνευθεῖ ἡ περίπτωση τοῦ Γώγου, καθώς οἱ ἀνεπαρκεῖς δυνάμεις του, πού βρίσκονταν στό πέρασμα, κάμφθηκαν ἀπό τούς Ὀθωμανούς πού ἐμφανίστηκαν στά νῶτα τους καί ὁδηγήθηκαν σέ γρήγορη ἀποχώρηση. Πανικοβλήθηκαν δηλαδή ἀπό τήν ξαφνική παρουσία, ἔστω καί μικροῦ ἐχθρικοῦ τμήματος, μέ ἀποτέλεσμα νά ἐγκαταλείψουν τίς θέσεις τους καί ὁ ἐχθρός νά καταφέρει ἀνενόχλητος νά βρεθεῖ στά νῶτα τῶν Ἑλλήνων, ὑποχρεώνοντάς τους νά ὑποχωρήσουν καί νά ἀφήσουν ἀπροστάτευτους τό Τάγμα καί τούς Ἑπτανήσιους. Ἀντίθετα, τά τακτικά σώματα, ἐκπαιδευμένα σέ πόλεμο κατά παράταξη, δέν διέθεταν εὐελιξία κινήσεων καί σύμφωνα μέ τήν ἐπικρατοῦσα ἀντίληψη τακτικῆς —καί κυρίως τήν ἰδεολογία τους— δέν ἦταν διατεθειμένα νά ἐγκαταλείψουν τή θέση τους, ἀκόμα καί ἄν ἡ ἐξέλιξη τῆς μάχης ἔδειχνε νά ὁδηγεῖται σέ μή εὐνοϊκή κατάσταση.
Ἦταν λοιπόν ἀναμενόμενο νά ἐπικρατεῖ καχυποψία γιά τίς προθέσεις τοῦ Γώγου καί τίς κινήσεις του, ἐνῶ, ὅταν τά ἐχθρικά στρατεύματα εἰσχώρησαν στά νῶτα τους, οἱ Φιλέλληνες δέν φρόντισαν νά ἀπαγκιστρωθοῦν ἔγκαιρα. Ἐνδεχομένως ἡ κατηγορία τῆς προδοσίας πού τό σύνολο τῶν ἀπομνημονευμάτων τῶν Φιλελλήνων ἀποδίδει στόν Γῶγο, δέν εἶναι παρά τό ἀποτέλεσμα τῶν στερεοτύπων πού ἔφεραν οἱ Φιλέλληνες γιά τούς ντόπιους καί τῶν διαφορετικῶν ἀντιλήψεων Εὐρωπαίων ἐθελοντῶν καί Ἑλλήνων87.
Στή σύγχυση θά πρέπει νά συνέβαλαν ἤ νά ἐπέτειναν δύο ἄλλα σημαντικά στοιχεῖα πού μαρτυροῦν οἱ πηγές, καί τά ὁποῖα δέν ἔχει ἀκόμα ἀξιοποιήσει ἡ ὑπάρχουσα βιβλιογραφία: ἡ ὁμοιότητα τῆς ἐνδυμασίας τῶν Τουρκαλβανῶν καί τῶν Ἑλλήνων ἀτάκτων88 καθώς καί οἱ συνθῆκες χαμηλῆς ὁρατότητας πού δημιουργήθηκαν ἀπό τόν καπνό τοῦ πυρός τῶν ἀντιπάλων καί τή σκόνη πού εἶχε σηκωθεῖ ἀπό τήν κίνηση τῶν πολυάριθμων ὀθωμανικῶν στρατευμάτων. Σύμφωνα μάλιστα μέ τόν Δεληγιάννη, ἡ φορά τοῦ ἀνέμου κατά τή διάρκεια τῆς μάχης ἦταν τέτοια, ὥστε ὁ κονιορτός νά κατευθύνεται στίς ἑλληνικές θέσεις89. Τίς συνθῆκες σύγχυσης πού ἐπικράτησαν κατά τήν κίνηση τῶν Τουρκαλβανῶν στά νῶτα τῶν τακτικῶν, ἐπιβεβαιώνει καί ὁ Πέτρος Μέγγος90. Ὑπάρχουν ἄλλωστε ἰσχυρές ἐνδείξεις ὅτι τό τμῆμα πού βρέθηκε στά μετόπισθεν τῶν ἑλληνικῶν δυνάμεων ἀποτελεῖτο ἀπό ὀλιγάριθμους Τουρκαλβανούς σημαιοφόρους πού ἀρχικά ἔκρυψαν τίς σημαῖες τους («μπαϊράκια») καί ἔτσι πέτυχαν νά κινηθοῦν ἀνενόχλητοι χωρίς νά γίνουν ἀντιληπτοί. Ὅταν ἄνοιξαν τά «μπαϊράκια» τους, προκάλεσαν πανικό στούς ἀτάκτους, οἱ ὁποῖοι παρασυρόμενοι ἀπό τόν ἀριθμό τῶν σημαιῶν πίστεψαν ὅτι ἀκολουθοῦσε ἰσχυρή δύναμη τοῦ ἐχθρικοῦ στρατεύματος91.

Ἡ κόπωση τῶν στρατευμάτων ἀπό τίς προηγούμενες ἐπιχειρήσεις καί πορεῖες92, ἀλλά καί ἡ ἀντιπαλότητα πού εἶχε ἀναπτυχθεῖ στούς κόλπους τῶν Φιλελλήνων, δέν φαίνεται μέ βάση τίς πηγές νά ἐπηρέασαν ἄμεσα τήν ἀπόδοσή τους κατά τή διάρκεια τῆς μάχης. Εἶναι ὅμως γεγονός ὅτι ἡ ἐλλιπέστατη διατροφή93 καί οἱ δύσκολες συνθῆκες διαβίωσης σέ συνδυασμό μέ τίς ἀρρώστιες πού ἐνέσκηψαν καί τίς λιποταξίες πού σημειώθηκαν, περιόρισαν ἀριθμητικά τό ἑλληνικό στράτευμα καί μείωσαν σέ κάποιο βαθμό τή μαχητική του ἰσχύ94.
Ἡ ἥττα στοῦ Πέτα σηματοδότησε τό τέλος τῶν πολεμικῶν ἐπιχειρήσεων στήν Ἤπειρο καί τή συνθηκολόγηση τῶν Σουλιωτῶν, οἱ ὁποῖοι ὑποχρεώθηκαν πλέον νά ἐγκαταλείψουν τήν περιοχή τους. Προκλήθηκαν διχόνοιες μεταξύ τῶν ἐνόπλων καί ἀναβίωσαν παλαιότερες ἔριδες, ὅπως αὐτή μεταξύ Σουλιωτῶν καί Στερεοελλαδιτῶν ὁπλαρχηγῶν. Ἡ νίκη τῶν Ὀθωμανῶν τούς ὁδήγησε στό νά ἐπικεντρώσουν τή στρατηγική τους στό Μεσολόγγι, τό ὁποῖο ἀποτελοῦσε βασικό ἐπαναστατικό πυρήνα σέ ὁλόκληρη τή δυτική Στερεά. Οἱ ἐχθροί κατευθύνθηκαν —ἀνεμπόδιστοι σχεδόν—στό Μεσολόγγι ὅπου καί πραγματοποίησαν τρίμηνη πολιορκία (Ὀκτώβριος 1822-Ἰανουάριος 1823) χωρίς θετικό ἀποτέλεσμα95.
