Η ονομασία «Ιερός Λόχος» συνδέεται με την Ελλάδα. Διάσημη ήταν η ομώνυμη μονάδα των επίλεκτων Θηβαίων ή αργότερα των ανδρών του Αλ. Υψηλάντη. Ωστόσο «Ιερούς Λόχους» παρέτασσαν και άλλα κράτη με πρώτο αυτό της Καρχηδόνας.
του Παντελή Καρύκα,
Ο καρχηδονιακός «Ιερός Λόχος» συγκροτήθηκε τον 4ο αιώνα π.Χ. προφανώς υπό την επιρροή του ομώνυμου θηβαϊκού τα κατορθώματα του οποίου έναντι των αήττητων, έως τότε, Σπαρτιατών διαδόθηκαν σε όλο τον αρχαίο κόσμο.
Ο καρχηδονιακός «Ιερός Λόχος» συγκροτείτο αποκλειστικά από πολίτες και μάλιστα προερχόμενους από τις πλουσιότερες οικογένειες της πόλης. Οι κατατασσόμενοι στη μονάδα πολίτες όφειλαν να πληρώσουν οι ίδιοι για τον εξοπλισμό τους ο οποίος κατά συνέπεια ήταν άριστος.
Status, οργάνωση, οπλισμός
Ο Καρχηδόνιος ιερολοχίτης χαρακτηριζόταν από το εξαιρετικά υψηλό ηθικό του και την υπερηφάνεια του για την ένταξή του στη μονάδα. Θεωρούσε τον εαυτό του επίλεκτο πολεμιστή, ενταγμένο σε μια ονομαστή μονάδα. Θεωρείτο μεγάλη τιμή για την οικογένεια ένας από τους γιους της να είναι μέλος του «Ιερού Λόχου».
Έτσι τα παιδιά των οικογενειών αυτών που προβλεπόταν να ενταχθεί στη μονάδα εκπαιδεύονταν από μικρή ηλικία ώστε με την ενηλικίωσή τους να είναι έτοιμοι να πολεμήσουν. Δεν είναι γνωστές οι λεπτομέρειες της εκπαίδευσης που υφίσταντο οι υποψήφιοι ιερολοχίτες από την παιδική τους ηλικία, ούτε των τελικών κριτηρίων αποδοχής.
Η μονάδα παρέτασσε 2-3.000 άνδρες, ανάλογα με την περίοδο. Ο Διόδωρος ο Σικελιώτης αναφέρει πως η δύναμη της μονάδας ήταν 2.500 άνδρες. Οι άνδρες έφεραν μυώδεις μεταλλικούς, σιδηρούς ή ορειχάλκινους θώρακες ή κατά περίπτωση λινοθώρακες ενισχυμένους με μεταλλικά ελάσματα ή φολίδες και περικνημίδες.
Επίσης έφεραν κράνη διαφόρων τύπων, από πιλόσχημο, έως φρυγικού τύπου. Οι άνδρες έφεραν δόρυ ελληνικού τύπου, συνήθως μήκους 1,80 μ. σπαθί και οπλιτική ασπίδα βαμμένη λευκή με διάφορα εμβλήματα στο κέντρο της.
Η ασπίδα ήταν όμως περισσότερη κοίλη σε σχέση με την αυθεντική ελληνική και είχε διάμετρο 1μ. περίπου, όντας ελαφρώς μεγαλύτερη της ελληνικής. Μια ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια αφορά τους άνδρες που έφεραν τα λάβαρα της μονάδας και έφεραν λεοντή επί του κράνους τους.
Η έσχατη εφεδρεία
Ο «Ιερός Λόχος» πολεμούσε κλασικά ως φάλαγγα οπλιτών βάσει των ελληνικών προτύπων. Ωστόσο το μικρότερο δόρυ έθετε τους Καρχηδόνιους ιερολοχίτες σε μειονεκτική θέση έναντι των Ελλήνων οπλιτών. Ο «Ιερός Λόχος» θεωρητικά πολεμούσε μόνο στα αφρικανικά εδάφη της καρχηδονιακής επικράτειας. Ωστόσο εκστράτευσε στην Σικελία.
Ο οπλίτης του «Ιερού Λόχου», λόγω καταγωγής, εκπαίδευσης και οπλισμού θεωρούσε, δικαίως, εαυτόν ως επίλεκτο μαχητή και πραγματικά αποτελούσε τον πυρήνα του στρατού. Στη μάχη πολεμούσε κατά κάποιο τρόπο όπως η Παλαιά Φρουρά του Ναπολέοντα, αποτελώντας την έσχατη εφεδρεία και εισερχόμενος στη μάχη μόνο όταν το φάσμα της ήττας έκανε την εμφάνιση του.
Μάχες με τους Έλληνες
Στη μάχη του Κριμισού ποταμού οι Καρχηδόνιοι ιερολοχίτες αποτελούσαν το κέντρο της καρχηδονιακής διάταξης και την έσχατη εφεδρεία της τεράστιας στρατιάς των στρατηγών Ασδρούβα και Αμίλκα. Παρόλα αυτά οι Καρχηδόνιοι ηττήθηκαν κατά κράτος από τον Τιμολέοντα των Συρακουσών.
Ο «Ιερός Λόχος» αφανίστηκε κυριολεκτικά και ανάλογα με την πηγή σκοτώθηκαν 2.500-3.000 άνδρες του. Παρόλα αυτά αναδιοργανώθηκε και 30 χρόνια μετά την καταστροφή ο «Ιερός Λόχος», το 311 π.Χ. εκστράτευσε και πάλι στην Σικελία.
Το επόμενο έτος όμως βρέθηκε, επί αφρικανικού εδάφους, απέναντι στους Έλληνες του τυράννου των Συρακουσών Αγαθοκλή. Εκεί και πάλι ηττήθηκαν από τους εμπειροπόλεμους Έλληνες. Σύμφωνα με τον Ιουστίνο το σύνολο των 2.000 Καρχηδόνιων ιερολοχιτών έπεσε στη μάχη. Άλλες πηγές αναφέρουν ότι η μονάδα έχασε το 50% της δύναμής της.
Ήταν και η τελευταία μάχη του καρχηδονιακού «Ιερού Λόχου» ο οποίος, μετά την καταστροφή, ουδέποτε ανασυγκροτήθηκε. Μονάδες Καρχηδόνιων πολιτών έδρασαν βέβαια μέχρι και την οριστική καταστροφή της πόλης από τους Ρωμαίους, το 146 π.Χ. Ωστόσο δεν υπάρχει καμία αναφορά στις πηγές για μια επίλεκτη μονάδα προερχόμενη από τους γόνους των ευγενών οικογενειών της πόλης.
Ο Καρχηδόνιος ιερολοχίτης πολέμησε όσο καλύτερα μπορούσε στο πεδίο της τιμής και διακρίθηκε για την πειθαρχία του και τη γενναιότητά του. Ωστόσο απέναντι στους επίλεκτους Έλληνες οπλίτες απέτυχε επανειλημμένα να επικρατήσει.
Φυσικά για τις αποτυχίες αυτές μάλλον ευθύνονται οι επικεφαλής στρατηγοί του και όχι τόσο ο ίδιος που κυριολεκτικά πολέμησε, όταν χρειάστηκε, μέχρις εσχάτων.