Τα αποκαλούμενα ξενικά κόμματα ήταν τρία και το κάθε ένα έφερε το όνομα της Δύναμης στην οποία προσέβλεπε: Αγγλικό κόμμα, Γαλλικό κόμμα, Ρωσικό κόμμα. Τα κόμματα αυτά, στα πρώτα χρόνια λειτουργίας τους, δεν είχαν την οργανωτική δομή που γνωρίζουμε σήμερα. Διακρίνονταν μεν σε αυτά κάποια ιδεολογικά χαρακτηριστικά, ωστόσο δε διαχωρίζονταν μόνο βάσει αυτών. Διέπονταν ταυτόχρονα και από τοπικές (περιφερειακές) αντιθέσεις.
- Το Αγγλικό κόμμα ήταν ο πρώτος σχηματισμός που δημιουργήθηκε μετά το τέλος του εμφυλίου πολέμου από τους νικητές του, με αρχηγό τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Οι γεωγραφικές περιοχές στις οποίες απέκτησε υποστηρικτές ήταν τα νησιά και ένα τμήμα της Ανατολικής Στερεάς Ελλάδας. Προσέλκυσε κυρίως τα αστικά στρώματα της εποχής, εμπόρους, πλειοκτήτες, καθώς και Έλληνες του εξωτερικού. Για τον λόγο αυτό κατηγορήθηκε για «ελιτισμό», όπως επίσης και για το ότι εξυπηρετούσε, κατά κύριο λόγο, τα προσωπικά συμφέροντά τους.
Με πρότυπο τη Βρετανία, προτεραιότητα του αγγλικού κόμματος ήταν η δημιουργία ενός ισχυρού κράτους δικαίου, του οποίου την ασφάλεια των συνόρων θα εγγυόταν η Αγγλία. Πρέσβευε τη δημιουργία ενός κοινοβουλευτικού συστήματος, με διάκριση των εξουσιών και παραχώρηση πολιτικών ελευθεριών και δικαιωμάτων στους πολίτες του. Στην πορεία του, το γραπτό Σύνταγμα αποτέλεσε διεκδίκησή του, όπως και για το Γαλλικό κόμμα (συνταγματικά κόμματα). Σε δεύτερο χρόνο, χωρίς να αποτελεί βασική προτεραιότητα, και σε μια πιθανή κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, θα ήταν πάλι η Αγγλία που θα στήριζε τις προσπάθειες των Ελλήνων για εδαφικές διεκδικήσεις. Γενικώς, ο άξονας γύρω από τον οποίο κινούταν ήταν η εκδυτικοποίηση του νεοτεχθέντος κράτους, κάτι που περιόριζε το λαϊκό του έρεισμα.
- Το Γαλλικό κόμμα σχηματίστηκε στη Στερεά Ελλάδα με αρχηγό τον Ιωάννη Κωλέττη. Οι κάτοικοί της, βοσκοί και γεωργοί κατά κύριο λόγο, εκφράζονταν καλύτερα μέσα από τις φιλελεύθερες ιδέες που διέπνεαν το Γαλλικό κόμμα. Για το Γαλλικό κόμμα προφανώς η χώρα πρότυπο υπήρξε η Γαλλία, όμως έναν επιπλέον λόγο που επιλέχθηκε να εισέλθει στη σφαίρα επιρροής της αποτέλεσε το γεγονός ότι είχε την μικρότερη ανάμειξη στο Ανατολικό Ζήτημα σε σχέση με τις υπόλοιπες δυνάμεις και υπήρχε η ελπίδα ότι ως εγγυήτρια δύναμη δε θα επιθυμούσε να καθορίσει τις ελληνικές πολιτικές.