Στίς σελίδες πού προηγήθηκαν, ἐπιχειρήθηκε μία σύντομη προσέγγιση τῶν γεγονότων πού συνδέονται μέ τήν ἐκστρατεία στήν Ἤπειρο μέσα ἀπό τίς πρωτογενεῖς πηγές, καθώς καί τήν ὑπάρχουσα βιβλιογραφία. Ἡ ἐπανεξέταση τῶν πηγῶν θεωροῦμε ὅτι παρουσιάζει ἐξαιρετικό ἐνδιαφέρον στούς ἱστορικούς τόσο σέ ἐπίπεδο πληροφοριῶν ὅσο καί σέ ἐπίπεδο ἀτομικῶν καί συλλογικῶν νοοτροπιῶν. Ὑπό αὐτή τήν ἔννοια δόθηκαν ἀπαντήσεις σέ πολλά αἰτούμενα τῆς σύγχρονης ἱστοριογραφίας μέ ἄξονα τά ἀπομνημονεύματα τοῦ Elster καί ὅσων ἄλλων ἦσαν παρόντες στή μάχη, καθώς καί ἡ εὐκαιρία νά σχηματιστεῖ πληρέστερη εἰκόνα γιά τόν τρόπο διεξαγωγῆς τῆς μάχης τοῦ Πέτα, τῶν συνθηκῶν, ἀλλά καί τῶν αἰτιῶν τῆς ἥττας96.
♦
Παραπομπές
1. Ὡς καταληκτική ἡμερομηνία τῆς Ἐπανάστασης ἐκλαμβάνουμε τήν 12η Σεπτεμβρίου 1829, καθώς τότε διεξήχθη στήν Πέτρα τῆς Βοιωτίας ἡ τελευταία μάχη τοῦ ἑλληνικοῦ ἀπελευθερωτικοῦ ἀγώνα. Σχετικά μέ τήν ἐν λόγῳ μάχη πρόχειρα βλ. Ἀπ. Βακαλόπουλος, Ἱστορία τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ, τόμ. Η΄, Θεσσαλονίκη 1988, σ. 127, σ. 129, ὅπου καί ἡ σχετική βιβλιογραφία· Σπ. Λουκάτος, «Ἡ τελευταία μάχη τοῦ Ἀγῶνος τῆς Ἑλληνικῆς Ἀνεξαρτησίας, Πέτρα Βοιωτίας 12 Σεπτεμβρίου 1829», Ἐπετηρίς Ἑταιρείας Στερεοελλαδικῶν Μελετῶν, 5 (1974-1975), σσ. 109-134· Στ. Παπαδόπουλος, «Τά πολιτικά γεγονότα», Ι.Ε.Ε., Ἐκδοτική Ἀθηνῶν, τόμ. ΙΒ΄, Ἀθήνα 1975, σσ. 532-533.
2. «Ἀπό τό χειμώνα τοῦ 1821 ὁ Μαυροκορδάτος εἶχε στρέψει τήν προσοχή του πρός τή Δυτική Ἑλλάδα πού κινδύνευε νά κατακλυσθεῖ ἀπό τούς Τουρκαλβανούς. Ἔπρεπε νά ἐνισχυθοῦν οἱ Σουλιῶτες γιά νά σταθεροποιήσουν τήν ἀντίσταση στά βουνά τους. Ἡ ἐκστρατεία στήν Ἤπειρο φαινόταν ἀπαραίτητη […] νά ἀναλάβει τήν ἐκστρατεία ὁ Μαυροκορδάτος. Αὐτή ἦταν ἡ καί ἡ ἀνομολόγητη ἐπιθυμία τοῦ νεαροῦ Φαναριώτη, πού θεωροῦσε τή Δυτική Ἑλλάδα περιοχή πρόσφορη γιά τήν ἀνάπτυξη τῆς προσωπικῆς του ἐπιρροῆς». Κ. Σιμόπουλος, Πῶς εἶδαν οἱ ξένοι τήν Ἑλλάδα τοῦ ’21, τόμ. Β΄ (1822-1823), Ἀθήνα 1980, σ. 192. Ἐπιπρόσθετα βλ. N. Fr. Aschling, Forsӧk till Grekiska Revolutiones Historia, enligt antecknigar gjorde pӓ stӓllet af Nils Fr. Aschling, Major, och Riddare af Kongl, Swӓrds-Orden, Στοκχόλμη 1824, σ. 409.
3. «Ἡ κατάκτηση τῆς Ἄρτας θά ἔλυνε τήν πολιορκία τοῦ Σουλίου καί θά ἐπέτρεπε τή με- ταφορά τοῦ μετώπου βορειοτέρα, πρός τά Γιάννενα». Δ. Τζάκης, «Τά πολεμικά γεγονότα: Οἱ ἐξελίξεις στά μέτωπα τοῦ πολέμου (1822-1824)», Ἱστορία τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ 1770-2000, τόμ. 3, Ἑλληνικά Γράμματα, Ἀθήνα 2003, σ. 83.
4. A. Prokesch Osten, Ἱστορία τῆς ἐπαναστάσεως τῶν Ἑλλήνων κατά τοῦ Ὀθωμανικοῦ κρά- τους ἐν ἔτει 1821 καί τῆς ἱδρύσεως τοῦ Ἑλληνικοῦ βασιλείου, Διπλωματικῶς ἐξεταζομένη/Συγγραφεῖσα μέν ὑπό Ἀντ. Πρόκες-Ὄστεν, μεταφρασθεῖσα δ’ ἐκ τοῦ Γερμανικοῦ πρωτοτύπου ὑπό Γ. Ἐμ. Ἀντωνιάδου, τόμ. Α΄, Ἀθήνα 188, σσ. 18-170· Κ. Mendelssohn-Bartholdy, Ἱστορία τῆς Ἑλλάδος ἀπό τῆς ἐν ἔτει 1453 Ἁλώσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως ὑπό τῶν Τούρκων μέχρι τῶν καθ’ ἡμᾶς χρόνων, Ἄγγελος Βλάχος (μτφρ.), μέρος πρῶτο, Ἀθήνα 1873, σσ. 34-377.
5. Γιά τό κείμενο τοῦ Elster ὡς ἀξιόπιστη μαρτυρία, βλ. Ρ. Quack-Μανουσάκη, «Ἡ συμμετοχή τοῦ γερμανοῦ γιατροῦ J. D. Elster στόν Ἑλληνικό Ἀγώνα Ἀπελευθερώσεως», στό Ἀν. Β. Μανδυλαρά, Γ. Β. Νικολάου, Λ. Φλιτούρης, Ν. Ἀναστασόπουλος (ἐπιστημονική ἐπιμέλεια), Φιλελληνισμός: Τό ἐνδιαφέρον γιά τήν Ἑλλάδα καί τούς Ἕλληνες ἀπό τό 1821 ἕως σήμερα, Δῆμος Νικολάου Σκουφά/Ἡρόδοτος, Πέτα (Ἄρτα)-Ἀθήνα 2015, σσ. 195-20.
