Γράφει ο Παναγιώτης Σωτήρης
Είκοσι χρόνια πριν, με την κατάρρευση των συνομιλιών στο Ραμπουιγιέ, ξεκινούσε η τελευταία πράξη του Γιουγκοσλαβικού δράματος.
Λίγο μετά θα είχαμε τους βομβαρδισμούς του ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαβία που τυπικά θα οριστικοποιήσουν το σημερινό καθεστώς, αφού βέβαια μεσολαβήσει ο παρ’ ολίγον γενικευμένος εμφύλιος πόλεμος στην τότε ΠΓΔΜ και λίγο αργότερα η πτώση και παραπομπή του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για τη Γιουγκοσλαβία.
Τότε, η κυρίαρχη αφήγηση ήταν πλέον τα μετακομμουνιστικά Βαλκάνια θα έμπαιναν οριστικά σε ένα δρόμο οικονομικής ανάπτυξης και ενσωμάτωσης στη Δύση. Συμβολική συμπύκνωση αυτού αφηγήματος η ένταξη στην ΕΕ για την Κροατία, τη Σλοβενία, την Ρουμανία και τη Βουλγαρία, όπως και η φιλοδοξία ένταξης για όλες τις υπόλοιπες αλλά και η ένταξη σταδιακά στο ΝΑΤΟ όλων των χωρών με την εξαίρεση της Σερβίας, του Κοσόβου και της Βοσνίας Ερζεγοβίνης.
Όμως, την ίδια στιγμή η κοινωνική πραγματικότητα των βαλκανικών χωρών, ιδίως μετά την οικονομική κρίση του 2008-2009 σε κανένα βαθμό δεν ανταποκρίνεται στις αρχικές προσδοκίες. Χώρες επικεντρωμένες στη διαρκή διατήρηση χαμηλού κόστους εργασίας, παρότι διαθέτουν σημαντική βιομηχανική παράδοση, με υψηλά ποσοστά μετανάστευσης, με το κοινωνικό κράτος σε διακύβευση και ένα ενδημικό πρόβλημα διαφθοράς, δύσκολα μπορούν να θεωρηθούν ως τα success stories της Ευρώπης.
Την ίδια στιγμή, διατηρήθηκαν ουκ ολίγες ανοιχτές «εθνικές» πληγές, την ώρα που σταδιακά γίνονταν και το πεδίο ενός πολύ έντονου γεωπολιτικού ανταγωνισμού. Από το ακόμη ανεπίλυτο θέμα των σχέσεων ανάμεσα στη Σερβία και το Κόσοβο, μέχρι το ιδιότυπο καθεστώς της Βοσνίας Ερζεγοβίνης και φυσικά το μέχρι πρότινος ανοιχτό «ονοματολογικό» θέμα ανάμεσα στην Ελλάδα και τα Σκόπια (σημ: στο κείμενο “Βόρεια Μακεδονία”), πλήθος τα ανοιχτά θέματα.
Όλα αυτά έρχονται ξανά στο προσκήνιο μέσα από ένα μεγάλο κύκλο κινητοποιήσεων και διαδηλώσεων σε μια σειρά από Βαλκανικές χώρες, που αναδεικνύουν μια βαθύτερη κρίση νομιμοποίησης στα μετακομμουνιστικά Βαλκάνια αλλά και έναν αριθμό πιθανών εστιών έντασης.
Η αλβανική κυβέρνηση αντιμέτωπη με τη λαϊκή δυσαρέσκεια
Η Αλβανία έδειχνε να είχε αφήσει πίσω την εποχή των μεγάλων λαϊκών αντιδράσεων στη διαβόητη υπόθεση με τις πυραμίδες. Ο Έντι Ράμα έδειχνε να ελέγχει το πολιτικό παιχνίδι και να προσπαθεί να διεκδικήσει μεγαλύτερο ρόλο στα Βαλκάνια, ιδίως από τη στιγμή που οποιαδήποτε προοπτική επίλυσης του θέματος με το καθεστώς του Κοσόβου θα μπορούσε να ανοίξει ένα ζήτημα ιστορικής εκπλήρωσης ενός αιτήματος «Μεγάλης Αλβανίας».
Όμως, την ίδια στιγμή στο εσωτερικό της χώρας έχει να αντιμετωπίσει ολοένα και μεγαλύτερη δυσαρέσκεια. Η χώρα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα διαφθοράς, το οργανωμένο έγκλημα παίζει σχεδόν ανοιχτό πολιτικό ρόλο, ιδίως σε σχέση με την μαζική παραγωγή κάνναβης, ενώ την ίδια στιγμή η χώρα εξακολουθεί να στηρίζεται σε σημαντικό βαθμό στη μετανάστευση.