Η εσωτερική πολιτική που πρέσβευε το Γαλλικό κόμμα δεν είχε ιδιαίτερο εύρος. Ταυτίστηκε με το Αγγλικό κόμμα στη βάση διεκδίκησης Συντάγματος, το οποίο θα περιόριζε την απόλυτη εξουσία του μονάρχη, εξασφαλίζοντας τα δικαιώματα του λαού απέναντί του. Βασικά του μελήματα ήταν, όμως, η οικονομική αποκατάσταση των αγωνιστών και η «Μεγάλη Ιδεά». Η Μεγάλη Ιδέα υποστήριζε την ενοποίηση, υπό τη σκέπη ενός έθνους-κράτους όλων των εδαφών της ανατολικής Μεσογείου, στα οποία κατοικούσαν ελληνικοί πληθυσμοί, και κυρίως εκείνων της Κωνσταντινούπολης. Για τον λόγο αυτό αποκαλούταν και «εθνικό» κόμμα.
- Το Ρωσικό κόμμα συγκροτήθηκε στην Πελοπόννησο και αρχηγός του ήταν ο Ανδρέας Μεταξάς. Είναι γνωστό και ως κόμμα των «Ναπαίων», από το επίθετο «Νάπας» ενός Κερκυραίου υποστηρικτή του Καποδίστρια. Ο προσανατολισμός του ρωσικού κόμματος θεωρείται συντηρητικός-παραδοσιακός. Σε αυτό προσχώρησαν οι προύχοντες, αλλά και οι υποτακτικοί τους, οι καπεταναίοι με τους άντρες τους, ακτήμονες, μικροϊδιοκτήτες γης, δημόσιοι υπάλληλοι, κ.ά. Το κόμμα αυτό είχε μεγάλο λαϊκό έρεισμα, γιατί συνυφαινόταν, εν πολλοίς, με την Ορθοδοξία.
Το ρωσικό κόμμα πρέσβευε μεν τη δημιουργία ενός ισχυρού κράτους, με πρότυπο τη Ρωσία, ωστόσο δε θεωρούσε βασική προτεραιότητα την παραχώρηση συντάγματος. Το κράτος θα μπορούσε να έχει συγκεντρωτικό χαρακτήρα, τουλάχιστον μέχρι να γίνει ισχυρό. Σε αυτό θα βοηθούσε η σύνδεση με την ομόδοξη Ρωσία (εγγυήτρια δύναμη) και η συνεργασία με το Πατριαρχείο. Βασικός άξονας της πολιτικής του ρωσικού κόμματος ήταν η υπεράσπιση των συμφρόντων της Εκκλησίας και η διαφύλαξη της πίστης.
Κοινές ήταν οι θέσεις των κομμάτων αναφορικά με τα ζητήματα οικονομικής πολιτικής: στήριξη όλων των τότε τομέων παραγωγής, δημιουργία δικτύου συγκοινωνιών, θέσπιση νομοθεσίας σχετικής με τη φορολογία. Κοινή ήταν και η στάση τους κατά την επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843, που απαιτούσαν ομού από τον βασιλιά Όθωνα την παραχώρηση Συντάγματος. Και το Σύνταγμα ήρθε στα 1844 με τα τρία κόμματα να συνεργάζονται για το συνταγματικό περιεχόμενο, στη βάση της ανάγκης κατοχύρωσης θεμελιωδών δικαιωμάτων.