6. Der Hellenen Freiheitskampf im Jahre 1822. Aus dem Tagebuch des Herrn A. v. L., Kampfgenossen des Generals Grafen von Normann; bearbeitet von Ludwig Bollmann, Βέρνη 1823.
7. Κ. Σιμόπουλος, Πῶς εἶδαν…, ὅπ.π., σ. 258, ὅπου καί τό ἔργο τοῦ F. von Kiesewetter. Reise eines teutschen Offiziers nach Griechenland, seine erlebten Leiden und Schicksale und seine Ruckkehr ins Vaterland. Zur Warnung von ihm selbst geschrieben, Parchim 1823.
8. Ο. Voutier, Mémoires du colonel Voutier sur la guerre actuelle des Grecs, Παρίσι 1823, σσ. 267-282. Ὁ Κ. Σιμόπουλος χαρακτηρίζει τό κείμενο τοῦ Voutier ἀναξιόπιστο ὡς ἱστορική πηγή. Συγκεκριμένα σημειώνει: «Τό μεγαλύτερο μέρος ἀπό τήν ἀφήγησή του περιττολογίες -ἀπαράδεκτες γιά στρατιωτικό- καλύπτεται ἀπό τά προσωπικά του κατορθώματα πού δυστυχῶς εἶναι ὁλότελα φανταστικά». Κ. Σιμόπουλος, Πῶς εἶδαν…, ὅπ.π., σ. 222.
9. Brengeri, «Adventures of a foreigner in Greece», London Magazine 5 (August 182), σσ. 42- 481. Σχετικά μέ τήν κριτική στό ἔργο τοῦ Brengeri καί τήν ὁμοιότητά του μέ τό κείμενο τοῦ Voutier, Mémoires du colonel Voutier… βλ. Κ. Σιμόπουλος, Πῶς εἶδαν…, ὅπ.π., σ. 1.
10. Ἐλάχιστα εἶναι τά ὅσα σημειώνει γιά τή μάχη στοῦ Πέτα ὁ Erik (Ἐρρίκος) Treiber. Ἔρ. Treiber, Ἀναμνήσεις ἀπό τήν Ἑλλάδα 1822-1828. Ἀνέκδοτο χρονικό του Ἀγῶνος, Ἀθή- να 190, σσ. 43-45.
11. M. Raybaud, Memoires sur la Grece pour servir a l’ histoire de la guerre de l’ independance, avec une introduction historique par Alph. Rabbe, vol. I, Tournachon-Molin, Παρίσι 1824, σσ. 249-337. Ὅσον ἀφορᾶ τήν ἀξιοπιστία τοῦ κειμένου τοῦ Raybaud βλ. Κ. Σιμόπουλος, Πῶς εἶδαν…, ὅπ.π., σ. 20· Ἀπ. Βακαλόπουλος, Ἱστορία τοῦ Νέου Ἑλληνισμοῦ, τόμ. Στ΄, Θεσ- σαλονίκη 1982, σ. 14.
12. Καν. Δεληγιάννης, Ἀπομνημονεύματα, Σχόλια Γ. Τσουκαλᾶς, Γ. Τσουκαλᾶ καί υἱοῦ «Βιβλιοθήκη», τόμ. Β΄, Ἀθήνα 1957, σσ. 30-44. Σχόλια ἐπί τῶν ἀπομνημονευμάτων τοῦ Κανέλλου Δεληγιάννη βλ. Τ. Γριτσόπουλος, «Ἱστοριογραφία τοῦ Ἀγῶνος», Μνημοσύνη 3 (1970-1971), σσ. 87-91.
13. Γεν. Κολοκοτρώνης, Ἀπομνημονεύματα, Ἐπιμελητής τῆς ἐκδόσεως Ἐμμ. Γ. Πρωτοψάλ- της, Γ. Τσουκαλά «Βιβλιοθήκη», Ἀθήνα 1955, σσ. -73.
14. Σπ. Τρικούπης, Ἱστορία τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως, τόμ. Β΄, Λονδίνο 2180, σ. 258· Χρ. Βυζάντιος, Ἱστορία τῶν κατά τήν Ἑλληνικήν Ἐπανάστασιν ἐκστρατειῶν καί μαχῶν καί τῶν μετά ταῦτα συμβάντων, ὧν συμμετέσχεν ὁ τακτικός στρατός ἀπό τοῦ 1821 μέχρι τῶν 1833, Κ. Ἀντωνιάδης, Ἀθήνα 1874, σ. 40· Th. Gordon, History…, ὅπ.π., σ. 387· Καν. Δεληγιάννης, Ἀπομνημονεύματα, ὅπ.π., σσ. 3-37.
15. P. Mengous, Narrative of a Greek soldier: containing anecdotes and occurrences illustrating the character and manners of the Greeks and Turks in Asia Minor, and detailing events of the late war in Greece, in which the author was actively engaged by land and sea, from the commencement to the close of the revolution, Νέα Ὑόρκη 1830, σσ. 189-194. «Γενικά πρόκειται γιά μία γοητευτική καί ἐνδιαφέρουσα ἀφήγηση, σέ πρῶτο πρόσωπο, μέ πλῆθος πληροφοριῶν γιά γεγονότα καί καταστάσεις πού ἔζησε ὁ ἴδιος ἤ πού τοῦ διηγήθηκαν ἄλλοι». Κ. Λάππας, «Βιβλιοκρισία (Ἡ ἀφήγηση τοῦ Πέτρου Μέγγου. Ἀπό τή Σμύρνη στήν Ἑλλάδα τοῦ 1821, Βαγγέλης Κούταλης (μτφρ.), Ἰσνάφι, Ἰωάννινα 2009», Μνήμων 31 (2010), σ. 303.
16. Μ. Οἰκονόμου, Ἱστορικά τῆς Ἑλληνικῆς Παλιγγενεσίας ἤ Ὁ ἱερός τῶν Ἑλλήνων Ἀγών, (Φωτογραφική ἐπανέκδοσις ἐκ τῆς α΄ ἐκδόσεως), Ἐπιμέλεια-Εἰσαγωγή-Εὑρετήριον Ἰωάννας Γιανναροπούλου, Τάσου Ἀθ. Γριτσόπουλου, Ἀθήνα 197, σσ. 241-244, 293-29, 321- 329. Σχετικά μέ τό «ἱστοριογραφικόν ἔργον» τοῦ Μιχαήλ Οἰκονόμου βλ. Τ. Γριτσόπουλος, «Ἱστοριογραφία…», ὅπ.π., σσ. 175-181.
17. Π. Πατρῶν Γερμανός, Ὑπομνήματα περί τῆς Ἐπαναστάσεως τῆς Ἑλλάδος. Ἀπό τό 1820 μέχρι τοῦ 1823, Ἐκδιδόμενα παρά Καλλινίκου Καστόρχη, Πέτρος Μαντζαράκης, Ἀθήνα 1837, σ. 139· Π. Πατρῶν Γερμανός, Ἀπομνημονεύματα, Προλεγόμενα Γ. Ἰ. Παπούλα, Δημ. Γρ. Καμπούρογλου, Ἀθήνα 1900, σσ. 11-118, σ. 141.
18. Ν. Σπηλιάδης, Ἀπομνημονεύματα, τόμ. Α΄, Ν. Χ. Φιλαδελφεύς, Ἀθήνα 1851, σσ. 355-35.