Οι μεγάλες διαδηλώσεις στα Τίρανα, ύστερα και από την απόφαση των βουλευτών του αντιπολιτευόμενου Δημοκρατικού Κόμματος να παραιτηθούν αποτυπώνουν μια βαθύτερη πολιτική κρίση.
Μάλιστα, θα μπορούσε κανείς να πει ότι ο πιο χαρακτηριστικός δείκτης κοινωνικής κρίσης ήταν οι μεγάλες φοιτητικές κινητοποιήσεις των προηγούμενων μηνών, ένα κίνημα κατεξοχήν ακηδεμόνευτο και έξω από τα όρια της μετακομμουνιστικής αντιπαράθεσης στην Αλβανία που έδειξε την έντονη διεκδίκηση αλλαγής από τα πιο νεανικά και δυναμικά κομμάτια της αλβανικής κοινωνίας.
Η Σερβία σε αναταραχή
Φαινομενικά ο πρόεδρος Αλεξάνταρ Βούτσιτς έχει μια κυρίαρχη θέση στο σερβικό πολιτικό σκηνικό. Το Προοδευτικό Κόμμα του οποίου ηγείται έχει μια άνετη πλειοψηφία 160 εδρών στις 250 του κοινοβουλίου. Επιμένει να ισορροπεί ανάμεσα στην ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας του, ιδίως από τη στιγμή που οι ηγετικές δυνάμεις στην ΕΕ ενδιαφέρονται για τα Δυτικά Βαλκάνια, αλλά και την παραδοσιακή φιλία με τη Ρωσία, όπως φάνηκε και στην εντυπωσιακή υποδοχή ήρωα που επεφύλαξαν πρόσφατα στον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν.
Την ίδια στιγμή έχει δείξει ότι μπορεί να συναινέσει ακόμη και σε πρωτοβουλίες για την επίλυση του θέματος του Κοσόβου έξω από τα παραδοσιακά πλαίσια, με αποκορύφωμα τις πολυσυζητημένες επαφές του με τον Κοσοβάρο πρόεδρο Χακίμ Θάτσι για επίλυση του θέματος με αμοιβαίες ανταλλαγές εδαφών, μια κατεύθυνση που συνάντησε μεγάλες αντιδράσεις και στις δύο χώρες, παρότι φάνηκε να έχει και την υποστήριξη του προέδρου Τραμπ.
Όμως, φαίνεται ότι η σερβική κοινωνία έχει μια διαφορετική γνώμη. Μια σειρά από γεγονότα έβγαλαν τον κόσμο στο δρόμο. Αφορμή ο ξυλοδαρμός ενός αντιπολιτευόμενου πολιτικού, του Μπόρκο Στεφάνοβιτς στο Κρούσεβατς τον περασμένο Νοέμβριο, αλλά και η ελλιπής διερεύνηση άλλων υποθέσεων πολιτικής βίας.
Όμως, στην πραγματικότητα το υπόβαθρο είναι μια συνολικότερη δυσαρέσκεια και για τα οικονομικά προβλήματα μιας χώρας όπου, όπως χαρακτηριστικά λέγεται, οι οικογένειες όλο και περισσότερο μιλούν μέσω Skype εξαιτίας της μεγάλης μετανάστευσης, και για τη διαφθορά και για τις παρεμβάσεις στα ΜΜΕ και τη δικαιοσύνη, ενώ συχνά όλα αυτά μπλέκονται με ένα διάχυτο αίσθημα ότι η κυβέρνηση ετοιμάζεται να κάνει υπερβολικές υποχωρήσεις στο θέμα του Κοσόβου.
Σε κάθε περίπτωση το αποτέλεσμα είναι μια εντυπωσιακή ακολουθία κινητοποιήσεων, τόσο στο Βελιγράδι όσο και σε άλλες πόλεις, με εβδομαδιαίες διαδηλώσεις που καταγγέλλουν τον Βούτσιτς και την πολιτική του, διαδηλώσεις στις οποίες συμμετέχει ένα ευρύ φάσμα κομμάτων της αντιπολίτευσης.
Αυξάνει η δυσαρέσκεια στο Μαυροβούνιο
Στο γειτονικό Μαυροβούνιο, επίσης φαίνεται ότι πλέον δεν θεωρείται τόσο αυτονόητη η πολιτική κυριαρχία του προέδρου Μίλο Τζουγκάνοβιτς. Ο προερχόμενος από την Ένωση Κομμουνιστών Γιουγκοσλαβίας πολιτικός, που όμως για τρεις δεκαετίες κυριαρχεί στο πολιτικό στερέωμα της μικρής Βαλκανικής χώρας, έχοντας αποδείξει ιδιαίτερη ικανότητα αλλαγής συμμαχιών, βρίσκεται πλέον στο στόχαστρο της λαϊκής δυσαρέσκειας με βασική αιχμή τα ζητήματα της διαφθοράς. Άλλωστε, δεν είναι λίγοι εκείνοι που έχουν υπαινιχθεί δεσμούς και με το οργανωμένο έγκλημα.