Τα πρόσωπα
Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, Κωνσταντινούπολη 1791-Αίγινα 1865. Συγκαταλέγεται στις πλέον εξέχουσες πολιτικές προσωπικότητες στην ιστορία της νεότερης Ελλάδας. Ήταν γόνος μιας εκ των πιο επιφανών οικογενειών του Φαναρίου. Σπούδασε Μαθηματικά και φιλοσοφία στη Μεγάλη του Γένους Σχολή και μιλούσε 11 γλώσσες (ανατολικές και ευρωπαϊκές). Αποφοιτώντας κάποιος από τη Μεγάλη του Γένους Σχολή, μπορούσε να αναλάβει δημόσια αξιώματα. Θεωρούταν ιδιαίτερα εφυής, ευφραδής και «διπλωμάτης» στη συμπεριφορά του και στις σχέσεις του με τους ανθρώπους. Το 1819 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και το 1821 έφτασε στη δυτική Στερεά Ελλάδα, αναλαμβάνοντας την πολιτική και στρατιωτική της οργάνωση. Μπορεί το πρώτο στρατιωτικό εγχείρημά του στην Ήπειρο το 1822 να μη στέφθηκε με επιτυχία, όμως το ίδιο έτος βοήθησε καθοριστικά το Μεσολόγγι και στη συνέχεια ήταν από τα πρόσωπα που συνετέλεσαν στην οργάνωση της άμυνάς του, ενώ το 1825 βρέθηκε στο πεδίο της μάχης στη Σφακτηρία, όπου πολέμησε σαν απλός στρατιώτης. Το πέρας των εργασιών της Α’ Εθνοσυνέλευσης συνοδεύτηκε από τον διορισμό του ως προέδρου του Εκτελεστικού. Θεωρείται ότι από αυτό το χρονικό σημείο και έπειτα αρχίζει να εκδηλώνει τις συμπεριφορές εκείνες που θα ωθήσουν τους συγχρόνους του, αλλά και ιστοριογράφους, να τον αντιμετωπίζουν με κάποια προκατάληψη, χρεώνοντάς του εξουσιομανία. Στη συνέχεια διετέλεσε πρόεδρος του Βουλευτικού. Ακολούθησε ο εμφύλιος πόλεμος, το τέλος του οποίου τον βρήκε να συνεργάζεται με την Αγγλία, την οποία θεωρούσε προστάτιδα δύναμη, και στο πλαίσιο αυτό πρότεινε την «Πράξη Υποτέλειας» (1845) για την οποία κατηγορείται ακόμα και σήμερα, ωστόσο οι διπλωματικοί του αγώνες προσέφεραν πολλά στην Επανάσταση. Υπήρξε αρχηγός του Αγγλικού κόμματος και διέμεινε επί μακρόν εκτός ελληνικών συνόρων ως πρεσβευτής, κατά τα χρόνια της βασιλείας του Όθωνα. Ο ΌΘωνας, αν και θεωρούσε πολέμιό του τον Μαυροκορδάτο, λόγω της αντιαπολυταρχικής του στάσης και ρητορικής, αναγκάστηκε να τον χρησιμοποιήσει ως πρωθυπουργό για μικρές χρονικές περιόδους, το 1841, το 1844 και το 1854. Η πολιτική του καριέρα έκλεισε λίγο μετά από την Εθνοσυνέλευση του 1862 και με τη θέση του προέδρου της Επιτροπής Σύνταξης του Συντάγματος.

Ιωάννης Κωλέττης, Συρράκο Ηπείρου 1773-Αθήνα 1847. Σπόυδασε Ιατρική στην Πίζα και προσελήφθη ως γιατρός από τον Μουχτάρ, γιό του Αλή Πασά. Μετά από την ατυχή εκβαση της Επανάστασης που ηγήθηκε ο ίδιος στο Συρράκο, κατέβηκε στην Πελοπόννησο και ανέλαβε πολιτική δράση. Διαδραμάτισε σημαίνοντα ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις της εποχής και διετέλεσε πρωθυπουργός από το 1834 έως το 1835 και από το 1844 έως το 1847. Ως πολιτικός υπήρξε πρακτικός και διορατικός, ωστόσο κατηγορήθηκε για τον ευκαιριακό χαρακτήρα των συμμαχιών του, στην προσπάθεια να επιτύχει ικανοποίηση των στόχων του.