19. Th. Gordon, History of the Greek revolution, vol I, Λονδίνο 1832, σσ. 380-391.
20. G. Gervinus, Ἱστορία τῆς Ἐπαναστάσεως καί Ἀναγεννήσεως τῆς Ἑλλάδος, τόμ. Α΄, Ἀθήνα 184, σσ. 39-380.
21. Σπ. Τρικούπης, Ἱστορία…, ὅπ.π., τόμ. Β΄, σσ. 251-24.
22. G. Finlay, Ἱστορία τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως, Πρόλογος Γιάνης Κορδάτος, σχόλια Τάσος Βουρνᾶς, μετάφραση Ἀλέξανδρος Κοτζιᾶς, «Ἄτλας», Ἀθήνα χ.χ., σσ. 237-245· G. Finlay, History of the Greek revolution, and the reign of King Otho, Zeno, Λονδίνο 1971, σσ. 24-272.
23. Χρ. Βυζάντιος, Ἱστορία τοῦ τακτικοῦ στρατοῦ τῆς Ἑλλάδος. Ἀπό τῆς πρώτης συστάσεώς του κατά τό 1821 μέχρι τῶν 1832, Κ. Ράλλης, Ἀθήνα 1837, σσ. 10-18· Χρ. Βυζάν- τιος, Ἱστορία… (1874), ὅπ.π., σσ. 3-50.
24. Λ. Κουτσονίκας, Γενική Ἱστορία τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως, τόμ. Β΄, Ἀθήνα 193, σσ. 177-179. Σχόλια ἐπί τῆς Γενικῆς Ἱστορίας τοῦ Λ. Κουτσονίκα βλ. Τ. Γριτσόπουλος, «Ἱστοριογραφία…», ὅπ.π., σ. 3.
25. Ch. Douglas Chambers, The Greek War of Independence (1821-1827), Swan Sonnenschein and Co, Λονδίνο 1909, σσ. 31-34.
26. Μπ. Ἄννινος, Οἱ Φιλέλληνες τοῦ 1821, Ἀθήνα 1925, σσ. 15-180· Γ. Θ. Ζώρας, «Ἡ ἐν ἔτει 1822 μάχη τοῦ Πέτα κατ’ ἀνέκδοτον χειρόγραφον τοῦ ἀπορρήτου Ἀρχείου τοῦ Βατικανοῦ», Παρνασσός 13 (1971), σσ. 485-493· Β. Σφυρόερας, «Σταθεροποίηση τῆς Ἐπαναστάσεως 1822-1823)», Ι.Ε.Ε., Ἐκδοτική Ἀθηνῶν, Ἀθήνα 1975, σσ. 229-233, 27-28· Λ. Δρούλια, «Ὁ Φιλελληνισμός ἀπό τό 1821 ὥς τό 1823», Ι.Ε.Ε., Ἐκδοτική Ἀθηνῶν, τόμ. ΙΒ΄, Ἀθήνα 1975, σσ. 314-323· Δ. Καρατζένης, Γῶγος Κ. Μπακόλας, Ὁ ἀδάμαστος ὁπλαρχηγός τοῦ ᾽ 21, Ἑταιρεία Ἠπειρωτικῶν Μελετῶν, Ἰωάννινα 1978, σσ. 0-93· Δ. Καρατζένης, Ἡ πρός Ἤπειρον ἐκστρατεία τό 1822 καί ἡ μάχη τοῦ Πέτα, Ἀθήνα 1980· Κ. Σιμόπουλος, Πῶς εἶδαν…, ὅπ.π., σσ. 189-283· Ἀπ. Βακαλόπουλος, Ἱστορία…, ὅπ.π., σσ. 144-170· Ρ. Quack-Μανουσάκη, «Ἡ συμμετοχή…», ὅπ.π., σσ. 185-20· Δ. Τζάκης, «Τά πολεμικά γεγονότα…», ὅπ.π., σσ. 83-88. Κ. Ζαρίδη, «Φιλελληνισμός καί ἡ μάχη τοῦ Πέ- τα» στό Ἀν. Β. Μανδυλαρά, Γ. Β. Νικολάου Λ. Φλιτούρης, Ν. Ἀναστασόπουλος (ἐπιστη- μονική ἐπιμέλεια), ὅπ.π., σσ. 231-241· Γ. Β. Νικολάου, «Ἡ ἐκστρατεία στήν Ἤπειρο (1822) καί ἡ μάχη τοῦ Πέτα μέσα ἀπό τά ἀπομνημονεύματα τῶν Φιλελλήνων Olivier Voutier, Maxime Raybaud, Daniel Elster» στό Ἀν. Β. Μανδυλαρά, Γ. Β. Νικολάου Λ. Φλιτούρης, Ν. Ἀναστασόπουλος (ἐπιστημονική ἐπιμέλεια), ὅπ.π., σσ. 243-271.
27. Ἄς σημειωθεῖ, πάντως, ὅτι οἱ ξένες πηγές πού ἀναφέρονται στήν ἐκστρατεία τοῦ Ἄλ. Μαυροκορδάτου στήν Ἤπειρο, ὑπερτεροῦν τῶν ἑλληνικῶν ποιοτικά, ἀφ᾽ ἑνός γιατί ὑπῆρξαν αὐτόπτες μάρτυρες τῶν γεγονότων πού περιγράφουν, ἀφ᾽ ἑτέρου γιατί μᾶς δίνουν μία ὀπτική τῶν γεγονότων ἀπαλλαγμένη ἀπό ἀντιπαλότητες καί προσωπικές ἔχθρες. Σχετικά μέ τά θετικά καί ἀρνητικά στοιχεῖα τῶν ξένων πηγῶν βλ. Γ. Νικολάου, «Ἡ ἐκστρατεία…», ὅπ.π., σσ. 24-249.
28. Ὅσον ἀφορᾶ τή στελέχωση τοῦ ἐπιτελείου καί τῶν διοικήσεων τῶν διαφόρων τμημάτων βλ. Κ. Σιμόπουλος, Πῶς εἶδαν…, ὅπ.π., σ. 203, ὑποσημείωση 35.
29. «Ἀφ’ ἔγεινεν ὁ ἀριθμός τῶν στρατιωτῶν ἕως πεντακόσιοι πενήντα, ὁ ἀρχηγός τοῦ σώματος συνταγματάρχης Ταρέλας, κατά τήν διαταγήν τῆς τότε διοικήσεως, ἐσχημάτισε δύο τάγματα πεζικά, συγκείμενα ἕκαστον ἀπό πέντε λόχους, καί ἕνα λόχον τοῦ πυροβολικοῦ μέ δύο πυροβόλα […] Ἐδόθησαν δέ συγχρόνως παρά τῆς διοικήσεως εἰς τά τάγματα ταῦτα καί δύο σημαῖαι δίχρωοι ἐκ κυανοῦ καί λευκοῦ, αἱ ὁποῖαι δύνανται νά θεωρηθῶσιν αἱ παλαιότεραι σημαῖαι τῆς Ἑλλάδος…». Χρ. Βυζάντιος, Ἱστορία τοῦ τακτικοῦ… (1837), ὅπ.π., σσ. 12-13. Ἐπιπρόσθετα βλ. N. Fr. Aschling, Forsӧk till…, ὅπ.π., σ. 410.