Το υπαρξιακό πρόβλημα της Βοσνίας Ερζεγοβίνης
Δημιούργημα της πρώτης μεγάλης πολιτικής και διπλωματικής προσπάθειας για να τερματιστεί ο γιουγκοσλαβικός εμφύλιος πόλεμος, με τις συμφωνίες του Ντέιτον, το καθεστώς της Βοσνίας Ερζεγοβίνης ήταν πάντα εξαιρετικά περίπλοκο και μη λειτουργικό. Η λογική ενός κράτους αποτελούμενου από δύο οντότητες, την Ομοσπονδία της Βοσνίας Ερζεγοβίνης και τη Republika Srpska (τη σερβική δημοκρατία), όπου η πρώτη είναι ομοσπονδιακή και η δεύτερη στην πραγματικότητα αποτελεί μια σχεδόν πλήρως αυτόνομη κρατική οντότητα, μπορεί να έβαλε τέλος σε έναν αιματηρό εμφύλιο, με πλήθος εγκλημάτων πολέμου από όλες τις πλευρές, όμως δημιούργησε την πιο περίπλοκη πολιτική διαδικασία στην Ευρώπη. Το αποτέλεσμα είναι μια παρατεταμένη πολιτική κρίση που έχει επιπτώσεις ακόμη και στη δυνατότητα της χώρα να αντιμετωπίζει ακόμη και φυσικές καταστροφές όπως οι πρόσφατες πλημμύρες.
Και τα πράγματα μπορούν να γίνουν ακόμη πιο δύσκολα, εάν κυριαρχήσει η λογική που λέει ότι χρειάζεται μια διαδικασία Ντέιτον 2, δηλαδή μια αναδιαπραγμάτευση του συνολικού πλαισίου, στο φόντο και των σχετικών προσπαθειών που γίνονται σε σχέση με το Κόσοβο.
Ρουμανία: η σκιά της διαφθοράς
Τις μέρες αυτές ένας από τους εφιάλτες της Ρουμανικής κυβέρνησης είναι να δει την πρόσφατα αποπεμφθείσα Εισαγγελέα κατά της Διαφθοράς Λάουρα Κοντρούτα Κόβεσι να επιστρέφει στο προσκήνιο, αυτή τη φορά από τη θέση του Ευρωπαίου Εισαγγελέα.
Αρκεί να αναλογιστούμε ότι η Κόβεσι ήταν υπεύθυνη για δικαστικές έρευνες εναντίον αρκετών στελεχών του κυβερνώντος σοσιαλδημοκρατικού κόμματος και θεωρείται ότι γνωρίζει καλά τα σχετικά με τη διαφθορά στη Ρουμανία.
Υπενθυμίζουμε ότι η Ρουμανία, που αυτή τη στιγμή έχει την προεδρία της ΕΕ, έχει κατηγορηθεί για ζητήματα που αφορούν την τήρηση των κανόνων του κράτους δικαίου και γι’ αυτό έχει συζητηθεί και για τη Ρουμανία, όπως και για την Πολωνία, το ενδεχόμενο ενεργοποίησης του άρθρου 7 της Συνθήκης της Ένωσης.
Οι ωδίνες της μετάβασης και οι ανοιχτές πληγές
Όλα τα παραπάνω δείχνουν ότι τα Βαλκάνια παραμένουν σε μια μεταβατική περίοδο. Ακόμη και κινήσεις που χαιρετίστηκαν από διάφορες πλευρές ως ένδειξη προόδου, όπως η Συμφωνία των Πρεσπών, ήρθαν ύστερα από σημαντικές πολιτικές εντάσεις και στις δύο χώρες. Είναι προφανές ότι μιλάμε για μια περιοχή όπου τα κοινωνικά προβλήματα και η απουσία πραγματικών δυναμικών ανάπτυξης, συνδυάζονται με σοβαρότατα προβλήματα διαφθοράς, αλλά και ζητήματα που δεν έχουν επιλυθεί ακόμη. Το γεγονός ότι όλα αυτά λαμβάνουν χώρα στο φόντο ενός εντεινόμενου γεωπολιτικού ανταγωνισμού ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Ρωσία, αλλά και προσπαθειών άλλων τοπικών δυνάμεων να παίξουν ρόλο (η Τουρκία είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα), δείχνει ότι η έξοδος από τη σημερινή εικόνα υφέρπουσας κρίσης δεν θα είναι εύκολη.
Μένει να δούμε εάν οι μαζικές κινητοποιήσεις που ξεσπούν σε διάφορες χώρες, παρά τον αντιφατικό χαρακτήρα τους, θα μπορέσουν να αποτελέσουν τον καταλύτη ευρύτερων διαδικασιών ανανέωσης της πολιτικής ζωής.