Ανδρέας Μεταξάς, Αργοστόλι 1790-Αθήνα 1860. Ήταν γόνος της επιφανούς οικογενείας των Μεταξάδων. Δεν είχε πραγματοποιήσει σπουδές και η μόρφωσή του περιοριζόταν σε ό,τι είχε αποκομίσει από τη μελέτη της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Μιλούσε, επίσης, δυο ξένες γλώσσες. Μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία, υπήρξε αγωνιστής την περίοδο της Επανάστασης και στη συνέχεια ανέπτυξε πολιτική δραστηριότητα. Στον εμφύλιο πόλεμο τοποθετήθηκε υπέρ του Θ. Κολοκοτρώνη και υποστήριξε την εκλογή του Καποδίστρια. Διετέλεσε πρωθυπουργός από 3 Σεπτεμβρίου 1843-16 Φεβρουαρίου 1844 και λίγα χρόνια αργότερα πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη (1850-1854). Το 1859 ο Όθωνας ανέθεσε στον Μεταξά τον σχηματισμό κυβέρνησης, προσπάθεια που δεν καρποφόρησε.

Μερίδα ιστορικών υποστηρίζει πως η χρήση και μόνο των επιθετικών προσδιορισμών «αγγλικό, γαλλικό, ρωσικό» για τα κόμματα αυτά, στη βάση στήριξής τους από τις αντίστοιχες Δυνάμεις, είναι δηλωτική του συμβιβασμού ή και παραγκωνισμού ακόμα των εθνικών συμφερόντων προς εξασφάλιση της ξένης ασπίδος και βακτηρίας. Στα πρόσωπα που ηγούνταν αυτών των πολιτικών σχηματισμών αποδίδει ιδιοτέλεια και συνέχιση του πελατειακού συστήματος, το οποίο «κληρονομήθηκε» από την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Μια άλλη ιστορική προσέγγιση συνδέει τις ηγετικές ομάδες των τριών κομμάτων με τις πρεσβείες των εγγυτριών δυνάμεων στο πλαίσιο ενός διπλωματικού αγώνα στη βάση της «ελπίδας», επισημαίνοντας ότι ναι μεν ζητούσαν στήριξη από τις αντίστοιχες δυνάμεις, όμως αυτές δεν παρενέβαιναν ούτε καθόριζαν τις πολιτικές επιλογές των κομμάτων.
Μπορεί εύκολα να γίνει αντιληπτό ότι η συνέχιση του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, κυρίως μετά τον εμφύλιο πόλεμο, τα οικονομικά αδιέξοδα και την απόβαση του Ιμπραήμ, απαιτούσε έξωθεν υποστήριξη. Η πολιτική και οικονομική ενίσχυση των εγγυητριών δυνάμεων ήταν, ομολογουμένως, ιδιαιτέρως σημαντική για τη συνέχιση και τελική έκβασή του, παρά ταύτα δε διακρινόταν για την αγνότητα των προθέσεών της. Μπορεί ο αγώνας των Ελλήνων να συγκίνησε την παγκόσμια κοινή γνώμη, οδηγώντας στην ανάπτυξη του φιλελληνικού ρεύματος, δεν ήταν, όμως, σαφώς ο φιλελληνισμός που ώθησε τις Μεγάλες Δυνάμεις σε πράξεις στήριξης του Αγώνα, όπως π.χ. η παροχή δανείων. Στην πραγματικότητα, οι Δυνάμεις αποσκοπούσαν στη διευκόλυνση των παρεμβάσεών τους στα ελληνικά πράγματα, ώστε να εξασφαλιστεί η εξυπηρέτηση των δικών τους συμφερόντων, κυρίως αναφορικά με το Ανατολικό Ζήτημα. Η αλλαγή του status quo στην επικράτεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας επηρέαζε την ισορροπία δυνάμεων, όπως αναφέρθηκε και στην αρχή. Επιπλέον, η ανάμειξή τους στα ελληνικά θέματα εσωτερικής πολιτικής σχετιζόταν και με τον μεταξύ τους ανταγωνισμό και την επίδειξη ισχύος.