30. «Ὁ ὅρκος ἐδόθη ἐν ἐπισημότητι παρά τόν Ἀκροκόρινθον τήν 12ην Μαΐου, ἀφ’ οὗ ἀνεγνώσθησαν εἰς τούς παραταχθέντας Φιλέλληνας τά ἄρθρα τοῦ ὀργανισμοῦ τοῦ ἰδιαιτέρου αὐτῶν σώματος. Μεθ’ ὅ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος ηὐλόγησε τάς σημαίας, τάς παραδοθείσας ὑπό τοῦ ἀρχηγοῦ εἰς τά δύο σώματα, τό τοῦ τακτικοῦ στρατοῦ καί τό τῶν Φιλελλήνων». Μπ. Ἄννινος, Οἱ Φιλέλληνες…, ὅπ.π., σσ. 158-159.
31. Ἐπικεφαλῆς τῶν Ζακυνθίων ἐμφανίζεται ἀπό τόν Β. Σφυρόερα ὁ Διονύσιος Πομώνης. Β. Σφυρόερας, «Σταθεροποίηση…», ὅπ.π., σσ. 231-232. Ἐπειδή καμία ἄλλη πηγή δέν ἀναφέρεται στόν ἐν λόγῳ ὁπλαρχηγό, θά πρέπει νά ὑποθέσουμε ὅτι κατά τή διάρκεια ἐκστρατείας αὐτός ἐντάχθηκε ὑπό τίς διαταγές τοῦ Πανᾶ.
32. Βιογραφικά στοιχεῖα γιά τόν στρατηγό Normann βλ. A. Schott, Taschenbuch fur Freunde der Geschichte des Griechischen Volkes, Χαϊδελβέργη 1824.
33. Χρ. Βυζάντιος, Ἱστορία… (1874), ὅπ.π., σσ. 33-34.
34. J. D. Elster, Τό τάγμα τῶν Φιλελλήνων ἀπό τό ἡμερολόγιο τοῦ Johann Daniel Elster, μτφρ. Χρ. Οἰκονόμου. Ἀθήνα 2010, σ. 34.
35. J. D. Elster, Τό τάγμα…, ὅπ.π., σσ. 48-49
36. J. D. Elster, Τό τάγμα…, ὅπ.π., σ. 10· Κ. Σιμόπουλος, Πῶς εἶδαν…, ὅπ.π., σ. 210.
37. «ἵνα δέ φαίνωνται τουλάχιστον ἔχοντες εἶδος τί στολῆς, περιεζώσθη ἕκαστος ἐρυθράν ται- νίαν, ἐνῶ κατά τά ἄλλα ὅ τε ὁ ὁπλισμός καί ἡ ἐνδυμασία ἐγίνοντο κατ’ ἰδίαν ἑκάστου ἀρέσκειαν, καί τό τάγμαν εἶχε ποικίλην, κατερρακωμένην καί παράδοξον ὅλως τήν ὄψιν». Κ. Mendelssohn-Bartholdy, Ἱστορία τῆς Ἑλλάδος…, ὅπ.π., σ. 32. «Ὠργανισθέν καί αὐξηνθέν τό σῶμα οὕτως, ὡπλίσθη ὡς πρότερον μ’ ἕν τουφέκιον λογχοφόρον καί μέ μίαν πυριτοθήκην· ἀλλ’ ὁ ἱματισμός του ἦτον πολλά ἄθλιος, διότι δέν ὑπῆρχεν κανέν ὁμοιόμορφον». Χρ. Βυζάντιος, Ἱστορία τοῦ τακτικοῦ… (1837), ὅπ.π., σ. 13. «Διά τούς φιλέλληνας εἶχε κανονισθῆ στολή ἰδιαιτέρα, κάπως, πολυτελής, μετά πολλῶν χρυσοποικίλτων κοσμημάτων, ἔμεινεν ὅμως αὕτη ἰδανική καί ἀνεφάρμοστος ἐλλείψει μέσων· οἱ εἰς τό τάγμα δέ ἀνήκοντες ξένοι ἔφερον κατ’ ἀρέσκειαν οἱ μέν πολιτικήν ἐνδυμασίαν, οἱ δέ τάς παλαιᾶς αὐτῶν στρατιωτικάς στολάς τοῦ πεζικοῦ, τῶν οὐσσάρων, τῶν δραγόνων καί ἄλλων σωμάτων τῶν διαφόρων τῆς Εὐρώπης στρατῶν, ἀποτελοῦσας φυρμόν ποικιλώτα- τον χρωμάτων καί κοσμημάτων. Ὡς μόνον δέ κοινόν διακριτικόν σημεῖον εἶχον ἐρυθράν ζώνην περί τήν ὀσφύν». Μπ. Ἄννινος, Οἱ Φιλέλληνες…, ὅπ.π., σ. 10· Κ. Σιμόπουλος, Πῶς εἶδαν…, ὅπ.π., σ. 195, παραπομπή 11.
38. J. D. Elster, Τό τάγμα…, ὅπ.π., σσ. 35-3. «Μόλις δέ ὠργανίσθη τό σύνταγμα τοῦτο καί ἤρχισε νά λαμβάνη ἀρχάς εἰς τά γυμνάσια τῆς ὁπλασκίας καί εἰς ἑλιγμούς τινάς…». Χρ. Βυζάντιος, Ἱστορία τοῦ τακτικοῦ… (1837), ὅπ.π., σ. 13. «…ὧν ἡ ἄσκησις ἐγένετο δι’ ὅλης τῆς ἡμέρας κατά τούς περί ἀσκήσεως γαλλικούς κανονισμούς». Χρ. Βυζάντιος, Ἱστορία… (1874), ὅπ.π., σ. 33.
39. J. D. Elster, Τό τάγμα…, ὅπ.π., σ. 58.
40. J. D. Elster, Τό τάγμα…, ὅπ.π., σ. 53.
41. Ἀπ. Βακαλόπουλος, Ἱστορία…, ὅπ.π., σσ. 148-149. Δέν ὑπάρχει πάντως ἀναφορά στίς πηγές γιά χρήση σαλπιγγῶν καί τυμπάνων στή μάχη. Ἐνδεχομένως μουσική χρησιμοποιεῖτο καί στίς ἀσκήσεις σέ παράταξη, τίς ὁποῖες συχνά μνημονεύει ὁ Elster. Μία ἐξ αὐτῶν μάλιστα πραγματοποιήθηκε ἐνώπιον τοῦ Θ. Κολοκοτρώνη. J. D. Elster, Τό τάγμα…, ὅπ.π., σ. 5, 7· Κ. Σιμόπουλος, Πῶς εἶδαν…, ὅπ.π., σ. 205.
42. Σχετικά μέ τά «ταμπούρια» βλ. Ἀπ. Βακαλόπουλος, Τά ἑλληνικά στρατεύματα τοῦ 1821: Ὀργάνωση, ἡγεσία, τακτική, ἤθη, ψυχαγωγία, Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1991, σσ. 137-14.
43. J. D. Elster, Τό τάγμα…, ὅπ.π., σσ. 5-7.
44. Β. Σφυρόερας, «Σταθεροποίηση…», ὅπ.π., σ. 232.
45. Δ. Τζάκης, «Τά πολεμικά γεγονότα…», ὅπ.π., σ. 84.
46. Βλ. ἐνδεικτικά τόν Raybaud.
47. J. D. Elster, Τό τάγμα…, ὅπ.π., σ. 1.
48. Γιά τήν καταδίωξη κριτική ἀσκεῖ καί ὁ Gordon, σσ. 381-382.
49. Κ. Mendelssohn-Bartholdy, Ἱστορία τῆς Ἑλλάδος…, ὅπ.π., σ. 35.
50. Ἐνδεικτικά βλ. τήν ἀρνητική κριτική πού ἄσκησαν στόν Μαυροκορδάτο οἱ Κ. Mendelssohn-Barthold («Ὁ ἀρχιστράτηγος ἐστερεῖτο στρατηγικοῦ βλέμματος· ὅσον δέ ἐπιμελῶς καί ἐφαίνετο μελετῶν τά βαθύτατα τῶν σχεδίων, κεκυφώς ἐπί τοῦ χάρτου τῆς Ἠπείρου, οὔτε ἑνότης ὅμως οὔτε σύνδεσμος κατεφαίνοντο ἐν τοῖς κινήμασι τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ»), Ν. Σπηλιάδης («…καί διά ταῦτα θέλει νά ἐκστρατεύσῃ κατά τῶν Τούρκων, ἄν καί ἀπόλεμος […] ἀλλ’ ἔπρεπε καί νά ᾽ξεύρη νά νικᾷ, καί διά νά νικᾷ, ἔπρεπε νά γνωρίζῃ τά τοῦ πολέμου καί τά στρατηγικά ἀλλ’ αὐτός εἶναι ὅλως ἀπειροπόλεμος· εἶναι λοιπόν δυνατόν νά νικήσῃ τούς Τούρκους;»), Μπ. Ἄννινος («Ἀλλ’ ἡ στρατηγική ἐμπειρία του ἦτο δυστυχῶς ὑποδεεστέρα τῶν ἄλλων ἀρετῶν του»). Κ. Mendelssohn-Bartholdy, Ἱστορία τῆς Ἑλλάδος…, ὅπ.π., σ. 34· Ν. Σπηλιάδης, Ἀπομνημονεύματα…, ὅπ.π., σ. 354. Μπ. Ἀννινος, Οἱ Φιλέλληνες…, ὅπ.π., σ. 13.
51. J. D. Elster, Τό τάγμα…, ὅπ.π., σ. 173, 208-209.
52. J. D. Elster, Τό τάγμα…, ὅπ.π., σ. 211.
53. J. D. Elster, Τό τάγμα…, ὅπ.π., σσ. 215-218.
54. J. D. Elster, Τό τάγμα…, ὅπ.π., σ. 14, 220· M. Raybaud, Memoires…, ὅ.π., σσ. 294-295· Κ. Σιμόπουλος, Πῶς εἶδαν…, ὅπ.π., σσ. 231-233.
55. J. D. Elster, Τό τάγμα…, ὅπ.π., σσ. 215-21· M. Raybaud, Memoires…, ὅπ.π., σσ. 30-308.
56. «Κατά τόν Raybaud, ἡ μετακίνηση στό Πέτα κρίθηκε ἀναγκαία καί γιά ἕναν ἄλλο λόγο. Οἱ δοσοληψίες τοῦ καπετάν Γώγου Μπακόλα…». Γ. Νικολάου, «Ἡ ἐκστρατεία…», ὅπ.π., σσ. 20-22.
57. Ἀναλυτική περιγραφή Δ. Καρατζένης, Ἡ πρός Ἤπειρον…, ὅπ.π., σσ. 0-1.
58. Th. Gordon, History…, ὅπ.π., σσ. 388-389· Ν. Σπηλιάδης, Ἀπομνημονεύματα…, ὅπ.π., σ. 32-33· Καν. Δεληγιάννης, Ἀπομνημονεύματα, ὅπ.π., σ. 39.
59. J. D. Elster, Τό τάγμα…, ὅπ.π., σσ. 218-219.
60. Ὁ Καν. Δεληγιάννης ἀναφέρει ὅτι οἱ ἑλληνικές δυνάμεις ἀριθμοῦσαν περίπου 4.000 ἄτο- μα. Καν. Δεληγιάννης, Ἀπομνημονεύματα, ὅπ.π., σ. 39.
61. Κ. Σιμόπουλος, Πῶς εἶδαν…, ὅπ.π., σ. 258.
62. Κ. Σιμόπουλος, Πῶς εἶδαν…, ὅπ.π., σ. 259.
63. Καν. Δεληγιάννης, Ἀπομνημονεύματα, ὅ.π., σ. 39.
64. P. Mengous, Narrative…, ὅ.π., σ. 190. Χρήση ὀχυρωμάτων («ταμπούρια») μνημονεύει ὁ Μέγγος καί κατά τήν περιγραφή ἁψιμαχιῶν. P. Mengous, Narrative…, ὅπ.π., σσ. 123-125.
65. Tagebuch und Erläuterungen über den Kampf der Philhellenen in Griechenland. Dinkelsbuhl 1823, σ. 170.
66. Χρ. Βυζάντιος, Ἱστορία τοῦ τακτικοῦ… (1837), ὅπ.π., σ. 15.
67. Ν. Φυσεντζίδης, Ἀνέκδοτοι αὐτόγραφοι ἐπιστολαί τῶν ἐπισημοτέρων Ἑλλήνων ὁπλαρχηγῶν καί διάφορα πρός αὐτούς ἔγγραφα τῆς διοικήσεως μεθ’ ἱστορικῶν σημειώσεων, Ἀλεξάνδρεια 1893, σ. 240.
68. Ν. Φυσεντζίδης, Ἀνέκδοτοι…, ὅπ.π., σσ. 238-239.
69. «Τήν ἰδέαν τῆς κατ’ ἑλληνικόν τρόπον μάχης ἀπέκρουσαν μετ’ ἀγανακτήσεως οἱ φιλέλληνες». Κ. Mendelssohn-Bartholdy, Ἱστορία τῆς Ἑλλάδος…, ὅπ.π., σ. 371.
70. Τή σχετική φράση ἀναπαράγει τό σύνολο τῆς ὑπάρχουσας βιβλιογραφίας. Σπ. Τρικούπης, Ἱστορία…, ὅπ.π., τόμ. Β΄, σ. 20, ὑποσημείωση 139.
71. Βλ. τόν σχετικό συλλογισμό στό Κ. Σιμόπουλος, Πῶς εἶδαν…, ὅπ.π., σ. 243 ὑποσημείωση 139
72. J. D. Elster, Τό τάγμα…, ὅπ.π., σσ. 222-224.
73. Σχετικά βλ. καί Κ. Σιμόπουλος, Πῶς εἶδαν…, ὅπ.π., σ. 201.
74. M. Raybaud, Memoires…, ὅπ.π., σσ. 288-290, 325-32· Brengeri, «Adventures…», ὅπ.π., σ. 348· Χρ. Βυζάντιος, Ἱστορία τοῦ τακτικοῦ… (1837), ὅπ.π., σ. 1. Ο Κ. Mendelssohn-Bartholdy ἀναφερόμενος στόν Μπακόλα τόν χαρακτηρίζει «ἄπιστον καί κακομήχανον γέροντα», «ἀλβανό προδότη», «ἄπιστο ὁπλαρχηγό». Κ. Mendelssohn-Bartholdy, Ἱστορία τῆς Ἑλλάδος…, ὅπ.π., σσ. 37, 38, 372, 373, 375· Ν. Σπηλιάδης, Ἀπομνημονεύματα…, ὅπ.π., σ. 33. Παρόμοιους χαρακτηρισμούς βλ. Μπ. Ἄννινος, Οἱ Φιλέλληνες…, ὅπ.π., σ. 14. Ὁ Ἐρ. Treiber κάνει λόγο μόνο γιά τό ὅτι «οἱ ὑπόλοιποι τοῦ Γώγου, τοῦ Βαρνακιώτη καί τῶν ἄλλων, ὑποχωροῦν χωρίς νά ρίξουν ντουφεκιά». Ἐρ. Treiber, Ἀναμνήσεις…, ὅπ.π., σ. 44, ἐνῶ ὁ Οἰκονόμου ἀναφέρει καί τίς δύο ἀπόψεις πού διατυπώθηκαν γιά τή συμπεριφορά τοῦ Γώγου στή μάχη. Μ. Οἰκονόμου, Ἱστορικά…, ὅπ.π., σσ. 32, 328-329. Ἀντίθετη ἄποψη μέ τόν Βυζάντιο καί τούς ὑπόλοιπους ἔχουν οἱ Καν. Δεληγιάννης, Σπ. Τρικούπης. Καν. Δεληγιάννης, Ἀπομνημονεύματα, ὅπ.π., σ. 39· Σπ. Τρικούπης, Ἱστορία…, ὅπ.π., τόμ. Β΄, σ. 23.
75. J. D. Elster, Τό τάγμα…, ὅπ.π., σσ. 22-233.
76. Ὁ T. Gordon τονίζει τήν ἔλλειψη καθορισμένου σχεδίου στήν ἐκστρατεία, Th. Gordon, History…, ὅπ.π., σ. 380.
77. Μέ τή συγκεκριμένη ἐκτίμηση συμφωνεῖ καί ὁ Brengeri, «Adventures…», ὅπ.π., σ. 345.
78. Ρ. Quack-Μανουσάκη, «Οἱ Γερμανοί ἐθελοντές στόν Ἀγώνα τοῦ 1821», Πρακτικά τοῦ Δ΄ Διεθνοῦς Συνεδρίου Πελοποννησιακῶν Σπουδῶν (Κόρινθος, 9-16 Σεπτεμβρίου 1990), τόμ. Γ΄, Ἀθήνα 1992-1993, σσ. 74-75
79. Στή μάχη τοῦ Πέτα ἀπομυθοποιήθηκε ἀπό πολλούς ὁ τρόπος πολέμου τῶν Φιλελλήνων, καθώς «…πολλοί μέν τῶν Ἑλλήνων ἐνόμιζον, ὅτι ἡ εὐρωπαϊκή τακτική ἤθελε κατορθώσει θαύματα…». Κ. Mendelssohn-Bartholdy, Ἱστορία τῆς Ἑλλάδος…, ὅπ.π., σ. 35.
80. Σύμφωνα μέ τήν ἐπικρατοῦσα ἕως σήμερα ἄποψη, ἡ μάχη στοῦ Πέτα ὑπῆρξε ἡ πρώτη πολεμική ἀναμέτρηση τῆς Ἐπανάστασης στήν ὁποία οἱ Ἕλληνες πολέμησαν κατά παράταξη. Βλ. σχετικά Ἀπ. Βακαλόπουλος, Ἱστορία…, ὅπ.π., σ. 18, σ. 170. Ἡ χρήση ὅμως «ταμπουριῶν» ἀπό τό τακτικό στράτευμα -σύμφωνα μέ τίς πηγές- ἀμφισβητεῖ τήν ἐν λόγῳ θέση.
81. Χρ. Βυζάντιος, Ἱστορία… (1874), ὅπ.π., σ. 141.
82. Χρ. Βυζάντιος, Ἱστορία… (1874), ὅπ.π., σ. 141.
83. Γεν. Κολοκοτρώνης, Ἀπομνημονεύματα…, ὅπ.π., σ. 72.
84. Χρ. Βυζάντιος, Ἱστορία… (1874), ὅπ.π., σ. 41.
85. Κ. Σιμόπουλος, Πῶς εἶδαν…, ὅπ.π., σσ. 242-243 (ὑποσ. 139). Ἐπίσης ὁ Δ. Καρατζένης, Ἡ πρός Ἤπειρον…, ὅπ.π., σσ. 1-2 ἀναφέρεται σέ «ταμπούρια» μέ βάση τή μαρτυρία τοῦ Elster, χωρίς περαιτέρω ἀνάλυση, ἐνῶ στή συνέχεια, στά συμπεράσματα, καταλήγει ὅτι πρόκειται γιά κατά παράταξη μάχη, Δ. Καρατζένης, Ἡ πρός Ἤπειρον…, ὅπ.π., σσ. 123-124.
86. Σχετική ἀνάλυση Δ. Καρατζένης, Ἡ πρός Ἤπειρον…, ὅπ.π., σσ. 124-12, ὅπου ἐπιχειρηματολογεῖ κατά τῆς ἄποψης περί προδοσίας τοῦ Γώγου.
87. Σύμφωνα μέ τά ὑπάρχοντα στοιχεῖα, δέν μπορεῖ νά δοθεῖ ἐξήγηση γιατί ὁ Γῶγος Μπακόλας ἐγκατέλειψε τή θέση του κατά τή διάρκεια τῆς μάχης καί κατευθύνθηκε σέ ἄλλο σημεῖο. Ἡ αἰτιολογία τοῦ Δ. Καρατζένη ὅτι ὁ Γῶγος «ἔτρεξε πρός τήν κατωφέρειαν τοῦ Ματεσίου διά νά βοηθήση τούς μαχομένους, υἱόν του Μῆτρον, Τσέλιον κλπ» δέν εὐσταθεῖ, καθώς οὔτε ἡ παραπομπή εἶναι σωστή (Ν. Φυσεντζίδης, Ἀνέκδοτοι…, ὅπ.π., σ. 217), οὔτε ὅμως καί σέ κανένα ἄλλο σημεῖο τῆς συγκεκριμένης πηγῆς ἀναφέρεται κάτι σχετικό. Δ. Καρατζένης, Ἡ πρός Ἤπειρον…, ὅπ.π., σ. 73.
88. Σχετικό παράδειγμα ὅπου δέν ἦταν ἄμεσα διακριτό ἄν ἦταν Ἕλληνες ἤ Τουρκαλβανοί βλ. στό Γεν. Κολοκοτρώνης, Ἀπομνημονεύματα…, ὅπ.π., σσ. 72-73.
89. «Ἀπό τόν κρότον τῶν κανονίων, ἀπό τόν ἀκατάπαυστον τουφεκοβολισμόν, ἀπό τάς κραυγάς τῶν στρατιωτῶν ἐξ ἀμφοτέρων τῶν μερῶν, ἀπό τούς καπνούς καί τόν κονιορ[κ]τόν κανένας δέν ἔβλεπε τί ἐγίνετο εἰς τά διάφορα μέρη καί ὀχυρώματα […] Ἀλλά τούς κα- πνούς καί τόν κονιορ[κ]τόν τά ἔρριπτεν ὁ ἄνεμος καθ’ ἡμῶν…». Καν. Δεληγιάννης, Ἀπο- μνημονεύματα, ὅπ.π., σσ. 40-41.
90. P. Mengous, Narrative…, ὅπ.π., σ. 192.
91. Ὁ Κ. Mendelssohn-Bartholdy κάνει λόγο γιά «ἐξ ὀγδοήκοντα περίπου εὐθαρσῶν στρατιωτῶν συγκειμένη προφυλακή τοῦ ἐχθροῦ». Κ. Mendelssohn-Bartholdy, Ἱστορία τῆς Ἑλλάδος…, ὅπ.π., σ. 373· Χρ. Βυζάντιος, Ἱστορία… (1874), ὅπ.π., σ. 42· Σπ. Τρικούπης, Ἱστορία…, ὅπ.π., τόμ. Β΄, σ. 21· G. Gervinus, Ἱστορία…, ὅπ.π., σ. 374· Λ. Κουτσονίκας, Γενική…, ὅπ.π., σ. 178. Ἀντίθετα ἀνώνυμη καί ἀχρονολόγητη ἐπιστολή ἀναφέρεται σέ «δέκα ἐνέα μπαγεράκια τουρκικά ὅπου ἀνέβεναν ἀπό τόν λόγγο ἤς τά διο ραχούλια […] 19 μπαγεράκια ὁπού ἐπάγεναν ἤς αὐτό τό ραχούλι». Ν. Φυσεντζίδης, Ἀνέκδοτοι…, ὅπ.π., σ. 240. Ὁ Καν. Δεληγιάννης ἀναφέρεται σέ «500 Ἀλβανούς», χωρίς ὅμως νά διευκρινίζει ἄν ἐξ ἀρχῆς πέρασαν ἀπό τό μονοπάτι καί τά 500 ἄτομα, ἤ μόνο ἡ ἐμπροσθοφυλακή τους καί στή συνέχεια ἀκολούθησε καί ἡ ὑπόλοιπη δύναμη τοῦ ἐχθροῦ. Καν. Δεληγιάννης, Ἀπομνημονεύματα, ὅπ.π., σ. 41. «Οἱ προπορευόμενοι 80 Τοῦρκοι, βλέποντες ἑαυτούς ἀπομεμονωμένους καί μή δυνάμενοι πλέον νά ἑνωθῶσι μετά τῶν καταδιωκομένων […] ἐτύλιξαν τάς σημαίας των καί ἐπροχώρησαν ἐξ ἀνάγκης ὡς ἀπηλπισμένοι πρός τά ἄνω…». Σπ. Τρικούπης, Ἱστορία…, ὅπ.π., τόμ. Β΄, σ. 21· G. Gervinus, Ἱστορία…, ὅπ.π., σ. 375.
92. «Συγχρόνως δέ μετ’ αὐτοῦ (Μ. Μπότσαρη) ἐπανέκαμψαν ἐξηντλημένοι καί οἱ ὑπό τόν Δάννιαν Φιλέλληνες ἐκ ματαίας πορείας, ….». Κ. Mendelssohn-Bartholdy, Ἱστορία τῆς Ἑλλάδος…, ὅπ.π., σ. 38· Ἔρ. Treiber, Ἀναμνήσεις…, ὅπ.π., σ. 44. Μπ. Ἄννινος, Οἱ Φιλέλληνες…, ὅπ.π., σ. 17.
93. Ὁ Κ. Mendelssohn-Bartholdy ἔκανε λόγο γιά «λιμώττοντας Ἕλληνας». Κ. Mendelssohn-Bartholdy, Ἱστορία τῆς Ἑλλάδος…, ὅπ.π., σ. 37. Ἐπιπρόσθετα βλ. Σπ. Τρικούπης, Ἱστορία…, ὅπ.π., τόμ. Β΄, σ. 257.
94. «ἀλλ’ ἡ ἐκστρατεία τοῦ Μαυροκορδάτου ἕνεκα τῶν λίαν μικρῶν μέσων ἀπέτυχεν»· A. Prokesch Osten, Ἱστορία τῆς ἐπαναστάσεως…, ὅπ.π., σ. 19. Πρόσθετα αἴτια γιά τήν ἥττα στοῦ Πέττα βλ. Κ. Σιμόπουλος, Πῶς εἶδαν…, ὅπ.π., σσ. 271-278· Β. Σφυρόερας, «Σταθεροποίηση…», ὅπ.π., σ. 28.
95. Ν. Τόμπρος, Ἀπό τόν Νέο Ἑλληνισμό στό ἀνεξάρτητο Ἑλληνικό Κράτος, Ἀθήνα 2013, σσ. 209-210.
96. «Γιά τήν ἐξέλιξη τῆς Ἐπανάστασης στή δυτική Ρούμελη καί τήν Ἤπειρο, ἡ μάχη τοῦ Πέτα ὑπῆρξε ἡ πλέον σημαντική, ἕως καί τή δωδεκάμηνη πολιορκία τοῦ Μεσολογγίου (Ἀπρίλιος 1825-Ἀπρίλιος 182). Ἡ ἔκβασή της σήμανε τήν ὑποχώρηση τῆς Ἐπανάστασης καί τή μεταφορά τοῦ μετώπου ἀπό τήν Ἄρτα στό Μεσολόγγι. Σήμανε ἀκόμη τήν ὁριστική ἐκρίζωση τῶν Σουλιωτῶν ἀπό τίς ἑστίες τους καί τό προσκύνημα τῶν ἐπαρχιῶν τῆς Ἄρτας καί τῆς Ἀκαρνανίας, καθώς καί τή συνθηκολόγηση τῶν περισσότερων Ρουμελιωτῶν ὁπλαρχηγῶν («καπάκια»). Σήμανε, τέλος, τή δημιουργία ἑνός κύματος προσφύγων ὁπλαρχηγῶν καί ἐνόπλων ἀπό περιοχές στίς ὁποῖες ἡ Ἐπανάσταση εἶχε κατασταλεῖ πρός τή δυτική Ρούμελη, καί ἰδίως πρός τό Μεσολόγγι […] Μετά τή μάχη στό Πέτα, στά περισσότερα ἁρματολίκια ἀμφισβητήθηκε ἡ κυριαρχία τῶν καπετάνιων. Παλαιοί καί νέοι ἀνταγωνιστές διεῖδαν στόν πόλεμο τή δυνατότητα νά ἀνατρέψουν τούς προεπαναστατικούς συσχετισμούς δύναμης καί νά ἀναδειχθοῦν ἁρματολοί σέ βάρος τῶν τοπικῶν τους ἀντιπάλων». Δ. Τζάκης, «Τά πολεμικά γεγονότα…», ὅπ.π., σ. 84, σ. 87. Ἐπιπρόσθετα βλ. Χρ. Βυζάντιος, Ἱστορία… (1874), ὅπ.π., σσ. 4-47· Ἀπ. Βακαλόπουλος, Ἱστορία…, ὅπ.π., σ. 18, σ. 170.

1 thought on “Ἡ στρατιωτική δράση τῶν Φιλελλήνων στή μάχη τοῦ Πέτα”